Ακόμη εννέα τραπεζικά στελέχη καταδικάστηκαν σε φυλάκιση από το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας για την υπόθεση χειραγώγησης της αγοράς από την Kaupthing Bank.
Εκμεταλλευόμενη την απελευθέρωση των αγορών και την ευκολία δανεισμού η Kaupthing κατάφερε ώς τα μέσα του 2008 να εξελιχθεί στη μεγαλύτερη τράπεζα της Ισλανδίας και σε μια σημαίνουσα διεθνή τράπεζα του κόσμου.
Αμέσως μετά την πτώχευση της Leehman Brothers τον Σεπτέμβριο του 2008 και το σκάσιμο της χρηματοπιστωτικής φούσκας όμως, κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος υπό το βάρος τεράστιων χρεών
Τα πρώην εννέα στελέχη της Κaupting οδηγήθηκαν στο δικαστήριο επειδή προσπάθησαν εκείνη την εποχή να φουσκώσουν τις τιμές των μετοχών της τράπεζας τεχνητά προκειμένου να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη του επενδυτικού κοινού, χρησιμοποιώντας κρυφά κεφάλαια της ίδιας της τράπεζας για την αγορά των μετοχών της.
Οι τραπεζίτες φέρονται ότι χορήγησαν μυστικά δάνειο στον σεΐχη Μοχάμετ Μπιν Καλίφα Μπιν Αλ Θανί του Κατάρ για αγορές μετοχών της τράπεζας, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν μάλιστα ως εγγύηση γι’ αυτό το δάνειο. Λίγες εβδομάδες πριν από την κατάρρευση ανακοίνωσαν ότι ο σεΐχης είχε αγοράσει μερίδιο 5,1% στο μετοχικό κεφάλαιο της τράπεζας.
Μετά την κατάρρευση ανακαλύφθηκε ότι περισσότερο από το 40% των μετοχών της Kaupthing διακρατούνταν από την ίδια την τράπεζα ως ενέχυρο για τα δάνεια.
Η εκδίκαση της απάτης ξεκίνησε τον Απρίλιο του 2015 και δύο μήνες μετά το Πρωτοδικείο του Ρέικιαβικ έκρινε εφτά από τους 9 κατηγορούμενους ένοχους.
Την περασμένη Πέμπτη όμως το Ανώτατο Δικαστήριο της Ισλανδίας έκρινε ότι και οι 9 ήταν ένοχοι για δόλια χρηματοδότηση αγορών μετοχών και πρόκληση παραπλανητικής ζήτησης και τους καταδίκασε σε ποινές φυλάκισης μεταξύ 1 και 4,5 ετών.