Διάβασα στο koutipandoras.gr, το οποίο προφανώς διάβασε στο protagon και μάλιστα το αναδημοσίευσε κιόλας, πως η Ελένη Βιτάλη, εκφράστηκε απρεπώς για τον Αντώνη Ρέμο. Δεν έχει σημασία λέει ο αρθογράφος αν έχει δίκιο, αλλά σημασία έχει πως είπε πράγματα που δεν έπρεπε να πει δημόσια. Προέβλεπε μάλιστα πως δεν θα μπορέσει η Βιτάλη να αντέξει το βάρος των δηλώσεών της όπως πολλοί άλλοι που παρασέρνονται από το θυμικό τους μπροστά στα μικρόφωνα.
Τι είπε λοιπόν η Βιτάλη; Πως το τραγούδι το ελληνικό χάνεται μέσα στο μιμιτισμό, πως είναι κατάντια να ασχολούμαστε με τον πισινό της Πάολα στην τηλεόραση και πως οι μοναδικοί που επικρατούν είναι οι Ρέμοι και τα Ρεμάκια. Για το δε Ρέμο συμπλήρωσε, πως ούτε καλός τραγουδιστής είναι, ούτε τίποτα.
Ανατρίχιασε λοιπόν το διαδίκτυο και εσχίσθη το παραπέτασμα του ναού της μεσημεριανής τηλεοπτικής κλάψας που η Βιτάλη (ποια είναι η Βιτάλη) έπιασε στο στόμα της τα Άγια των Αγίων του σύγχρονου ντιρλαντά. «Μα γιατί εκφράστηκε έτσι»; «Είναι δυνατόν να μιλάει έτσι για συνάδελφό της»; «Δεν σχολιάζω την ουσία αλλά η συμπεριφορά της ήταν κατάπτυστη». Γέμισε αμπελοφιλοσοφία και διακεκριμένη ευαισθησία το ίντερνετ και μαζί και η Πανδώρα. Αναστατώθηκε το τηλεοπτικό άπαν από την «αγένεια του τίποτα».
Δεν γνωρίζω τη Βιτάλη όπως δεν γνωρίζω και το Ρέμο. Γνωρίζω όμως αυτό που καθημερινά γίνεται. Στην κοινωνία, στο όνομα του καθωσπρεπισμού αναπτύσσεται αυτό που αποκαλώ «κεκαλυμμένο και αντεστραμμένο φασισμό με το κεφάλι προς τα κάτω». Μια ιδιότυπη αστυνομία καλών τρόπων, ευγένειας, κορεκτίλας (κατά το politically correct ) φιμώνει την άποψη, την οργή, την αγανάκτηση, επιβάλλοντας τρόπους. Δεν πρόκειται για απαίτηση που πηγάζει από τη σχέση με τα γαλλικά, το πιάνο και τον επιτυχή χειρισμό των μαχαιροπήρουνων, αλλά για μια φασιστική απαγόρευση που εξυπηρετείται από την πρόταξη της ευγενούς συνύπαρξης για να κρύβεται η αλήθεια που δεν πρέπει να ακουστεί. Ωστόσο οι ίδιοι οι φορείς της, που εκφράζουν την μετριοπάθεια και την καλή εικόνα, βολεύονται από την πραγματικότητα που υπάρχει, δεν θέλουν να αλλάξει και συνεπώς κλαδεύουν επιμελώς τις γωνίες όπου υπάρχουν και υπάρχει κίνδυνος να τραυματιστεί η στρογγυλή, βολική τους διαβίωση. Τις περισσότερες φορές, αυτοί οι διυλίζοντες την ευγένεια και το πολιτικά ορθό, επιβάλουν να καταπίνεται αμάσητη η αδικία, να χωνεύεται η βρωμιά, να αποσιωπάται η έλλειψη τρόπων και κανόνων στην κοινωνία που κάνει το φτωχό, φτωχότερο. Κάποτε έλεγαν δεν δικαιούσαι να μιλάς, τώρα το έχουν φτιασιδώσει στο δόγμα «είναι απαράδεκτος ο τρόπος με τον οποίο μιλάς». Καμιά φορά προσθέτουν και τα επίθετα λαϊκίστικος τρόπος, ανεπίτρεπτος τρόπος, αυθάδης τρόπος…
Ας αφήσουμε το γενικό τώρα και ας πάμε στο ειδικό. Η Ελένη Βιτάλη, η Βιτάλη, δηλαδή μια καλλιτέχνιδα που οφείλει να κρίνει, είπε αυτό που πίστευε και αυτό που ο καθένας διαπιστώνει πως είναι αληθινό. Η τηλεόραση του κώλου (ναι ξέρω δεν είναι πολιτικά ορθό αλλά μπορώ και χειρότερα) κατακλύζεται από κώλους, ξέκωλα, ποταπούς και αγράμματους της εικονικής πραγματικότητας που δημιουργεί. Ο τρόπος μέσα από την οποίο κάνει τα τίποτα , νούμερα, είναι σύνθετος. Εμπεριέχει προσωπικές σχέσεις, περίεργες σχέσεις, ανορθόδοξες σχέσεις, υποκριτικές σχέσεις και φυσικά συμφέροντα. Η Πάολα είναι γνωστή σε όλους αλλά η Βιτάλη όχι. Ξέρουμε ποια κυρία συνοδεύει εσχάτως ο Ρέμος, πώς κουρεύτηκαν και πού ξυρίστηκαν τα Ρεμάκια, πόσο πετυχημένη είναι η ζωή τους (αψευδής μάρτυρας ο «δημοσιογράφος» καρτούν σε ζωντανή σύνδεση από Μύκονο) πώς είναι η πραγματική ευτυχία ντυμένη με λαμέ φούτερ (λαμέ φούτερ ρε μεγάλε;) και κομποσχοίνι (πάει με το λαμέ).
«Μα είναι καλός τραγουδιστής ο Ρέμος» λέει ο άλλος. Δεν ξέρω αν είναι καλός τραγουδιστής. Σίγουρα το ξέρει η Βιτάλη και έχει δικαίωμα να το λέει. Το να έχεις πιει δυό ποτά στα πόδια του Ρέμου και να έχεις ταυτίσει τον καημό σου με τον κύριο δίπλα που πετάει λέλουδα, δεν κάνει απαραίτητα το Ρέμο καλό τραγουδιστή. Γιατί ο Ρέμος, όπως και άλλοι , είτε καλός είτε κακός τραγουδιστής, είναι επιβεβλημένος τραγουδιστής. Στον έχουν κάνει ένεση και θεωρείς τον εαυτό σου σχεδόν ασύμβατο με κάθε άλλο, πόσο μάλλον με τη Βιτάλη. Είναι σα να απαιτείς από ένα Γκανέζο ο οποίος έχει ανατραφεί με κάμπιες και γιούκα , να του αρέσει ένα πιάτο του Φεράν Αντριά και της μοριακής κουζίνας.
Αν λοιπόν θα ήθελα να συζητήσω με κάποιον για το αν είναι καλός τραγουδιστής ο Ρέμος, θα ήθελα να το συζητήσω με κάποιον που μπορεί να τον κρίνει τεχνικά. Με τη Δήμητρα Γαλάνη, την Χαρούλα Αλεξίου, την Ελένη Βιτάλη οι οποίες δεν έχουν κριθεί μόνο τεχνικά αλλά και ιστορικά.
Περισσότερο όμως πείραξε αυτό το «τίποτα δεν είναι ο Ρέμος» που εν τη ρύμη του λόγου, είπε η Ελένη Βιτάλη. Γιατί φαντάζομαι όσοι ενοχλήθηκαν, θεωρούν πως ο Ρέμος είναι «πολλά». Οι τραγουδιστές δεν είναι υποχρεωμένοι να είναι πολλά. Η Άντζελα Δημητρίου δεν απαιτείς να είναι ρήτορας αλλά να τραγουδάει καλά. Ο Μαργαρίτης δεν θέλεις να είναι διανοούμενος αλλά να συντονίζει τη διάθεσή σου. Μοιραία όμως οι τραγουδιστές ως προβεβλημένα πρόσωπα, εκφράζουν πράγματα και δημιουργούν εντυπώσεις ή παραδείγματα. Δεν φταίνε πάντα οι ίδιοι αλλά συμβαίνει.
Το πρόβλημα ξεκινά όταν οι ίδιοι υπερπηδούν τον επαγγελματικό τους ρόλο και αγωνιούν να εκφράσουν πραγματικότητες. Ο Ρέμος είναι η πιο χαρακτηριστική περίπτωση. Επειδή έτσι τον έμαθε το σύστημα που τον πλάσαρε, ή επειδή ενδεχομένως αυτή είναι η κουλτούρα του η οποία βρήκε έκφραση μέσα από τη δημόσια εικόνα, ταυτίστηκε με το νεοπλουτισμό και τη διόγκωση της προσωπικής εικόνας. Αυτή η δημόσια εικόνα ήταν έμπλεη από Πηλαδάκηδες, Αρναούτογλου, παρεάκια της λαικότροπης πλην όμως ακριβής διαβίωσης και του “κάμερα σε μένα” ακόμη και όταν πάω για ψώνια. Εκτός από τα γαρύφαλλα, η ίδια η “εκσυγχρονιστική “ Ελλάδα, ήταν απλωμένη στα πόδια του Ρέμου, με τα χοντρά πορτοφόλια, τα δάνεια, την ευωχία της και το λιπώδη ιστό της αναπτυγμένο με κλεμμένο δημόσιο χρήμα. Έφταιγε ο Ρέμος γι αυτό; Όχι δεν έφταιγε , όπως δεν έφταιγε άμεσα και ο Κωστόπουλος επειδή θέλοντας να κάνει τη ζωή του και να ικανοποιήσει τη φιλοδοξία του, έκανε με μαεστρία και οικονομικές απολαβές ό,τι έκανε. Αυτό όμως εξέφρασε. Το τίποτα του εφήμερου που οδηγεί στο πουθενά. Την ανεμελειά που ενοχοποιούσε επιμελλημένα τον προβληματισμό και κάθε άλλη κοινωνικότητα έξω από την πίστα με τα μαύρα Τζόνυ. Τον συντηρητισμό που τρέφεται από την πολιτική αγραμματοσύνη και σα να μη της φτάνει αυτό, αποκαλεί και ενόχους όσους έχουν μια στάλα προβληματισμού που τους χαλάει την “θετική ενέργεια” και τις σέλφις.
Μπορεί ο Ρέμος, πλανεμένος από την ίδια την επιτηδευμένη εικόνα του να θεωρεί πως εκφράζει πολλά και όχι ένα τίποτα. Έχει δικαίωμα όπως κάθε άνθρωπος. Έχει δικαίωμα όμως η Βιτάλη να λέει την άποψή της, η οποία έχει ελάχιστη οξύτητα και βία σε σχέση με τη βία όλου αυτού του συστήματος που επέβαλλε τα “τίποτα”. Απόδειξη πως ακόμη και η δήλωσή της που ήταν γεμάτη με προβληματισμό για το πού πάει το τραγούδι, κατέληξε να παρουσιάζεται ως άποψη για το “τίποτα του Ρέμου”. Αλλά όποιον τον ενοχλεί η Βιτάλη και ό,τι άλλο με γωνίες, ας τα πιεί στο Ρέμο. Έτσι δε γίνεται;