“Παιδιά, ούτε δίσκο θέλω, ούτε τίποτα. Το μόνο που θα είχε τώρα νόημα για μένα θα ήταν ένα τραγούδι που θα έλεγα στη μάνα μου ό,τι δεν πρόλαβα να της πω”… Το τραγούδι «Μαμά γερνάω» της Τάνιας Τσανακλίδου που γράφτηκε για να επιστρέψει στη δισκογραφία μετά την απώλεια της μητέρας της
Από τη mixanitouxronou.gr:
Εποχή αλλαγών. Και δισκογραφικού «μπουμ». Οι παρέες ανακατεύονται, οι εποχές του τραγουδιού επίσης, ενώ στο στερέωμα αρχίζει και ανεβαίνει αργά και σταθερά το δίδυμο Σταμάτης Κραουνάκης- Λίνα Νικολακοπούλου και μαζί τους η Άλκηστις Πρωτοψάλτη. Μετά την πρώτη τους μεγάλη επιτυχία, «Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ», που πούλησε 90.000 κομμάτια το τιμ Σταμάτης, Λίνα, Άλκηστις δίνουν «σώμα» και σε ένα διαφορετικό είδος θεάματος, πρωτόγνωρο μέχρι τότε. Οι σκηνοθετημένες παραστάσεις που ανέβαιναν στη Συγγρού, πρότειναν έναν νέο τρόπο διασκέδασης στο κοινό, θεατροποιημένο τραγούδι με αρχή, μέση, τέλος μεικτό ρεπερτόριο από ρεμπέτικο μέχρι Σουφιούλ, προσεγμένο μέχρι την τελευταία του λεπτομέρεια στο ανέβασμα, εντελώς διαφορετικό από τη νοοτροπία των προγραμμάτων της εποχής. Η Τάνια Τσανακλίδου δεν άνηκε ακριβώς σε εκείνη τη μεγάλη παρέα. Ήταν ήδη όνομα από τα μέσα του ’70, το ’78 μας εκπροσώπησε στη Eurovision με το «Τσάρλι Τσάπλιν» ενώ άνηκε στη μεγάλη ομάδα των ανερχόμενων φωνών που είχαν εμφανιστεί και στις πίστες της παραλιακής.
Η απώλεια της μητέρας της
Στα μέσα της δεκαετίας του ’80, ήταν καθιερωμένη πλέον στις συνειδήσεις μας ως τραγουδίστρια, ένα κορίτσι που έβγαινε και έκανε γκελ στη σκηνή, μια φωνή που φλεγόταν από δύναμη και πάθος. Θα περίμενε κανείς μάλιστα να είναι από τα πρόσωπα που θα πλησίαζε το δίδυμο Σταμάτης- Λίνα για τις ανάγκες της παράστασης τους «Λεωφόρος Α», ακριβώς γιατί είχε το θεατράλε ύφος που χαρακτήριζε την ομάδα. Τότε όμως η Τάνια ζούσε μια μεγάλη απώλεια. Ιδού τι λέει για εκείνη την εποχή:
«Είχαμε γνωριστεί με τα παιδιά και όλο λέγαμε να κάνουμε κάτι μαζί, αλλά δεν καθόταν. Εν τω μεταξύ παθαίνει η μητέρα μου. Νοέμβρης του ’86. Είμαι στα χάλια μου εγώ, δεν θέλω να βγαίνω, να τρώω, περνάω δύσκολα. Ένα βράδυ, αρχές του άλλου χρόνου, με τραβάνε τα παιδιά να πάω στην παράσταση τους, να βγω λιγάκι, και όντως πάω στη «Λεωφόρο Α», όπου τραγουδούσαν η Άλκηστις και η Ελευθερία. Είμαι όμως χάλια. Απαρηγόρητη. Μου λένε πάλι να κάνουμε κάτι μαζί και τους απαντώ, «παιδιά, ούτε δίσκο θέλω, ούτε τίποτα. Το μόνο που θα είχε τώρα νόημα για μένα θα ήταν ένα τραγούδι που θα έλεγα στη μάνα μου ό,τι δεν πρόλαβα να της πω». Περνάνε λίγες ημέρες και ένα βράδυ, που παίζουμε χαρτιά με το Σταμάτη, καταλαβαίνω ότι το πάει από ‘δω, το πάει από ‘κει, κάτι θέλει να μου πει. Στο τέλος δεν αντέχει και μου το ξεφουρνίζει: «Σου ‘χει γράψει ένα η Λίνα που δεν θα το πιστεύεις». Έτσι όπως είμαστε, παρατάμε τα χαρτιά, τα παρατάμε όλα και δίνουμε ραντεβού με τη Λίνα. Αυτό το τραγούδι, όντως δεν μπορούσα να το προβάρω όπως τα άλλα που έγιναν για τον δίσκο. Δεν το άντεχα. Έτοιμος ήταν ο υπόλοιπος, αλλά αυτό δεν μπορούσα…Πρώτη φορά λοιπόν μπαίνουμε και οι τρεις στο στούντιο να ψάξουμε τόνο και αρχίζω… Κάποια στιγμή ψάχνω να τους βρω και είχαν εξαφανιστεί όλοι. Ο Σταμάτης, ο ηχολήπτης, όλοι. Μόνο η Λίνα έκανε ότι διάβαζε εφημερίδα. Όλοι μέσα στο στούντιο έκλαιγαν. Τελικά αυτή την πρώτη «πρόβα» την κρατήσαμε και στον δίσκο, είναι το «Υστερόγραφο».
Ο δίσκος κυκλοφόρησε τον Μάιο του 1988 αλλά δεν σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Ακόμη και στην ίδια την εταιρεία που κυκλοφόρησε (CBS) έλεγε ένα από τα στελέχη του: «Τα σουξέ πρέπει να τα κράτησαν για τον επόμενο δίσκο της Πρωτοψάλτη». Αλλά η .. εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο. Τότε πούλησε μόνο 12.000 κομμάτια (εποχή όπου ο χρυσός δίσκος ήταν στα 50.000) αλλά σήμερα πλέον ξέρουμε, ότι δεν υπάρχει σπίτι, αυτοκίνητο, πάρτι, κέντρο που ακόμη και τώρα δεν δακρύζει μ’αυτό το κομμάτι.
Στιχουργικά, καθιερώνει και μια νέα εποχή για το ελληνικό τραγούδι. Ο λόγος της Νικολακοπούλου, ελλειπτικός πολλές φορές και βασισμένος σε εικόνες, δίνει με μοναδικό τρόπο το αίσθημα της γενιάς του ’80, τον τρόπο που έβλεπε τον εαυτό της. Γυναικείο τραγούδι, αλλά όχι σαν τα γυναικεία τραγούδια που ξέραμε μέχρι τότε. Στο «Μαμά γερνάω», έλεγε χρόνια αργότερα ο Κραουνάκης,»έπρεπε να μελοποιήσω τη γυναικεία ψυχή, και δεν ήταν εύκολο πράγμα. Πολλές φορές εκείνη την εποχή ένιωθα ότι η μουσική έπρεπε να είναι πιο συμβατική από τον στίχο. Γιατί ένιωθα ότι ο λόγος της Λίνας θα βγάλει φίδι από την τρύπα, αυτός θα είναι το ανατρεπτικό στοιχείο».
ΠΗΓΗ: Ένα τραγούδι μια ιστορία, έκδοση της εφημερίδας Τα Νέα, Δημήτρης Μανιάτης, Μαρία Μαρκουλή, Χάρις Ποντίδας