Στην Καστοριά, πριν από πολλά χρόνια βέβαια, ο γάμος ήταν μια υπόθεση που αποφασίζονταν αυστηρά και μόνο από τους γονείς του ζευγαριού. Κάποιες φορές μάλιστα ο λόγος μεταξύ των πατεράδων δίνονταν πριν καν γεννηθούν τα παιδιά τους και αν όντως η μια οικογένεια έκανε αγόρι και η άλλη κορίτσι θεωρούσαν φυσικό επακόλουθο να τα παντρέψουν μεταξύ τους όταν μεγαλώσουν μιας και είχαν δώσει το λόγο τους.
Έτσι λοιπόν όταν ένας πατέρας θεωρούσε πως ο γιός του είναι πια σε ηλικία γάμου, επέλεγε την νύφη του ( αφού σιγουρευόταν πρώτα πως ανήκε σε μια καθωσπρέπει οικογένεια ) και πήγαινε να την ζητήσει από τον πατέρα της. Άν εκείνος συμφωνούσε τότε έδιναν λόγο και όριζαν την ημερομηνία των αρραβώνων και επισφράγιζαν την …συμφωνία τους πίνοντας. Άν πάλι δεν συμφωνούσε, τότε ο πατέρας του νέου στρεφόταν στην αμέσως επόμενη επιλογή που είχε στο μυαλό του. Το ωραίο είναι πως το μελλοντικό ζευγάρι δεν είχε γνώση για το συμπεθεριό ώσπου να τους ανακοινώσουν το … νέο οι γονείς τους και φυσικά δεν είχαν δικαίωμα να αρνηθούν.
Όταν έφτανε η ημέρα του αρραβώνα, ξεκινούσε ο γαμπρός τον οποίο συνόδευαν οι γονείς του και οι στενοί συγγενείς για το πατρικό της μελλοντικής του συζύγου. Μαζί τους είχαν δώρα για την νύφη ανάμεσα στα οποία και ένα μεταξωτό μαντήλι στο οποίο είχαν καρφιτσώσει μια χρυσή λίρα. Αυτή η λίρα ήταν η απόδειξη της …συμφωνίας μεταξύ γαμπρού και πεθερού και επιστρέφονταν από τον πεθερό στον γαμπρό μόνο λίγο μετά τον γάμο. Η αδερφή του γαμπρού ( αν φυσικά είχε διαφορετικά μια πολύ στενή συγγενής του) ακολουθούσε τον αδερφό της έχοντας μια παραδοσιακή κουλούρα αρραβώνα πάνω στο κεφάλι της την οποία είχαν στολίσει με καραμέλες ( για να έχει το ζευγάρι μια γλυκιά ζωή ) ενώ μαζί της είχε ακόμη ένα χειροποίητο τσαντάκι που περιείχε ένα μπουκάλι ούζο για να τσουγκρίσουν μετά τους αρραβώνες, τις βέρες που θα φορούσε το ζευγάρι ώςπου να παντρευτεί στο αριστερό του χέρι, την λίρα, καραμέλες και κουφέτα.
Σαν έφταναν στο σπίτι της νύφης, τους υποδέχονταν με χαρά οι συγγενείς της στην είσοδο και μετά μαζί όλοι προχωρούσαν στο εσωτερικό του σπιτιού. Εκεί στο κέντρο είχαν τοποθετήσει ένα σοφρά ( χαμηλό στρογγυλό τραπεζάκι ) που πάνω του υπήρχε ένα ταψί και τότε οι πατεράδες του ζευγαριού καθόταν κάτω και πετούσαν μέσα στο ταψί αυτό τις καραμέλες και έπειτα την λίρα και τις βέρες. Μετά τα ανακάτευαν, κάτι που συμβόλιζε την ένωση των δυο οικογενειών και αμέσως έπιναν για το καλό, όλοι από το ίδιο μπουκάλι, το οποίο η πεθερά της νύφης είχε στολίσει με χάντρες και ένας ένας έπαιρνε τη λίρα με το μαντήλι και αφού πρώτα τα ακουμπούσαν στο κεφάλι τους ( και οι άντρες και στα γένια τους ), έδιναν τις ευχές τους για μια ζωή γεμάτη πλούτη και χαρά τόσα χρόνια όσες και οι τρίχες που είχαν στο κεφάλι τους.
Μετά και από αυτό έφτανε η νύφη κρατώντας στα χέρια της έναν δίσκο με ένα μπουκάλι ούζο, με το οποίο κερνούσε τους παρευρισκόμενους, ενώ εκείνοι την ασήμωναν αφήνοντας χρήματα στο δίσκο της. Αμέσως μετά το κέρασμα, τους περνούσαν τις βέρες ενώ ο πεθερός φορούσε στο λαιμό της νύφης μια λίρα με χρυσή αλυσίδα. Ακολουθούσε το τραπέζι των αρραβώνων και το παραδοσιακό γλέντι. Όταν ετοιμάζονταν να φύγουν η κοπέλα έδινε και εκείνη με την σειρά της στα πεθερικά της πετσέτες και κάλτσες ως δώρο για να τους ευχαριστήσει και αποχωρούσαν.
Η νύφη ως τον γάμο δεν μπορούσε να επισκεφτεί τα πεθερικά της ανώ αντίθετα ο γαμπρός μπορούσε να πάει στο σπίτι των πεθερικών του ανά πάσα στιγμή αρκεί να μην ήταν παρούσα η μέλλουσα σύντροφός του. Φυσικά το ζευγάρι ως την ημέρα που θα ενώνονταν με τα δεσμά του γάμου δεν θα έπρεπε να ειδωθεί και αν τύχαινε να συναντηθούν άλλαζαν κατεύθυνση.
top-gamos.com