Ιστορίες αγάπης υπάρχουν πολλές: ιστορίες ανέκκλητης αφοσίωσης, ιστορίες προδοσίας και σπαραγμού, αλλά και ιστορίες μανίας ή καταδίωξης. Η ιστορία αγάπης για την οποία μιλάει ο Ολιβιέ Μπουρντό (Olivier Bourdeaut) στο μυθιστόρημά του «Θα μου χαρίσετε αυτό τον χορό;», που κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό από τις εκδόσεις Στερέωμα σε μετάφραση Ρίτας Κολαΐτη, είναι εντελώς διαφορετική και μιλάει για έναν έρωτα που ξεπερνά κάθε ρεαλιστική προσδοκία: έναν έρωτα που αποτελεί συνεχή μαγεία και γιορτή και ξέρει πώς να παρασύρει στο ξέφρενο πανηγύρι του τους πάντες.
Το μυθιστόρημα του Μπουρντό αποτελεί το πρώτο του βιβλίο και γνώρισε μεγάλη επιτυχία στη Γαλλία, όπου βραβεύτηκε κατ’ επανάληψη κι απ’ όπου ξεκίνησε και το μεταφραστικό του ταξίδι για πολλά μέρη του κόσμου. Ο συγγραφέας γεννήθηκε στις ακτές του Ατλαντικού το 1980 και γρήγορα εγκατέλειψε το σχολείο για να αφοσιωθεί στα δικά του διαβάσματα: βιβλία έξω από οποιοδήποτε τυπολατρικό περιβάλλον, ικανά να προσφέρουν ουσιαστική, καίρια γνώση και αληθινή αισθητική απόλαυση.
Διαβάζοντας το «Θα μου χαρίσετε αυτό το χορό;» καταλαβαίνουμε αμέσως την αυτοβιογραφική του βάση: το ερωτευμένο ζευγάρι που πρωταγωνιστεί στις σελίδες του δεν πρέπει να είναι άλλο από μια λογοτεχνική εκδοχή των γονιών του Μπουρντό, οι οποίοι τον μεγάλωσαν μακριά από κάθε συγκατάβαση και συμβατικότητα, διαμορφώνοντας από πολύ νωρίς τη στάση του απέναντι στους ανθρώπους και τα πράγματα. Κεντρικό μοτίβο του βιβλίου είναι ένα τραγούδι, το «Mr. Bojangles», που υπήρξε σπουδαία επιτυχία της Νίνα Σιμόν και καθοδηγεί πάντοτε τα χορευτικά βήματα του ερωτευμένου ζευγαριού.
Οι δυο ερωτευμένοι, όμως, δεν περιορίζονται στον χορό: διασκεδάζουν ατέλειωτα με τους φίλους τους, κάνουν ονειρεμένα ταξίδια στην εξοχή, στήνουν φάρσες σε όποιον βρεθεί μπροστά τους, ανταλλάσουν ακούραστα αστεία μεταξύ τους, πίνουν τα καλύτερα κρασιά και δοκιμάζουν τα νοστιμότερα πιάτα. Το πρόσωπο το οποίο ξεχωρίζει μέσα σε αυτό το τρελό περιβάλλον είναι η μητέρα: γεμάτη πάθος για όλες τις πλευρές της ζωής, προκαλεί τη λατρεία του συζύγου και του γιου της, που αντλούν από την εκρηκτική της προσωπικότητα όλη τη δύναμη και την αισιοδοξία τους.
Από εκείνην θα μάθουν να αντιμετωπίζουν την πραγματικότητα σαν ένα διαρκές παιχνίδι της φαντασίας, από εκείνην θα συνειδητοποιήσουν πως κάθε σύνορο ή όριο παραμένει ρευστό. Γι’ αυτό κι όταν θα έρθουν οι δύσκολες ώρες, όταν η μητέρα θα βρεθεί αντιμέτωπη με την κατάθλιψη (και θα προκύψει η ανάγκη για επισταμένη ιατρική φροντίδα), πατέρας και γιος θα προσπαθήσουν να παραμερίσουν το πρόβλημα και να εξακολουθήσουν να ζουν όπως και άλλοτε.
Η μητέρα θα αγωνιστεί να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των αγαπημένων της και να επανέλθει στο κλίμα της καθημερινής χαράς και διασκέδασης, αλλά δεν θα τα καταφέρει. Ακόμα κι έτσι, όμως, θα αφήσει πίσω της μια σπάνια παρακαταθήκη: την πίστη στην αξία της προσωπικής ελευθερίας και στη δυνατότητα του ατομικού αυτοπροσδιορισμού. Αποφεύγοντας ως εκ συστήματος την αισθηματολογία και το μελό, ο Μπουρντό φιλοτεχνεί ολοκληρωμένους και ταυτοχρόνως πρωτότυπους χαρακτήρες σε ένα βιβλίο που διαβάζεται απνευστί χάρη και στο μικρό πλην ιδιαιτέρως περιεκτικό του μέγεθος.