Με μια γραφή που ξεχωρίζει για την εντιμότητα και την απουσία κάθε επιτήδευσης, η Ρέγιες αφηγείται τις αντιξοότητες των παιδικών της χρόνων στην Κολομβία στις αρχές του 20oύ αιώνα, όταν την εγκατέλειψαν μαζί με την αδερφή της σ’ ένα μοναστήρι. Χωρίς αυτολύπηση, με ευφυΐα ενηλίκου και ματιά κοριτσιού, καταφέρνει να μεταδώσει με ακρίβεια στον αναγνώστη τα συναισθήματά της.
To 1969 η ζωγράφος Έμμα Ρέγιες έστειλε στον φίλο της ιστορικό Χερμάν Αρσινιέγας την πρώτη από τις είκοσι τρεις επιστολές που περιγράφουν τις σκληρές συνθήκες μέσα στις οποίες κύλησε η παιδική της ηλικία. Ο φίλος της συγκλονίστηκε από τις επώδυνες αυτές αναμνήσεις κι αποφάσισε να δείξει τα κείμενα στον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, ο οποίος ενθάρρυνε τη Ρέγιες να συνεχίσει το γράψιμο. Η αλληλογραφία κράτησε ως το 1997· σ’ αυτό το διάστημα, ο Αρσινιέγας κατάφερε να πάρει την έγκριση της Έμμα Ρέγιες για να εκδώσει τις επιστολές μετά τον θάνατό της.
«Αν ο Ρίλκε έλεγε πως η πατρίδα του ανθρώπου είναι η παιδική του ηλικία, εκείνη της Έμμα Ρέγιες είναι μια αιώνια πατρίδα για όποιον τη διαβάζει. Αυτή η παιδική ηλικία είναι πλέον δική μας, μας ανήκει για πάντα».