Της Βενετίας Αποστολίδου
Αυτή την εποχή ολοκληρώνονται μικρές έρευνες των φοιτητών και φοιτητριών μας και, μερικές φορές, μας εκπλήσσουν με τα αποτελέσματά τους. Τα ευρήματα μιας έρευνας για τα κίνητρα, τις προτιμήσεις και τις αναγνωστικές πρακτικές παιδιών 10-13 χρονών στην πόλη της Καστοριάς είναι ιδιαιτέρως αισιόδοξα. Η φοιτήτρια πήρε διεξοδικές συνεντεύξεις, εκτός σχολείου, από 12 παιδιά (οκτώ κορίτσια και πέντε αγόρια) του ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντός της. Τα παιδιά ανήκουν σε οικογένειες ελεύθερων επαγγελματιών, εμπόρων και υπαλλήλων, οι περισσότεροι εκ των οποίων έχουν πανεπιστημιακή μόρφωση και πηγαίνουν σε δημόσια σχολεία στο κέντρο της πόλης. Όλα τα παιδιά έχουν καλές επιδόσεις στα μαθήματα και διαβάζουν βιβλία στον ελεύθερο χρόνο τους. ΄Εχουμε λοιπόν ένα τυχαίο δείγμα αναγνωστών το οποίο διαθέτει καλή σχέση με την ανάγνωση και μπορούμε να εμβαθύνουμε στις επιμέρους πλευρές αυτής της σχέσης.
Όλα τα παιδιά διαβάζουν αρκετά αλλά πιστεύω πως σ’ αυτές, ειδικά, τις ηλικίες ο αριθμός των βιβλίων δεν είναι ενδεικτικός. Μεγαλύτερη σημασία έχουν λ.χ. οι συνειδητές και προωθημένες στρατηγικές ανάγνωσης που χρησιμοποιούν όπως η επιστράτευση τόσο των συμφραζομένων όσο και της φαντασίας για τα νοηματικά χάσματα, η γρήγορη ανάγνωση μόνο των ενδιαφερόντων σημείων για όσα βιβλία δεν πολυαρέσουν, καθώς και η χρήση λεξικού. Το κάθε παιδί έχει ένα ιδιαίτερο και ξεχωριστό αναγνωστικό προφίλ αλλά ανιχνεύονται κάποιες σταθερές στις απαντήσεις τους. Όλα αναφέρουν ότι όταν διαβάζουν νιώθουν συναισθήματα, εξάπτεται η φαντασία τους, ξεφεύγουν από την πραγματικότητα. Ελάχιστα όμως δηλώνουν, έστω και υπαινικτικά, ότι μαθαίνουν καινούρια πράγματα και επεκτείνουν τις γνώσεις τους για τον κόσμο μέσα από την ανάγνωση. Τέσσερα εξάλλου μόνο από τα δώδεκα παιδιά περιέλαβαν, ανάμεσα στις αναγνωστικές τους προτιμήσεις, βιβλία γνώσεων. Τα υπόλοιπα προτιμούν τα μυθιστορήματα με περιπέτεια, χιούμορ και φαντασία. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι η σχέση της ανάγνωσης με τη γνώση και η απόλαυση της μη λογοτεχνικής ανάγνωσης είναι ένα ζητούμενο, ακόμη και για τους συστηματικούς αναγνώστες.
Άλλα σημαντικά ευρήματα: Τα παιδιά της έρευνας δηλώνουν ότι η ολοκληρωτική αφοσίωση και εμπλοκή τους στη ροή της ιστορίας επιτυγχάνεται μόνον στα βιβλία που έχουν επιλέξει μόνα τους. ΄Εχουν μεγάλη επιθυμία να μοιραστούν τις αναγνωστικές τους εμπειρίες με άτομα του περιβάλλοντός τους αλλά αυτό δεν γίνεται κατορθωτό διότι, ακόμη και στην περίπτωση που θα εκφράσουν κάποια σχόλια στους οικείους τους, δεν θα λάβουν ανατροφοδότηση και επομένως η αλληλεπίδραση μένει μισή. Τα παραπάνω δείχνουν πόσο έδαφος για καλλιέργεια υπάρχει και στο κομμάτι των δυνατοτήτων επιλογής των αναγνωσμάτων από τα ίδια τα παιδιά και στη διεύρυνση της κοινωνικής αλληλεπίδρασης γύρω από την ανάγνωση μέσω λεσχών, ομάδων και του ίδιου του σχολείου βέβαια.
Φτάνοντας λοιπόν και στο σχολείο, τα παιδιά αυτά αποκαλύπτουν την τύχη τους: σε ένα σχολείο, ο εκπαιδευτικός ωθεί τα παιδιά να έχουν πάντα ένα βιβλίο, δανεισμένο από τη σχολική βιβλιοθήκη, πάνω στο θρανίο τους και να το διαβάζουν κάθε φορά που τελειώνουν πιο γρήγορα από τους άλλους τη δουλειά τους. Σε άλλο σχολείο, οι μαθητές καλούνται να εκτελέσουν χρέη βιβλιοθηκαρίου. Σε τρίτο σχολείο ο εκπαιδευτικός τους έφερνε βιβλία στο μάθημα της Ιστορίας. Ακόμη, κάποια παιδιά είχαν πάει μέρος σε διαγωνισμό ανάγνωσης, κάποια άλλα είχαν κάνει ένα πρότζεκτ με θέμα τις μάγισσες ενώ σχεδόν όλα είχαν εμπειρία από επίσκεψη συγγραφέων στο σχολείο τους. Τίποτε επομένως δεν είναι τυχαίο. Τα παιδιά της έρευνας μας δείχνουν πως, όταν ταυτόχρονα συλλειτουργούν ένα υποστηρικτικό προς την ανάγνωση οικογενειακό περιβάλλον αλλά και άφθονες δράσεις φιλαναγνωσίας στο σχολείο, τα αποτελέσματα είναι περισσότερο από ικανοποιητικά. Σε άλλες έρευνες έχουμε δει τον έναν ή τον άλλον παράγοντα αλλά σπάνια βρίσκουμε και τους δύο μαζί. Και η Καστοριά; Παίζει κανέναν ρόλο η πόλη; Νομίζω πως ναι γιατί είναι μια πόλη οικονομικά εύρωστη αλλά και εσωστρεφής, ήρεμη, χωρίς τους πολλούς περισπασμούς είτε άλλων τουριστικών περιοχών είτε των αγχωτικών μεγαλουπόλεων.