Στη Θεσσαλονίκη η έννοια κλασικό δυστυχώς τείνει να διαγραφεί από το λεξικό της πόλης. Είναι γνωστό πως τα μαγαζιά της δεν τιμώνται στο πέρασμα του χρόνου και κάποια στιγμή οδηγούνται στο λουκέτο. Δεν υπάρχουν δηλαδή στέκια που η ιστορία τους να διαρκεί πενήντα χρόνια, όπως συμβαίνει σε πολλές πόλεις του κόσμου. Σήμερα κλασικά στέκια θεωρούνται το Berlin, το Flou, ο Θερμαϊκός, το De facto, το Ντορέ που κατάφεραν να ξεπεράσουν το φράγμα της φθοράς και αντέχουν ακόμα. Στη λίστα αυτή άνηκε μέχρι την 25η Μαρτίου 2017 και το Λούκυ Λουκ. Ώσπου μια ανακοίνωση στο fb ήρθε να επιβεβαιώσει το μύθο. Το τελευταίο πάρτι και μετά οι τίτλοι τέλους.
Λίγο πριν συμπληρώσει τα 40 χρόνια ζωής. Το Λούκυ Λουκ άνοιξε το 1978, όπως άλλωστε το μαρτυρά η ταμπέλα στην είσοδο του, από τον Δημήτρη Στεφανίδη, εξάδερφο του Νίκου Στεφανίδη, δημιουργού του Μύλου. Ένα μοναχικό καουμπόι της εποχής εκείνης που η πόλη του κόλλησε το παρατσούκλι με το οποίο ονόμασε το μπαρ του. Ένας χαρακτηριστικός τύπος της εποχής με βαριά φωνή και look που έγινε σημείο αναφοράς της εποχής. Από τη Γοργόπη του Κιλκίς, μετανάστης στο Ιράκ όπου δούλεψε ως εργάτης σε μια κατασκευαστική, έκανε ένα κομπόδεμα και γύρισε να ανοίξει ένα σαλούν. Βάζει darts στους τοίχους και οι πελάτες παίζουν βελάκια μέχρι το πρωί, βάζει τον κοσμοπολίτη Χάρη Θεοφράστου πίσω από τη μπάρα να βάζει για πρώτη φορά μεζούρες στα ποτά και να εισάγει τα blues στην πόλη.
Διαβάστε την συνέχεια στο parallaximag.gr