” Ανοίξτε χώρο σας παρακαλώ , τροχαίο ! Στην άκρη να περάσουμε. Γρήγορα ο άνθρωπος υποφέρει. Όχι κύριέ μου αυτόν τον ανελκυστήρα είναι για μας. Κάνε κουράγιο , κράτα γερά , όλα θα πάνε καλά .” Της έπιασε το χέρι σφιχτά λες και ήθελε να διαιρέσει τον πόνο της. Ύστερα της χάιδεψε τρυφερά το κεφάλι παίρνοντας με την παλάμη του στο πλάι , τα μαλλιά που έμπαιναν στα μάτια. Άνοιξε την πόρτα και έσυρε το φορείο μέσα στα επείγοντα. Αποχώρησε με πίσω βήματα κλείνοντας την πόρτα αργά σαν εκείνα τα αντίο που δε θελουμε να πούμε.
Κατέβηκε γρήγορα απ΄τις σκάλες στον πρώτο όροφο. Πρόωρος τοκετός. ” Καλέστε τον γιατρό να ετοιμάσει την αίθουσα , τί κοιτάτε ; Μη φοβάσαι συμβαίνει συχνά θα τα καταφέρεις” της είπε , σκουπίζοντας τον ιδρώτα από το μέτωπο . ” Σε λίγο θα σαι μανούλα” και αυτή γέλασε κλαίγοντας.
Στην είσοδο γρήγορα τον φώναξαν από το ηχείο. Σέρνοντας το φορείο επιδέξια σαν έμπειρος οδηγός έφτασε στην πόρτα. ” Άστον σε μένα ” είπε και τον πήρε αγκαλιά , τον ξάπλωσε ανάσκελα και έφυγε για το χειρουργείο.Καρδιακό επεισόδιο. ” Γερός φαίνεσαι , θα ζήσεις ” του λεγε προχωρώντας και ας μην έπαιρνε ούτε νεύμα απάντησης.
Το απόγευμα γύριζε συνήθως στο σπίτι κατάκοπος και άδειος. Είχε βέβαια να κουβαλήσει ψώνια , να πάρει τα παιδιά από τα φροντιστήρια , και με κάποιον ευρηματικό πάντα τρόπο να αμβλύνει την επιθετική συμπεριφορά της γυναίκας του , ώστε τα παιδιά να μην καταλάβουν τίποτα.
Τα σαββατοκύριακα αν έβρισκε λίγο χρόνο έβγαινε για καφέ με φίλους.
Ο αλκοολικός κολλητός του είχε ανάγκη από κάποια στήριξη και κυρίως από μια αποτοξίνωση ιδεών μιας και το ποτό δεν το εγκατέλειπε. Του την πρόσφερε ανιδιοτελώς.
Κυριακές επισκεπτόταν γονείς και πεθερικά.
Την Κυριακή εκείνη ο αδερφός της γυναίκας του έκανε μετακόμιση και πήγε να τον βοηθήσει. Στις σκάλες στραβοπάτησε και το πλυντήριο που κουβαλούσαν έπεσε πάνω στο καλάμι του. Το πόδι του πρήστηκε και κρέμασε από το γόνατο και κάτω σα μετέωρο κλαρί. Κάταγμα περόνης. Ο κουνιάδος του εκνευρισμένος του είπε ” που πατάς ρε γαμπρέ μαλάκα ” και συνέχισε τη μετακόμιση. Κουτσαίνοντας και με τάσεις εμετού ανέβηκε να ξαπλώσει στο κρεβάτι. Στο σπίτι κατέφθασαν η γυναίκα του , τα παιδιά , η οικογένεια του γαμπρού και τα πεθερικά. Τα παιδιά γελούσαν που ΄πεσε στις σκάλες. Η γυναίκα του τον ρώτησε τι ώρα θα φύγουν και τα πεθερικά συζητούσαν με τον γιο τους για το νέο σπίτι.
Την άλλη μέρα έφυγε με ταξί για το νοσοκομείο. Μπήκε στα επείγοντα ζητώντας τον ορθοπεδικό. Μετά από μία ώρα , ένας συνάδελφος τραυματιοφορέας τον ανέβασε στο φορείο για τον πάει στο χειρουργείο. Στη διαδρομή ο συνάδελφος, μιλούσε στο κινητό του, χτύπησε δυο – τρεις φορές στις γωνίες των διαδρόμων , αστειευόταν με νοσοκόμες και τέλος άνοιξε την πόρτα του χειρουργείου, τον έσπρωξε μέσα στην αίθουσα , γύρισε πλάτη και έφυγε σφυρίζοντας ανέμελα.
Το αναισθητικό πρόσφερε μια πρόσκαιρη ξεκούραση.
Ζωγραφιά: Βασίλης Γούδας
alexisgoudas.blogspot.gr