Εκδήλωση τιμής στον «γιό του Γράμμου» Γιώργο Γιαννούλη διοικητή της 102 Ταξιαρχίας του ΔΣΕ πραγματοποίησε την Κυριακή στο Επταχώρι Καστοριάς η Επιτροπή Περιοχής
Δυτικής Μακεδονίας του ΚΚΕ.
Συνθήματα όπως «Οι μαχητές του Γράμμου δεν λύγισαν ποτέ. Δόξα και τιμή στον ΔΣΕ» και «Ένας αιώνας αγώνας και θυσία το ΚΚΕ στην πρωτοπορία» αντήχησαν στην περιοχή ξυπνώντας μνήμες της ηρωικής εποποιίας του Δημοκρατικού Στρατού στον Γράμμο.
Ξεχωριστό τόνο έδωσαν τα πανό των οργανώσεων Δυτικής Μακεδονίας και Ιωαννίνων – Θεσπρωτίας στα οποία ήταν γραμμένα συνθήματα όπως «Δόξα και τιμή στον Γιώργο Γιαννούλη, διοικητή της 102ης Ταξιαρχίας του ΔΣΕ», «70 χρόνια ΔΣΕ. Αυτή είναι η ιστορία μας. Διδασκόμαστε», «Στον δρόμο του αγώνα που χάραξαν οι μαχητές και οι μαχήτριες του ΔΣΕ, συνεχίζουμε».
Η σεμνή εκδήλωση ξεκίνησε μέσα σε κλίμα συγκίνησης όταν αντιπροσωπεία του ΚΚΕ με επικεφαλής τονΚώστα Αβραμόπουλο μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ κατέθεσε μια ανθοδέσμη στην είσοδο του σπιτιού που γεννήθηκε και μεγάλωσε το ηρωικό ηγετικό στέλεχος του ΔΣΕ.
Ακολούθησε ομιλία από τη Θεανώ Καπέτη μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ στην πλατεία του Επταχωρίου, η οποία αναφέρθηκε στις μεγάλες μάχες του Γράμμου το 1948 και στην ηρωική δράση του Γιαννούλη.
Όπως είπε ανάμεσα σε άλλα «η εκτέλεση του Γιώργου Γιαννούλη ήταν άδικη, παίρνοντας υπόψη και το αγωνιστικό του παρελθόν. Η υποψία για συνεργασία με τον ταξικό εχθρό, που έγινε στην πράξη άτυπη κατηγορία, ήταν αβάσιμη.» Υπογράμισε επίσης ότι «ο Γιώργος Γιαννούλης έχει αποκατασταθεί στην πράξη και στην κομματική συνείδηση εδώ και πολλά χρόνια ως άξιο μέλος του ΚΚΕ.» (Παρακάτω ολόκληρη η ομιλία)
Στην εκδήλωση παραβρέθηκαν αντιπροσωπεία του ΚΚΕ με τα μέλη του ΠΓ του κόμματος Δημήτρη Γόντικα, Θεοδόση Κωνσταντινίδη και Κώστα Αβραμόπουλο, καθώς και η Διαμάντω Μανωλάκου και ο Σάκης Βαρδαλής,μέλη της ΚΕ και βουλευτές του Κόμματος.
Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με μετάβαση στη Λυκόραχη. Οι συγκεντρωμένοι με πορεία ανέβηκαν μέχρι το μνημείο του ΔΣΕ. Εκεί, ο Θανάσης Λεκάτης, μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του «Ριζοσπάστη» αναφέρθηκε στο ιστορικό των μαχών στο Γράμμο, ενώ ακολούθησε κατάθεση στεφάνων. Εκ μέρους της ΚΕ του ΚΚΕ στεφάνι κατέθεσε ο Κώστας Αβραμόπουλος μέλος του ΠΓ του Κόμματος. Στεφάνια κατέθεσαν επίσης εκπρόσωποι της ΕΠ Δυτικής Μακεδονίας και της ΤΟ Ιωαννίνων – Θεσπρωτίας του Κόμματος. Εκ μέρους της ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ ο υπολοχαγός του ΔΣ Βασίλης Σβολιαντόπουλος και ο λοχαγός του ΔΣΕ Δημήτρης Παπαθανασίου.
Στην ομιλία της η Θεανώ Καπέτη, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ ανέφερε:
«Φίλες και φίλοι, σ/φισσες και σ/φοι,
Βαδίζοντας προς τη συμπλήρωση των 100 χρόνων ζωής του Κόμματός μας, και με αφορμή τα 70 χρόνια από την ίδρυση του ΔΣΕ το 1946, είμαστε εδώ σήμερα αντιπροσωπείες της ΚΟ Δυτικής Μακεδονίας του ΚΚΕ, της ΚΝΕ και της ΚΕ του ΚΚΕ για να τιμήσουμε το Επταχώρι και τα χωριά της περιοχής, τους ηρωικούς αγώνες των κατοίκων τους και τη μεγάλη τους προσφορά στην τρίχρονη αυτή εποποιία. Εδώ στη Βόρεια Πίνδο, στο θρυλικό Γράμμο που υπήρξε το κέντρο των πολεμικών συγκρούσεων της μεγάλης ταξικής αναμέτρησης και της ελεύθερης Ελλάδας. Πιο ιδιαίτερα να τιμήσουμε τον Γιώργο Γιαννούλη, μια από τις βασικές μορφές της στρατιωτικής ηγεσίας του ΔΣΕ και του ΕΛΑΣ.
Να αποδώσουμε φόρο τιμής σε όλους τους αγωνιστές του χωριού σας που συσπειρώθηκαν στις γραμμές του ΔΣΕ και ιδιαίτερα αυτούς που έδωσαν τη ζωή τους, όπως ο Δημήτρης Κατσούκης, ο Αθανάσιος Τζιούκρας, ο Ανδρέας Κοτσιώνης, ο Δημήτριος Φέκας, ο Αργύρης Σερδένης, ο Θωμάς Τσιουμάνης, ο Κων/νος Λουλάκης, τα αδέλφια Γιαννούλα και Αθανάσιος Δόσας, Ο Δημήτρης Λούδας, ο Αργύρης Τσιούμαρης, ο Ματθαίος Μπάζμπας, ο Αργύρης Μάνθος, ο Βασίλης Σιώμος, ο Ιωάννης Σερδένης, ο Αθανάσιος Τσιούμαρης, τα αδέλφια Χαρίκλεια και Γιώργος Γαλάνης, ο Κώστας Καρανάσιος.
Εβδομήντα χρόνια μετά την ίδρυση του ΔΣΕ και 67 χρόνια μετά τη λήξη του εμφύλιου πολέμου, οι εργαζόμενοι, οι αυταπασχολούμενοι, οι νέοι και οι γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων, βρίσκονται μπροστά στα ίδια μεγάλα προβλήματα όπως και τότε: φτώχεια, ανεργία, αφαίμαξη κι αυτού του όποιου μικρού εισοδήματος μπορεί να εξασφαλίσει η λαϊκή οικογένεια, με την απειλή της γενίκευσης του ιμπεριαλιστικού πολέμου στην περιοχή μας. Βρίσκονται μπροστά σε νέα μεγάλα διλήμματα. Θα συνεχίσουν να δέχονται μοιρολατρικά την όλο και πιο βάρβαρη πολιτική που τους μαραζώνει τη ζωή, με τη δικαιολογία ότι τίποτα δεν αλλάζει και την επιλογή του μικρότερου κάθε φορά κακού ή θα πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους δείχνοντας εμπιστοσύνη στην αστείρευτη δύναμη που έχει ο λαός, όταν αποφασίσει να ανατρέψει τους μεγαλοκαρχαρίες και να ορίσει τα πράγματα σύμφωνα με τις δικές του ανάγκες;
Όλα αυτά τα χρόνια ξοδεύτηκε πολύ μελάνι από τα διάφορα επιτελεία της άρχουσας τάξης για τα συμπεράσματα και τα διδάγματα που βγαίνουν από τον “αδελφοκτόνο πόλεμο” όπως τον αποκαλούν κάποια απ’αυτά ή τον “συμμοριτοπόλεμο” κάποια άλλα. Φυσικά η αστική τάξη, ως η τάξη που έχει στα χέρια της την εξουσία, αναδεικνύει συμπεράσματα από τη σκοπιά των δικών της συμφερόντων, γράφει και αναπαράγει τα ιστορικά γεγονότα κατά πώς τη βολεύουν, επιστρατεύοντας βέβαια και την επιστήμη, η οποία -όσο κι αν κάποιοι θέλουν να μας πείσουν για το αντίθετο- δεν είναι ουδέτερη σε καμιά εκμεταλλευτική κοινωνία, αλλά παίρνει θέση είτε υπέρ αυτών που έχουν την εξουσία είτε υπέρ των εκμεταλλευόμενων.
Με τέτοιο πρίσμα πρέπει να βλέπουμε και να κρίνουμε όλα αυτά που γράφονται και ακούγονται για την περίοδο ’46-’49 και για τον ηρωικό αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας.
Έτσι λοιπόν, η ένοπλη αυτή αναμέτρηση δεν ήταν πόλεμος ανάμεσα σε αδέλφια, που προκλήθηκε από το ΚΚΕ, όπως ισχυρίζονται τα αστικά κόμματα, ούτε εμφύλιος πόλεμος για τον οποίο ευθύνονται και οι δύο πλευρές, όπως πονηρά ισχυρίζονται αστοί επιστήμονες, που δήθεν ανακάλυψαν μια πιο ουδέτερη ματιά, η οποία όμως δεν μπορεί να ξεφύγει από τα όρια του αντικομμουνισμού.
Ο καθένας και η καθεμιά που θέλει να μάθει την αλήθεια για τις αιτίες του εμφύλιου πολέμου, οφείλει να δει τι προηγήθηκε. Μετά την απελευθέρωση της χώρας από την τριπλή κατοχή -ιταλική, γερμανική, βουλγάρικη- ποια ήταν η αντιμετώπιση όλων αυτών που πρωτοστάτησαν στο διώξιμο των κατακτητών, που πάλεψαν επί 4 χρόνια χωρίς σταματημό για να απελευθερωθεί μια ώρα αρχύτερα η Ελλάδα από την ξένη κατοχή;
Χιλιάδες ΕΑΜίτες και ΕΛΑΣίτες υπέστησαν διώξεις, άλλοι αναγκάστηκαν να βγουν στα βουνά και άλλοι να πάρουν το δρόμο της πολιτικής προσφυγιάς, για να σωθούν. Οι ταγματασφαλίτες, οι χίτες και όλες οι οργανώσεις των δοσίλογων, όχι μόνο αθωώθηκαν αλλά ενσωματώθηκαν και αξιοποιήθηκαν από τους μηχανισμούς του κράτους ενάντια στο ΕΑΜικό κίνημα και τους κομμουνιστές. Οι κομμουνιστές και κομμουνίστριες ήταν η βασική μάζα των διωκομένων, παρά το γεγονός ότι είχε προηγηθεί ο αδικαιολόγητος συμβιβασμός με τη συμφωνία της Βάρκιζας και λίγο πιο πριν με τις συμφωνίες του Λιβάνου και της Καζέρτας. Δεκατρείς μήνες μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, ο απολογισμός ήταν χιλιάδες δολοφονίες, τραυματισμοί, βασανισμοί, συλλήψεις, λεηλασίες και φυλακίσεις, απόπειρες φόνου και βιασμοί γυναικών.
Αυτά δεν επιβεβαιώνονται και από την περιοχή και το χωριό σας; Οι ίδιοι που πρωτοστάτησαν στην απελευθέρωση της περιοχής από τους Γερμανούς, όπως ο Γιαννούλης, δεν ήταν και οι πρώτοι που διώχτηκαν αμέσως μετά την απελευθέρωση; Τι έπρεπε λοιπόν να κάνουν; Να υποταχθούν ή να οργανώσουν την πάλη και την αντεπίθεση του λαϊκού κινήματος; Επέλεξαν -και σωστά – το δεύτερο δρόμο.
Ο Δημοκρατικός Στρατός λοιπόν γεννήθηκε από τις ασυμφιλίωτες ταξικές αντιθέσεις στην Ελλάδα. Ο εμφύλιος του ’46-’49 ανέδειξε καθαρά δύο απολύτως εχθρικά στρατόπεδα μεταξύ τους: Από την μια μεριά ήταν οι λαϊκοί αγωνιστές, που εξέφραζαν τα συμφέροντα της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού, από την άλλη ήταν ο αστικός εθνικός στρατός, η αστική τάξη και το κράτος της και οι ιμπεριαλιστές σύμμαχοί τους, η Μεγάλη Βρετανία και στη συνέχεια οι ΗΠΑ.
Ο αντίπαλος ήξερε καλά ότι το ΚΚΕ παρά τα λάθη στρατηγικού χαρακτήρα δεν ήταν διατεθειμένο να ντροπιάσει το κίνημα της εθνικής αντίστασης, δεν ήταν διατεθειμένο να το βάλουν στο χέρι.
Η αστική τάξη λόγω της στάσης της στην περίοδο της τριπλής κατοχής είχε χάσει τα ερείσματά της στο λαό, δεν μπορούσε να τον χειραγωγήσει. Είναι γνωστό ότι ένα τμήμα της συνεργάστηκε με τους κατακτητές, ένα άλλο επέλεξε να φύγει από τη χώρα, ενώ ένα τρίτο απείχε από τον απελευθερωτικό αγώνα. Αντίθετα, το ΚΚΕ, ως καρδιά του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, της λαϊκής ένοπλης πάλης στα χρόνια της Κατοχής, είχε κερδίσει το μεγαλύτερο τμήμα του λαού. Αντικειμενικά, είχε αλλάξει ο συσχετισμός ανάμεσα στις δύο βασικές αντίπαλες τάξεις, την αστική τάξη και την εργατική μαζί με τα λαϊκά στρώματα.
Αυτός ο συσχετισμός δεν άλλαξε ούτε μετά την απαράδεκτη Συμφωνία της Βάρκιζας που στόχευε στο μονομερή αφοπλισμό και τη διάλυση του ΕΑΜμικού κινήματος, μετά και την ήττα που υπέστη στο Δεκέμβρη του ’44. Και παρά την προσπάθεια που έγινε για την ανασυγκρότηση του αστικού κράτους, χάρη στη σημαντική στήριξη της Μεγάλης Βρετανίας.
Ο λαός την περίοδο της τριπλής κατοχής αγωνίστηκε για να απαλλαγεί η χώρα από τη ξένη κατοχή και να εξασφαλίσει μετά μια ομαλή δημοκρατική μετάβαση, την οποία βέβαια επιθυμούσε χωρίς να υπολογίζει τους σχεδιασμούς των ιμπεριαλιστών και της ντόπιας άρχουσας τάξης. Σ’αυτό βέβαια κύρια ευθύνη είχε και το ΚΚΕ και το ΕΑΜ. Δεν πάλεψαν εδώ οι κάτοικοι του Γράμμου για να δουν τους μαυραγορίτες και τους δοσίλογους να κάνουν κουμάντο στην περιοχή. Δεν πάλεψαν για να εγκαταλείψουν τα χωριά τους και να εκδιωχθούν αναγκαστικά μετά από δύο χρόνια. Το όνειρό τους ήταν να μείνουν στον τόπο τους, να εργαστούν και να αναπτύξουν τον πλούτο της περιοχής, την κτηνοτροφία και την αγροτική παραγωγή, την ξυλεία, την μαστορική τέχνη. Όταν είδαν ότι αυτό δε γίνεται, δεν κάτσανε με σταυρωμένα τα χέρια, αλλά ξαναρίχτηκαν στη μάχη, αυτή τη φορά μέσα από τις γραμμές του ΔΣ.
Αντικειμενικά λοιπόν μετά την απελευθέρωση οξύνθηκε η σκληρή ταξική ένοπλη αναμέτρηση που είτε θα οδηγούσε στην ανατροπή της αστικής εξουσίας, με απομόνωση και των ξένων στηριγμάτων της, είτε στην ήττα των λαϊκών δυνάμεων, στην απομόνωση του ΚΚΕ και στην επανασταθεροποίηση της αστικής εξουσίας.
Για όλους τους παραπάνω λόγους είναι τελείως αβάσιμος ο ισχυρισμός, που μέχρι και σήμερα προβάλλεται, ότι αν είχε τηρήσει και η αστική πλευρά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, θα μπορούσε να υπάρξει στην Ελλάδα ομαλή δημοκρατική εξέλιξη.
Το ίδιο αβάσιμος και εκ του πονηρού είναι και ο ισχυρισμός ότι το ΚΚΕ και ο λαός θα είχαν όφελος, εάν το ΕΑΜ έπαιρνε μέρος στις βουλευτικές εκλογές της 31ης Μάρτη 1946. Αν το ΕΑΜ έπαιρνε μέρος στις νόθες εκλογές θα ήταν σαν να αποδεχόταν το όργιο τρομοκρατίας και θα καλλιεργούσε αυταπάτες ότι με τις εκλογές θα ανατρεπόταν ο στόχος των ντόπιων και ξένων καπιταλιστικών δυνάμεων να τσακίσουν το ΚΚΕ και το ΕΑΜ.
Όσοι διαφωνούν με τον αγώνα του ΔΣΕ έχουν έναν κοινό στόχο: Η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα να μείνουν ανήμπορα μπροστά στις συνέπειες της σαπίλας και της βαρβαρότητας του καπιταλισμού, ή να αρκεστούν στην αδιέξοδη πάλη της δήθεν “διόρθωσής” του. Επιδιώκουν να χτυπήσουν την ταξική πάλη σήμερα, προκειμένου να περάσει δίχως κινδύνους για την καπιταλιστική εξουσία η στρατηγική του κεφαλαίου, η διαιώνιση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Δεν είναι τυχαίο ότι αυτοί που, σήμερα, μιλάνε για “αδελφοκτόνο” αγώνα είναι αυτοί που θέλουν το λαό στο περιθώριο, να δέχεται καρτερικά τα αποτελέσματα της βάρβαρης πολιτικής που του τσακίζει κάθε δικαίωμα στη ζωή και την εργασία, για να αυξάνονται και να αβγατίζουν τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων. Είναι εκείνοι που συσκοτίζουν τις αιτίες της οικονομικής κρίσης, συγκαλύπτουν ότι η πολιτική των μνημονίων είναι η τυπική διέξοδος από την κρίση σε βάρος του λαού και υπέρ του κεφαλαίου. Είναι αυτοί που έχουν ευθύνη για τις εστίες των ιμπεριαλιστικών πολέμων στην περιοχή μας και αλλού. Όλοι αυτοί που βλέπουν ότι τα πράγματα εξελίσσονται όλο και χειρότερα και στο επίπεδο της οικονομίας και στο αστικό πολιτικό σύστημα, σε εθνικό, ευρωπαϊκό, παγκόσμιο επίπεδο, ξέρουν ότι η καπιταλιστική οικονομική κρίση και ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος αναπόφευκτα θα οδηγήσουν σε αμφισβήτηση της εξουσίας τους από το λαό. Γι’αυτό και συκοφαντούν τον αγώνα του ΔΣΕ.
Είναι όλοι αυτοί που καλλιεργούν στο λαό ότι με την ανάθεση και με μια απλή εναλλαγή αστικών κομμάτων στην κυβέρνηση κάθε 4 χρόνια θα λύνονται τα προβλήματα και τα αδιέξοδά του.
Σκεφτείτε για παράδειγμα όταν λίγα χρόνια πριν κάποιοι μας ζητούσαν να “βάλουμε νερό στο κρασί μας”, να “στηρίξουμε” με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το ΣΥΡΙΖΑ μήπως και κάτι κάνει, μήπως εξασφαλίσει κάποια ανακούφιση στα λαϊκά στρώματα από το βάρος των βάρβαρων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων που μας πλασαρίστηκαν ως μνημόνια διεξόδου από την κρίση.
Αν το ΚΚΕ κάτω από την πίεση αυτών των προτροπών, υποχωρούσε, πώς θα ήταν τα πράγματα σήμερα; Θα ήταν χειρότερα, η απογοήτευση θα ήταν καθολική, δεν θα υπήρχε ούτε ένα εφαλτήριο για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος και την διαμόρφωση ισχυρής Λαϊκής Συμμαχίας.
Οφείλουμε να πάρουμε υπόψη την τεράστια πείρα που υπάρχει από όλον τον κόσμο στον 20ο αιώνα. Όποτε ΚΚ πήραν μέρος σε δήθεν αριστερές κυβερνήσεις διαχείρισης του καπιταλισμού συνέβαλαν τελικά και τα ίδια στο σφαγιασμό των δικαιωμάτων των λαών, καλλιέργησαν πρόσκαιρες ελπίδες και ψεύτικες προσδοκίες και οδήγησαν τελικά σε τεράστια απογοήτευση τον κόσμο, σε οπισθοχώρηση το εργατικό κίνημα, σε συντηρητικοποίηση των λαϊκών δυνάμεων, μέχρι και ακραία αντιδραστικοποίησή τους.
Ο τρίχρονος λοιπόν αγώνας του ΔΣΕ υπήρξε δίκαιος, γι’αυτό και αναγκαίος.
Εξέφραζε τα συμφέροντα της συντριπτικής πλειονότητας του πληθυσμού ενάντια στα συμφέροντα των εκμεταλλευτών και καταπιεστών της. Εξέφραζε τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, της εξαθλιωμένης αγροτιάς και των φτωχών αυτοαπασχολούμενων στρωμάτων των πόλεων. Η αστική κρατική εξουσία γνώρισε τότε τον μεγαλύτερο κίνδυνο για την ίδια την ύπαρξή της.
Είμαστε περήφανοι γιατί το Κόμμα μας μετά την εποποιία της ΕΑΜικής Αντίστασης δεν υποτάχτηκε, αλλά συνέχισε τον αγώνα σε ακόμα πιο αντίξοες συνθήκες και με άνισους όρους. Χιλιάδες κομμουνιστές και κομμουνίστριες, άλλοι νέοι και νέες της υπαίθρου, που εμπνεύστηκαν από τους αγώνες των κομμουνιστών, δώσανε ό,τι είχαν και δεν είχαν για να πάρει σάρκα και οστά η εποποιία του ΔΣΕ, πολεμώντας και περπατώντας μερόνυχτα, συχνά δίχως τροφή, πολλοί και ξυπόλητοι, στους πάγους και τις θύελλες. Υποκλινόμαστε στο μεγαλείο και την αυτοθυσία όλων αυτών, ιδιαίτερα των δεκάδων χιλιάδων νεκρών μαχητών και μαχητριών.
Ο ΔΣΕ ήταν στρατός λαϊκός. Στηρίχτηκε στην οργανωτική-πολεμική πείρα του αγώνα του ΕΛΑΣ στην κατοχή. Τεράστια δύναμη του έδωσαν οι δεσμοί του με το λαό, ιδιαίτερα στις περιοχές της Ελεύθερης Ελλάδας. Ο φτωχόκοσμος ήταν που τροφοδότησε το ΔΣΕ, καταρχήν με έμψυχο δυναμικό και με κάθε είδους βοήθεια: τροφή, ρουχισμό, βοήθεια στην κατασκευή των οχυρωμάτων, στη συγκέντρωση πληροφοριών, στην οργάνωση της Λαϊκής Πολιτοφυλακής. Εντυπωσιακή είναι η συμμετοχή των γυναικών η οποία έφτασε στο ¼ των δυνάμεών του, στις περισσότερες περιπτώσεις νέες κοπέλες 15 και 20 χρόνων. Ο ΔΣΕ εξύψωσε την εργάτρια και την κοπέλα του χωριού σε πρωταγωνίστρια των πολιτικών εξελίξεων, που άνοιγε το δρόμο για μια καλύτερη ζωή. Η γυναίκα στον ΔΣΕ αποδείχθηκε ισάξια με τον άνδρα συναγωνιστή της.
Στο ΔΣΕ και στους λαογέννητους θεσμούς που ίδρυσε για να οργανώσει τη ζωή στις απελευθερωμένες περιοχές βρήκαν το συμπαραστάτη με τη δύναμη του οποίου αντιμετωπίστηκαν μια σειρά λαϊκά προβλήματα, όπως η προστασία των παιδιών τους με τη σωτηρία τους από τους βομβαρδισμούς, τη μόρφωσή τους με την ίδρυση σχολείων. Γι’ αυτούς τους λόγους, το αστικό κράτος προχώρησε στην αναγκαστική μετακίνηση εκατοντάδων χιλιάδων από τα χωριά τους, εκείνους που με θράσος ονόμασε “ανταρτόπληκτους”, προκειμένου να απομονωθεί ο ΔΣΕ από βασικές πηγές της δύναμής του.
Σε αντίθεση με τον αστικό στρατό, χαρακτηριστικό γνώρισμα του ΔΣΕ ήταν ο αγώνας του για το δίκιο του λαού, η αυταπάρνηση και η συνειδητή πειθαρχία. Συνδύαζε τη μαχητική εφαρμογή των διαταγών με τη δημοκρατία των συνελεύσεων σε διάφορες βαθμίδες του, όπου ασκούνταν κριτική των κατώτερων ιεραρχικά προς τους ανώτερους και αντιστρόφως, γινόταν εκτίμηση των πολεμικών επιχειρήσεων με πνεύμα αυτοκριτικής στάσης.
Ο αγώνας του ΔΣΕ δόθηκε από ένα σημείο και μετά σε εξαιρετικά άνισες συνθήκες, γεγονός που καθιστά ακόμα μεγαλύτερη την ηθική και πολιτική αξία και την κληρονομιά που άφησε αυτή στο ΚΚΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην τελευταία μάχη του Γράμμου, ο ΔΣΕ παρέταξε περίπου 12.500 μαχητές και μαχήτριες με ελαφρύ οπλισμό, ενώ ο κυβερνητικός στρατός υπολογίζεται ότι παρέταξε πάνω από 100.000 άνδρες, διαθέτοντας ακόμα 120 πυροβόλα, πολλά θωρακισμένα και το σύνολο της αεροπορίας.
Αγαπητές φίλες και φίλοι,
Το ΚΚΕ δεν κρύβει τις δικές του αδυναμίες που επέδρασαν αρνητικά στην έκβαση της πάλης του ΔΣΕ. Είναι άστοχο και αποπροσανατολιστικό να ισχυρίζεται κανείς ότι όλα τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν και τα λάθη που έγιναν ήταν αντικειμενικά. Ο εξωραϊσμός δεν βοηθάει πουθενά, ιδιαίτερα όταν χρειάζεται κανείς να διδαχτεί ώστε οι σύγχρονες αναμετρήσεις να οδηγήσουν σε νικηφόρο αποτέλεσμα για την εργατική τάξη και τους συμμάχους της.
Έτσι, για παράδειγμα οι ταλαντεύσεις στη γενίκευση της ένοπλης πάλης τον πρώτο χρόνο, η στρατηγική της αξιοποίησης της ένοπλης πάλης ως μέσο πίεσης στην κυβέρνηση για ομαλό εκδημοκρατισμό του τόπου, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην αρνητική εξέλιξη του αγώνα. Σ’αυτές τις ταλαντεύσεις συνέβαλε και η στάση των αδελφών ΚΚ.
Όταν η ΚΕ του Κόμματος αποφάσισε στα τέλη του ’47 να γενικευτεί ο ένοπλος αγώνας και να επιστρατευτούν όλες οι κομματικές δυνάμεις των αστικών κέντρων στο ΔΣ είχε χαθεί πολύτιμος και χρήσιμος χρόνος, αφού πολλοί κομμουνιστές ήδη είχαν συλληφθεί, φυλακιστεί και είχαν σταλεί στην εξορία. Το πρόβλημα των εφεδρειών αναδείχτηκε ως κύριο. Σ’αυτό συνέβαλε και η υποχρεωτική μετακίνηση των κατοίκων των χωριών.
Φίλες και φίλοι,
Ανάμεσα στους εκατοντάδες στρατιωτικούς ηγέτες που ανέδειξε ο ΔΣΕ ήταν και ο συγχωριανός σας Γ. Γιαννούλης.
Ο Γιώργος Γιαννούλης είναι γέννημα-θρέμμα της περιοχής του Γράμμου. Γεννήθηκε το 1915 στο Επταχώρι Καστοριάς, ένα από τα πιο σημαντικά κεφαλοχώρια του Γράμμου. Στο Επταχώρι τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο και επειδή ήταν άριστος μαθητής ο πατέρας του ο μπαρμπα- Κώστας κάνοντας πολλές θυσίες, τον έστειλε στο Γυμνάσιο στο Τσοτύλι, για να συνεχίσει το σχολείο. Τέλειωσε το Γυμνάσιο με Άριστα το 1934 και το 1935 μπαίνει στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Την ίδια χρονιά γίνεται μέλος του ΚΚΕ. Ως φοιτητής δουλεύει σαν υπάλληλος-γραφιάς στο δικηγορικό γραφείο του Φίλιππα Δραγούμη. Το 1938 πήρε το δίπλωμά του και πηγαίνει στο στρατό, στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών στη Σύρο, όπου διακρίθηκε ανάμεσα στους δόκιμους συμφοιτητές του για τις στρατιωτικές του ικανότητες. Τελειώνοντας τις σπουδές του στη σχολή τον κρατάνε για εκπαιδευτή της καινούργιας σειράς εφέδρων αξιωματικών.
Μέσα στη σχολή ο Γιαννούλης έγινε μέλος της οργάνωσης αντιφασιστικού μετώπου των αξιωματικών της σχολής. Στη διάρκεια των χρόνων που ήταν στη Σχολή μιλούσε συνεχώς για το μόχθο των ανθρώπων στα κατσάβραχα του Γράμμου, τη φτώχεια και τις στερήσεις των κατοίκων του σε αντιπαράθεση με τα πλούτη και τη χλιδή που υπήρχαν αλλού.
Το 1940 όταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος ο Γιαννούλης είναι διμοιρίτης στο αλβανικό μέτωπο, όπου και τραυματίστηκε. Μόλις εμφανίστηκαν οι πρώτες αντάρτικες ομάδες του ΕΛΑΣ ο Γιαννούλης συνέβαλε να ξεσηκωθούν τα Καστανοχώρια και τα Πευκοχώρια να πολεμήσουν ενάντια στους κατακτητές. Τον ακολουθούν στο ξεσήκωμα η Ζούζουλη, το Επταχώρι, η Χρυσή, το Πεύκο, η Κυψέλη και άλλα χωριά. Τον Γενάρη του 1943 τοποθετείται μέλος της Διοίκησης του Υπαρχηγείου Γράμμου του ΕΛΑΣ. Του ανατέθηκε να οργανώσει την εκστρατεία των πρώτων συγκροτημάτων του ΕΛΑΣ του Γράμμου. Τον χαρακτήριζε το πνεύμα της πρωτοβουλίας, της κίνησης και της δράσης. Πάντα επιτίθονταν και ήταν ενάντια στη στατικότητα και την άμυνα.
Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, την περίοδο της Λευκής τρομοκρατίας, ο Γιαννούλης όπως και άλλοι κομμουνιστές κατέφυγε στο Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας. Εκεί το καλοκαίρι του ’46 του δίνεται η εντολή από το Κόμμα να οργανώσει τις πρώτες ομάδες ανταρτών στο Γράμμο. Έγινε ένας από τους θαυμάσιους αξιωματικούς του ΔΣΕ και πήρε το βαθμό του Αντισυνταγματάρχη. Το 1947 ήταν στη Διοίκηση του Αρχηγείου Κεντρικής-Δυτικής Μακεδονίας. Στη συνέχεια το 1948 αναλαμβάνει διοικητής της 102 Ταξιαρχίας η οποία ανήκε στην 670 μονάδα που υπαγόταν άμεσα στο Γενικό Αρχηγείο. Ως αξιωματικός στην περιοχή πήρε μέρος σε πολλές μάχες τα 2 αυτά χρόνια.
Στις 14 Ιουνίου 1948 ξεκίνησε στη Βόρεια Πίνδο εδώ στα βουνά της περιοχής, η μεγάλη μάχη του Γράμμου, που έμελλε να κρατήσει σχεδόν 70 μέρες ως τις 20 προς 21η Αυγούστου, οπότε και πραγματοποιήθηκε ο περίφημος ελιγμός των δυνάμεων του ΔΣ στο Βίτσι. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε διάρκεια και σκληρότερο πολεμικά γεγονός σε όλη τη διάρκεια της τρίχρονης αναμέτρησης. Γεγονός που διέψευσε παταγωδώς τους συνεχώς επαναλαμβανόμενους ισχυρισμούς της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας που υποστήριζε ότι ο αντίπαλος της δεν ήταν παρά μια “συμμορία κατσαπλιάδων”, ένα άθροισμα ατόμων που μάχονταν χωρίς αξίες, άβουλα και απρόθυμα, που πήγαιναν σαν πρόβατα στη σφαγή δήθεν υπό το κράτος της απειλής των ανώτερων αξιωματικών του ΔΣ. Τα αντίπαλα στρατόπεδα προετοιμάζονταν καιρό για αυτή τη μεγάλη μάχη και καθόρισαν τις στρατιωτικές τους επιδιώξεις.
Η βασική επιδίωξη του ΔΣΕ ήταν:
- Να δεσμεύσει και να φθείρει τις κύριες δυνάμεις του κυβερνητικού στρατού στη Βόρεια Πίνδο.
- Να δώσει έτσι τη δυνατότητα στις δυνάμεις του ΔΣΕ που δρούσαν στη Θεσσαλία, στη Ρούμελη, την Πελοπόννησο και την Ήπειρο να αναπτύξουν τις δυνάμεις τους και να δημιουργήσουν καταστάσεις πιο απειλητικές για τον αντίπαλο από αυτήν που αντιμετώπιζε στο Γράμμο.
- Να διατηρήσει τις κύριες δυνάμεις του ΔΣΕ που δρούσαν στο Σμόλικα-Γράμμο αξιόμαχες.
Από την άλλη η εγχώρια στρατιωτικοπολιτική ηγεσία με τους ξένους συμμάχους της οργανώθηκε για τη μάχη με στόχο την οριστική συντριβή του ΔΣ. Εκπόνησε το “Σχέδιο Κορωνίς” το οποίο δήλωνε ακριβώς την κορωνίδα της νίκης, το επιστέγασμα που θα ερχόταν μετά τη χαραυγή της, ονομασία που δόθηκε στο σχέδιο επιχειρήσεων στη Ρούμελη, δύο μήνες νωρίτερα, τον Απρίλιο και Μάιο του 1948. Ωστόσο ούτε η χαραυγή, ούτε η κορωνίδα έγιναν πραγματικότητα. Με βάση το σχέδιο Κορωνίς θα κινούνταν οι κύριες δυνάμεις από περιοχή Νεστορίου και Κόνιτσας με στόχο να καταληφθεί η γραμμή κατά μήκος των συνόρων. Στη συνέχεια να επεκταθεί η κατοχή στο ορεινό συγκρότημα Γράμμος-Σμόλικας-Ζαγόρια επιδιώκοντας τη συντριβή των δυνάμεων του ΔΣ. Το σχέδιο σκόνταψε στον ηρωισμό και τη μαχητικότητα των υπερασπιστών του Γράμμου και τροποποιήθηκε αρκετές φορές στη διάρκεια των 70 ημερών.
Επρόκειτο επί της ουσίας για μια μάχη μεταξύ Δαβίδ και Γολιάθ. Οι δυνάμεις του ΔΣ απαρτίζονταν από το Αρχηγείο Δυτικής Μακεδονίας που επιχείρησε στο Βόρειο Γράμμο (ανατολική πλευρά, βόρειος Γράμμος και κοιλάδα του Αλιάκμονα) με δύναμη κοντά στους 4.000 μαχητές και από την 670 μονάδα που επιχειρούσε στο Νότιο Γράμμο (κοιλάδα Σαραντάπορου, Σμόλικας κλπ) με δύναμη κοντά στους 3.000 μαχητές. Εδώ υπάγονταν και η 102η ταξιαρχία με διοικητή τον Γ. Γιαννούλη. Το άθροισμα των μάχιμων δυνάμεων ανερχόταν έτσι κοντά σε 7.000 μαχητές. Από την άλλη πλευρά, διατέθηκαν 6 μεραρχίες πεζικού, ενώ το σύνολο των μάχιμων δυνάμεων έφθανε τους 70.000 άνδρες.
Ο συσχετισμός δυνάμεων διαμορφώθηκε σε 1 προς 10 σε έμψυχο υλικό και 1 προς 50 στα μέσα. Σε ένα μέτωπο έκτασης περισσότερο των 100 χιλιομέτρων αναλογούσαν, στην καλύτερη περίπτωση, 100 μαχητές για κάθε χιλιόμετρο. Αυτό ήταν και το καθοριστικό στο ρήγμα που πέτυχε ο κυβερνητικός στρατός στον Τάλιαρο, απέναντι από το Επταχώρι, για να προωθήσει τις θέσεις του και αφού είχε ήδη τροποποιηθεί το επιχειρησιακό του σχέδιο. Μετά από σκληρές συγκρούσεις μέρα και νύχτα με υπέρτερες δυνάμεις, αποφασίστηκε στις 18 Αυγούστου η αποχώρηση από το Γράμμο που υλοποιήθηκε με τον ελιγμό στις 20-21 Αυγούστου από την περιοχή Φούσια-Μονόπυλο-Σλημνίτσα, οπότε και πέρασαν 8.000 άνδρες του ΔΣΕ στο Βίτσι.
Σ’αυτές ακριβώς τις συνθήκες, των σκληρών μαχών, τις ώρες του ελιγμού -και με βάση τους νόμους και τους κανόνες που ισχύουν στον πόλεμο- πάρθηκε και υλοποιήθηκε η άδικη απόφαση για τον Γιώργο Γιαννούλη.
Στις 4 Σεπτέμβρη 1948 κοινοποιήθηκε στους αξιωματικούς και τους μαχητές του ΔΣΕ διαταγή με υπογραφή του Μάρκου Βαφειάδη, με την οποία γνωστοποιούνταν η εκτέλεση του Γιώργου Γιαννούλη. Η σχετική ανακοίνωση που βρίσκεται στο Αρχείο του ΚΚΕ ήταν η ακόλουθη:
“Το Γενικό Αρχηγείο ανακοινώνει σε όλους τους μαχητές, Υπαξιωματικούς και Αξιωματικούς του ΔΣΕ τα παρακάτω: Στις 20 Αυγούστου 1948, δικάστηκε από το στρατοδικείο της 670 Μονάδας σε θάνατο και εκτελέστηκε ο πρώην Αντισυνταγματάρχης Πεζικού του ΔΣΕ Γεώργιος Γιαννούλης. Ο Γεώργιος Γιαννούλης είναι ο άμεσος υπεύθυνος για τον αιφνιδιασμό και την απώλεια του Κάμενικ, για την απώλεια του Γκόλιο, επίσης και για την απώλεια της Μπάτρας που το πράγμα αυτό μας ανάγκασε να κάνουμε αναδιάταξη όλων των δυνάμεων μας στο Γράμμο. Ο Γιαννούλης φέρνει μεγάλη στρατιωτική ευθύνη για τις απώλειες αυτές και γι’αυτό καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε. Ο Γιαννούλης παραδέχτηκε μπροστά στο Στρατοδικείο την ευθύνη του. Ο ΔΣΕ πολλές φορές βοήθησε το Γιαννούλη για να διορθώσει τις αδυναμίες του, αυτός όμως συνέχισε τα λάθη του και έφτασε μέχρι τις παραπάνω πράξεις που αποτελούν πραγματική προδοσία. Στο ΔΣ κάθε στέλεχος και μαχητής του ευθύνεται για όλες τις πράξεις του και δίνει λόγο γι’αυτές. Κάθε παράλειψη ή μη εφαρμογή διαταγής τιμωρείται σύμφωνα με τους Νόμους μας. Αυτό ισχύει για όλους, απ’τα πάνω ως τα κάτω. Ο ΔΣΕ δεν μπορεί να ανεχτεί και δεν θα ανεχτεί παραλείψεις του καθήκοντος, μη εκτέλεση Διαταγής, αιφνιδιασμούς, σύμπτυξη χωρίς διαταγή από κανέναν. Με την ευκαιρία της καταδίκης και εκτέλεσης του Γιαννούλη, το ΓΑ καλεί τους μαχητές και στελέχη του ΔΣΕ να δυναμώσουν την πειθαρχία και την επαγρύπνησή τους και να εφαρμόζουν αμέσως και χωρίς καμιά συζήτηση τις Διαταγές”.
Η παραπάνω διαταγή είναι προβληματική και άδικη. Και επί της ουσίας, αλλά και για το λόγο ότι όταν κοινοποιήθηκε ο Μάρκος Βαφειάδης δεν ήταν πια στρατηγός του ΔΣΕ, αφού με απόφαση του ΠΓ είχε κατά τα τέλη Αυγούστου σταλεί για θεραπεία στην Αλβανία και στη συνέχεια στη Μόσχα.
Στον Γιαννούλη είχε γίνει αυστηρή κριτική, όταν ο κυβερνητικός στρατός πήρε το Κάμενικ που υπερασπιζόταν η ταξιαρχία Γιαννούλη στις 3 Αυγούστου.
Ο Νίκος Ζαχαριάδης απαντώντας σε γράμμα που του έστειλε ο Γιαννούλης του κάνει κάποιες υποδείξεις σε σχέση με τη μάχη αυτή καθεαυτή αναδεικνύοντας στη συγκεκριμένη στιγμή ότι το δικό του λάθος ήταν ότι έχασε την καθολική εποπτεία πάνω στη μονάδα του και του δίνει οδηγίες για το πώς μπορεί το ύψωμα να ξανακερδηθεί. Σ’αυτό το γράμμα ο Ν.Ζαχαριάδης αναφέρεται στο καλό όνομα που έχει ο Γιαννούλης ως πολεμιστής, ταυτόχρονα όμως λέει ότι τον μείωσαν κάποιες «παρεξηγήσεις» που δημιουργήθηκαν σε βάρος του. Γι’αυτό και βρέθηκε στην ταξιαρχία για να ξεδιαλύνουν αυτές οι παρεξηγήσεις.
Οι παρεξηγήσεις αυτές μάλλον αφορούσαν τις υποψίες που υπήρχαν ότι ο Γιαννούλης είχε επαφές με αστό πολιτικό παράγοντα της περιοχής της Καστοριάς και με τον Φίλιππο Δραγούμη που τότε ήταν Υπουργός των Στρατιωτικών.
Η Ανακοίνωση του ΓΑ του ΔΣΕ που έκανε γνωστή την εκτέλεσή του δεν έκανε λόγο για ύποπτες επαφές και άλλα παρόμοια, ούτε η αιτιολογική απόφαση του Συμβουλίου Τιμής για την καθαίρεσή του από το βαθμό του Αντισυνταγματάρχη.
Η εκτέλεση του Γιώργου Γιαννούλη ήταν άδικη, παίρνοντας υπόψη και το αγωνιστικό του παρελθόν. Η υποψία για συνεργασία με τον ταξικό εχθρό, που έγινε στην πράξη άτυπη κατηγορία, ήταν αβάσιμη.
Όταν το Γενάρη του ’47 ο Δραγούμης ως Υπουργός έστειλε εκπρόσωπό του στο Γιαννούλη για να τον εξαγοράσει και να εγκαταλείψει το ΔΣΕ εκείνος του έστειλε γράμμα που μάλιστα το δημοσιοποίησε την ίδια στιγμή. Εκεί απάντησε κατηγορηματικά και καθαρά. Ανάμεσα σε άλλα αναφέρει: “Σκεφτήκατε πολύ ταπεινά, σκεφτήκατε πολύ άτιμα, πολύ χυδαία, νομίζοντας πως με ταξίματα, πόστα και χρυσάφι και ανώτερες σπουδές στο εξωτερικό, θα μπορούσατε να εξαγοράσετε τη συνείδηση ενός τίμιου λαϊκού αγωνιστή, αληθινού πατριώτη και πιστού γιου της δημοκρατίας”.
Η ΚΕ του Κόμματος από τις αρχές της δεκαετίας του ’50 ασχολήθηκε με την υπόθεση, συγκρότησε επιτροπές που εξέτασαν το θέμα ολοκληρωμένα.
Το Νοέμβριο του 1957 δόθηκε στο ΠΓ το Πόρισμα για το σ. Γιαννούλη Γιώργη του Κώστα, το οποίο απέρριπτε όλες τις κατηγορίες εναντίον του, ενώ ακύρωνε και την απόφαση της καθαίρεσης του από το βαθμό του Αντισυνταγματάρχη του ΔΣΕ. Το Πόρισμα χαρακτήριζε τη δίκη “σκηνοθετημένη” και υπογράμμιζε ότι “ο σ. Γιαννούλης στην πολύχρονη πάλη του συνειδητά και με συνέπεια εκτέλεσε το καθήκον του μπροστά στο Κόμμα και το Λαό”. Το 1958 ετοιμάστηκε σχέδιο απόφασης προς την 8η Ολομέλεια της ΚΕ στο οποίο περιλαμβανόταν και η πρόταση για την αποκατάσταση του Γιαννούλη.
Αγαπητοί σ/φοι και φίλοι,
Σ’έναν τέτοιο αγώνα σαν αυτόν του ΔΣ μέσα σε αντίξοες συνθήκες και με ιδιαίτερα σκληρές συγκρούσεις στα πεδία των μαχών, έγιναν οπωσδήποτε και λάθη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ήταν όλα αναπόφευκτα. Την αιτία τους πρέπει να την αναζητήσουμε στην παραβίαση των καταστατικών αρχών, στη μη τήρηση των κομματικών διαδικασιών, τη συζήτηση δηλαδή και το πάρσιμο μιας απόφασης μέσα από συλλογικές διαδικασίες, με αυξημένη την προσωπική ευθύνη σ’αυτό κάθε μέλους του κόμματος. Και γι’αυτό η βασική ευθύνη βρίσκεται καταρχήν στα καθοδηγητικά όργανα και τα στελέχη, για τα οποία η κριτική και ο έλεγχος δεν πρέπει να υποχωρούν ούτε στις πιο αντίξοες συνθήκες, όπως είναι αυτές του πολέμου. Αν αυτό συνέβαινε, θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν οι δύσκολες και σύνθετες αντικειμενικές συνθήκες, χωρίς να οδηγήσουν σε φαινόμενα αυθαιρεσίας και καταδίκες αγνών αγωνιστών.
Αγαπητοί σ/φοι και φίλοι,
Μπορεί να καθυστερήσαμε στην πραγματοποίηση μιας τέτοιας εκδήλωσης, όμως ο Γιώργος Γιαννούλης έχει αποκατασταθεί στην πράξη και στην κομματική συνείδηση εδώ και πολλά χρόνια ως άξιο μέλος του ΚΚΕ. Τον τιμούσαμε πάντα και με την ευκαιρία σήμερα εδώ στη γενέτειρά του ολοκληρώνουμε την αναγνώριση της προσφοράς του ως κομμουνιστή, ως στελέχους του ΔΣΕ και του ΕΛΑΣ και δεσμευόμαστε ότι θα δώσουμε και συνέχεια.
Συντρόφισσες και σ/φοι, φίλες και φίλοι,
Βαδίζοντας σταθερά προς τα 100 χρόνια ζωής και δράσης του ΚΚΕ είμαστε υποχρεωμένοι να μελετήσουμε, να διδαχτούμε, να παραδειγματιστούμε από αυτήν την 100χρονη πορεία μας.
Μια πορεία αγωνιστικής δράσης, απαράμιλλου ηρωισμού και θυσιών, μια πορεία που άλλοτε ήταν ανηφορική και κακοτράχαλη, άλλοτε πιο ομαλή, πάντοτε όμως σπουδαία και όμορφη για όποιον και όποια αποφάσιζε να ταυτίσει τη ζωή του μαζί της. Να αφιερώσει δηλαδή του ζωή του στην πάλη για την απαλλαγή της κοινωνίας από την εκμετάλλευση, για τη σοσιαλιστική κομμουνιστική προοπτική.
Συνεχίζουμε λοιπόν κόντρα στο πείσμα των καιρών. Τώρα με μεγαλύτερη επιμονή και δράση, διδασκόμενοι από το παράδειγμα των θρυλικών μαχητών και μαχητριών του ΔΣΕ για να δικαιωθούν τα όνειρά μας μια ώρα αρχύτερα!»