Ένα άρθρο επιστημονικό μεν, με χιουμοριστικό υπόβαθρο δε, για όλες τις υπερβολές που συναντάμε στην ετυμολογία εληνικών λέξεων και φράσεων.
Το συγκεκριμένο άρθρο δημοσιεύεται αυτούσιο από το ιστολόγιο του κ. Νίκου Σαραντάκου και το επιλέξαμε για την πρωτοτυπία, το χιούμορ και τις επεξηγήσεις του.
Πριν από αρκετόν καιρό, το ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου είχε εισηγηθεί τη θέσπιση των βραβείων Πορτοκάλος, με τα οποία θα βραβεύονται οι πιο εξωφρενικές ελληνοβαρεμένες ετυμολογήσεις. Όπως καταλάβατε ονομάζονται έτσι προς τιμήν του Γκας Πορτοκάλος, του αξιαγάπητου ήρωα της ταινίας “Γάμος αλά ελληνικά”, ο οποίος υποστήριζε ότι όλες οι λέξεις όλων των γλωσσών έχουν ελληνική προέλευση. Για παράδειγμα, θα το θυμάστε, ετυμολογούσε το κιμονό από τον χειμώνα (διότι το φοράμε όταν κρυώνουμε).
Το φιλόδοξο σχέδιο των βραβείων Πορτοκάλος δεν υλοποιήθηκε δυστυχώς, μιας και η κρίση τούς στέρησε τους σπόνσορες, και είναι κρίμα διότι κάθε τόσο εμφανίζονται πολύ αξιόλογα δείγματα ελληναράδικης “επιστήμης”, ένα από τα οποία θα σας παρουσιάσουμε σήμερα. Βέβαια, για να μη διαμαρτύρεται ο Καίσαρας, πρέπει να πούμε πως δεν είναι δικά μας: ο φίλος του κ. Σαραντάκου, Γιάννης Χάρης το έστειλε, και θύμισε ταυτόχρονα δυο ακόμα δείγματα ελληνοβαρεμένης ετυμολογίας (και τα δυο δικά του αλιεύματα) που θα τα αναφέρουμε έτσι σαν ορεκτικό.
Το πρώτο, που είχε γραφτεί σε έντυπο, αλλά το βλέπουμε και σε διαδικτυακό φόρουμ, είναι ότι η φράση “κου-πε-πε” που λέμε στα βρέφη είναι επιβίωση του αρχαίου “κούπα, ω παι!” που τάχαμου έλεγαν οι μανάδες στην αρχαιότητα στα βλαστάρια τους, δείχνοντάς τους την κούπα με το γάλα. (Η κούπα βέβαια είναι λατινικό δάνειο, αλλά αυτά τα προσπερνάμε αγέρωχα).
Το δεύτερο, ίσως του Κ. Πλεύρη, είναι ότι τάχα η λέξη “πούστης” (τουρκικής ετυμολογίας) ετυμολογείται από την αρχαία φράση “πού στη;” με την οποία οι αρχαίοι αστυφύλακες ρωτούσαν πού είναι ο ομοφυλόφιλος για να τον συλλάβουν!! Αλλά αυτές οι προσπάθειες, όσο κι αν είναι ευρηματικές, ωχριούν πιστεύω μπροστά στην καταπληκτική ετυμολογία του “αμπεμπαμπλόμ”, που θα σας αποκαλύψουμε τώρα, αν δεν την έχετε κιόλας δει, διότι κυκλοφορεί ευρέως και αναπαράγεται ανεξέταστα από ελληνοκεντρικά ιστολόγια…
Ο τίτλος είναι “Η διαχρονικότητα της ελληνικής γλώσσας είναι αδιαμφισβήτητη και αυταπόδεικτη” και στη συνέχεια ακολουθεί το εξής αριστούργημα:
Μικροί είχαμε παίξει το γνωστό παιδικό παιχνίδι: δύο ομάδες αντιπαρατιθέμενες, εναλλάξ να εφορμούν η μία της άλλης ψελλίζοντας ακαταλαβίστικα λόγια, που όλοι νομίζαμε αποκυήματα παιδικής φαντασίας και κουταμάρας (μετέπειτα πήρε την μορφή: «έλα να τα βγάλουμε»).
«Ά μπε, μπα μπλόν, του κείθε μπλόν, ά μπε μπα μπλόν του κείθε μπλόν, μπλήν-μπλόν».
Τι σημαίνουν αυτά; Μα, τι άλλο, ακαταλαβίστικες παιδικές κουταμάρες, θα πει κάποιος.
Όμως δεν είναι έτσι.
Ατυχώς, η Ελληνική, εδέχθη πλείστες όσες προσβολές από εξελληνισμένους βαρβάρους, Σλάβους, Τουρκόφωνους, Λατίνους κ.ά., που δεν κατανοούσαν την ελληνική – ούτε καν είχαν τη φωνητική ανατομία που θα τους επέτρεπε σωστές εκφωνήσεις φωνηέντων – εμιμούντο τις φράσεις, παραφράζοντάς τες συχνότατα, και έτσι διεστραμμένα και παραμορφωμένα, έφθασαν μέχρι των ημερών μας, ώστε πλέον να μην αναγνωρίζονται.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, εισήχθησαν εις την Ελληνικήν, όροι, λέξεις και φράσεις, ως μέσα από παραμορφωτικό κάτοπτρο είδωλα, καθιστάμενα αγνώριστα στον απλό κόσμο.
Ας επανέλθουμε όμως στο πιο πάνω.
Η όλη στιχομυθία, προήρχετο από παιδικό παιχνίδι που έπαιζαν οι Αθηναίοι Παίδες (και ου μόνον), και ταυτόχρονα εγυμνάζοντο στα μετέπειτα αληθινά πολεμικά παιχνίδια. Πράγμα απολύτως φυσικό, αφού πάντοτε ο Αθηναίος Πολίτης ετύγχανε και Οπλίτης! (Βλέπετε παίζοντας και με τα γράμματα, προκύπτον συνδεόμενες έννοιες: Πολίτης – Οπλίτης).
Τι έλεγαν λοιπόν οι αντιπαρατιθέμενες παιδικές ομάδες, που τόσον παραφράσθηκε από τους μεταγενέστερους; Ιδού η απόδοση: «Απεμπολών, του κείθεν εμβολών!!!…» (επαλαμβανόμενα με ρυθμό, εναλλάξ από τη δείθεν επιτιθέμενη ομάδα).
Τι σήμαιναν ταύτα; Μα…απλά ελληνικά είναι! «Σε απεμπολώ, σε αποθώ, σε σπρώχνω, πέραν (εκείθεν) εμβολών σε (βλ., έμβολο) με το δόρυ μου, με το ακόντιό μου!!!». Δεν είναι μούρλια; Εγώ, να σας πω την αλήθεια, σκέφτηκα πως είναι τρολιά, δηλαδή πως κάποιος χωρατατζής το κατασκεύασε για να κοροϊδέψει τους ελληνοβαρεμένους, διότι, όπως σας είπα, δεκάδες εθνικιστικά και αρχαιοβαρεμένα ιστολόγια τσίμπησαν και το αναδημοσίεψαν. ‘Ομως, κάτι αδιόρατο στο όλο κείμενο με κάνει να το πιστεύω αυθεντικό.
Ίσως είναι περιττό να ανασκευάσω τέτοια εξωφρενικά πράματα, αλλά θα το κάνω σύντομα. Καταρχάς, οι περισσότεροι δεν λέμε α-μπεμπα-μπλον, αλλά α-μπεμπα-μπλομ, με Μ στο τέλος, αλλά αυτό ας το προσπεράσουμε. Δεύτερον, το αμπεμπαμπλόμ το λέμε μόνο όταν τα βγάζουμε, τα περί αντιπαρατιθέμενων ομάδων είναι αποκυήματα της φαντασίας του συντάκτη. Τρίτον, η υποτιθέμενη αρχαία φράση δεν υπάρχει πουθενά στην αρχαία γραμματεία. Τέταρτο και φαρμακερό, δεν θα μπορούσε να υπάρξει, διότι είναι εντελώς ασύντακτη, ρήμα “εμβολώ” δεν υπάρχει, απεμπολώ δεν σημαίνει απωθώ, το “του” είναι ξεκάρφωτο – αλλά δεν έχει νόημα να συνεχίσω. Άλλωστε, η επαφή του συγγραφέα με τα αρχαία ελληνικά φαίνεται από τις ανορθογραφίες του και γενικά την οικτρή όψη του κειμένου του (ίσως τα έμαθε στο πανεπιστήμιο Alpine της Ζυρίχης, τι να πω!). Αλλά το πιο κωμικό είναι το να προσπαθείς να βρεις ετυμολογία σε ολοφάνερα ηχομιμητικές συλλαβές σαν το μπε και το μπλομ!
Το ότι βρέθηκαν τόσα και τόσα ιστολόγια και αναπαρήγαγαν τη μούφα δεν πρέπει να προκαλεί απορία: οι ευχάριστοι μύθοι πάντα γίνονται ευκολότερα δεκτοί, και έτσι κι αλλιώς η κριτική ικανότητα των ελληνοβαρεμένων είναι ανύπαρκτη.
Παρατηρώ όμως ότι ο συντάκτης του κειμένου άφησε την… ερευνητική εργασία του ανολοκλήρωτη. Όπως θα θυμάστε, το σχετικό λάχνισμα (έτσι λέγονται αυτά τα παιδικά “τραγουδάκια”) έχει και δυο λεξούλες ακόμα: α μπέμπα μπλομ – του κίθε μπλομ, α μπέμπα μπλομ – του κίθε μπλομ μπλιμ μπλομ. Γιατί άφησε ανετυμολόγητο το “μπλιμ μπλομ” ο δεινός ερευνητής; Ποιο μυστικό κρύβουν αυτές οι λέξεις; Θα προσπαθήσω να τις αποκρυπτογραφήσω.
Καταρχάς, όπως δίδαξε ο αρχικός ερευνητής, η αρχική μορφή του “μπλιμ μπλομ” πρέπει να ήταν “μπλιν μπλον” ή μάλλον, για να διατηρήσουμε το ετυμολογικό ίνδαλμα των λέξεων, “μπλην μπλων” και με αποηχηροποίηση “πλην πλων”. Καταλάβατε, έτσι; “Σας απωθώ όλους με το έμβολό μου”, πλην πλων (γενική του πλους), δηλαδή εκτός από όσους πλέουν! Λογικό είναι, διότι ο οπλίτης δεν μπορούσε με την ασπίδα και το δόρυ να μπει στη θάλασσα. Όλα σοφά τα είχαν κανονίσει οι αρχαίοι!
Κρίμα μόνο που ο δεινός ερευνητής δεν αποκρυπτογράφησε την αρχαιοελληνική προέλευση και άλλων λαχνισμάτων. Υπάρχει ας πούμε το άκατα μάκατα σούκουτου μπε /άμπε φάμπε ντομινέ /άκατα μάκατα σούκουτου μπε / άμπε φάμπε βγε που κι αυτό θέλει εξήγηση, έστω κι αν δεν είναι εξίσου συχνό με το αμπεμπαμπλόμ.
Κάναμε μια προσπάθεια, αλλά θέλουμε και τη βοήθειά σας. Ξεκινώντας, το άκατα-μάκατα είναι το αρχαίο “ακαταμάχητα” ή μάλλον ο δωρικός τύπος “ακαταμάχατα” (προφανώς έλκει την καταγωγή από πολεμικό τραγούδι των Σπαρτιατών), ενώ το “σούκουτου” πρέπει να προέρχεται από το ομηρικό “σώκος” (στη δοτική, τω σώκω) που σημαίνει “ισχυρός, δυνατός”. Όμως πιο πέρα δεν μπορέσαμε να φτάσουμε, κι αυτό το “ντομινέ” του δεύτερου στίχου μοιάζει πολύ με το λατινικό domine (κύριε). Ζητάμε λοιπόν τη βοήθειά σας, γιατί δεν μπορεί να μείνει ανελλήνιστο το “άκατα-μάκατα-σούκουτου μπε”.
Κι έπειτα θα πιάσουμε το “κοπερτί το κοπερτί, τάπι-τάπι ρούσι, κοπερτί το κοπερτί -τάπι τάπι γκρι”. Η τελευταία λέξη ασφαλώς είναι το αρχαίο “γρυ”, π.χ., δεν σκαμπάζω γρυ (σαν τους ελληνοβαρεμένους).
Λοιπόν, σας ακούμε!
πηγή: Νίκος Σαραντάκος εδώ