Με το άστρο της Βηθλεέμ, που συνόδευσε το μεγάλο γεγονός της Γέννησης του Χριστού και φώτισε το σπήλαιο αλλά και τις καρδιές εκατομμυρίων ανθρώπων στον πλανήτη, ασχολήθηκαν τους τελευταίους αιώνες ορθόδοξοι πατέρες και ιερά πρόσωπα της Χριστιανοσύνης, προσεγγίζοντας κυρίως πνευματικά την εμφάνιση και τη σημασία του, αλλά και αστρονόμοι, που επιχείρησαν να διερευνήσουν το φαινόμενο επιστημονικά και να δώσουν απαντήσεις για την ταυτότητα ενός πρωτόγνωρου και σπάνιου ουράνιου σώματος.
Εδώ και περίπου 20 αιώνες οι αστρονόμοι, επικαλούμενοι αναφορές για το Άστρο της Βηθλεέμ μέσα από ιερά κείμενα της Χριστιανοσύνης, αντλούν πληροφορίες για να καταλήξουν σε συμπεράσματα για τις χρονολογίες και τις ιδιότητες του ουράνιου σώματος, ελπίζοντας να βρουν απαντήσεις στο «ανεξήγητο φαινόμενο».
Στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο υπάρχει ολοκληρωμένη περικοπή με αναλυτική αναφορά στο Άστρο της Βηθλεέμ. Ο Ιγνάτιος ο Θεοφόρος (35-107 μ.Χ.), μαθητής του Ευαγγελιστή Ιωάννη, μιλάει για το Άστρο, όπως επίσης και ο Άγιος Νεκτάριος της Αίγινας. Εκτενείς αναφορές βρίσκουμε στα κείμενα του ιεράρχη της Ορθόδοξης Εκκλησίας Ιωάννη Χρυσόστομου, ο οποίος, μάλιστα, μιλάει για τις φυσικές ιδιότητές τους. Μέσα από πλήθος αναφορών καταλήγει πως πρόκειται για υπερφυσικές δυνάμεις που πήραν τη μορφή αστέρα, καθώς περιγράφει πως δεν είναι δυνατό να υπάρχει ουράνιο σώμα που να έχει τέτοια πορεία, δηλαδή να κινείται από την Περσία προς τα Ιεροσόλυμα και σε τόσο χαμηλή τροχιά. Στην Παλαιά Διαθήκη, εξάλλου, αναφέρεται ότι το Άστρο του Θεού θα είναι η απαρχή μίας νέας εποχής.
Γνωρίζοντας τις αναφορές των ιερών κειμένων για ένα σπουδαίο γεγονός, οι Μάγοι με τα δώρα, που ήταν οι αστρονόμοι της εποχής, ξεκίνησαν ένα ταξίδι αναζήτησης που συνέχισαν και οι μετέπειτα αστρονόμοι. «Με βάση το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, ο αστέρας έγινε ορατός από πολλούς ανθρώπους και όχι μόνο από τους αστρονόμους της εποχής. Αυτή είναι μία από τις ιδιότητές του, ότι ήταν εμφανές και ορατό σε όλους» τονίζει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο καθηγητής Αστρονομίας του ΑΠΘ, Σταύρος Αυγολούπης, επιχειρώντας να παραθέσει τις βασικότερες από τις επιστημονικές υποθέσεις για την ύπαρξη του Άστρου της Βηθλεέμ, από την απαρχή τους μέχρι σήμερα, και τους λόγους για τους οποίους εκπίπτουν αυτές οι θεωρίες. Παράλληλα, αναφέρεται στην προσέγγιση της χρονολογίας Γέννησης του Χριστού, με βάση ιστορικά γεγονότα που συνέπεσαν με τη Γέννηση και βοήθησαν τους αστρονόμους να αναζητήσουν με περισσότερη ακρίβεια τα ουράνια φαινόμενα εκείνης της περιόδου.
Σύμφωνα με τον κ. Αυγολούπη, ακολουθώντας την πορεία των Μάγων, με βάση πάντα τις πληροφορίες των θρησκευτικών κειμένων, καταλήγουμε και σε άλλα συμπεράσματα για τις ιδιότητες του Αστέρα: Είχε μεγάλη διάρκεια (το ταξίδι τους διήρκησε μερικούς μήνες και σε αυτό το διάστημα το Άστρο ήταν εμφανές), εξαφανίστηκε για λίγο, όταν οι Μάγοι έφτασαν στα Ιεροσόλυμα για να συναντήσουν τον βασιλιά Ηρώδη, αλλά επανεμφανίστηκε όταν συνέχισαν την πορεία τους προς την Βηθλεέμ.
Σύνοδος πλανητών, σούπερ νόβα ή κομήτης;
Ο Γερμανός αστρονόμος, Γιοχάνες Κέπλερ, στηριζόμενος σε ιστορικά βεβαιωμένες διαπιστώσεις για τη χρονολογία γέννησης του Ιησού, γύρω στο 6 ή 7 π.Χ. (και όχι στο 1 μ.Χ. όπως υπολογίζει το χριστιανικό ημερολόγιο), αναζήτησε ένα μεγάλο ουράνιο σώμα που να έχει τις παραπάνω ιδιότητες μίας μάλλον αφύσικης πορείας, να διαρκεί μερικούς μήνες, να εξαφανίζεται και να επανεμφανίζεται, να είναι λαμπερό και σπάνιο.
Διαπίστωσε ότι πράγματι το 7 π.Χ. υπήρξε μία σύνοδος πλανητών (Κρόνου και Δία) στον αστερισμό των Ιχθύων. Κατά την εβραϊκή παράδοση, ο Κρόνος είναι ο προστάτης του Ισραήλ και ο Δίας προστάτης των βασιλιάδων. Το ότι συνέβη στον αστερισμό των Ιχθύων σημαίνει ότι κάποιο γεγονός θα συνέβαινε στην Παλαιστίνη. «Η θεωρία αυτή του Κέπλερ απορρίπτεται, γιατί η σύνοδος δύο ή περισσότερων πλανητών είναι ένα συχνό φαινόμενο. Δεν εξηγούσε, λοιπόν, τη σπανιότητα του φαινομένου, ούτε έδειχνε την κατεύθυνση του αστέρα. Εξάλλου, πολύ γρήγορα έληξε και η σύνοδος του Κρόνου με τον Δία, άρα δεν εξηγούσε ούτε τη διάρκεια μηνών του αστέρα της Βηθλεέμ» σημειώνει ο κ. Αυγολούπης.
Η επόμενη θεωρία του Κέπλερ ήταν η υπόθεση ενός υπερκαινοφανούς αστέρα (σούπερ νόβα). Αφορμή στάθηκε η προσωπική εμπειρία του Κέπλερ να δει έναν σούπερ νόβα στον αστερισμό του Οφιούχου το 1604. Το μέγεθος και η λάμψη αυτού του φαινομένου τον οδήγησαν να υποθέσει ότι μπορεί και το Άστρο της Βηθλεέμ να ήταν κάτι παρόμοιο. «Η εμφάνιση ενός υπερκαινοφανούς αστέρα είναι ένα συνταρακτικό θέαμα. Πρόκειται για τον βίαιο θάνατο ενός αστέρα, που εκπέμπει τόσο φως ώστε να λάμπει και κατά τη διάρκεια της ημέρας. Η λάμψη του υπολογίζεται όσο 200 δισεκατομμύρια αστέρια, δηλαδή όσο όλα τα αστέρια του γαλαξία μας» σχολιάζει ο καθηγητής του ΑΠΘ, αλλά εξηγεί ότι «η θεωρία αυτή καλύπτει τη σπανιότητα και το εντυπωσιακό των ιδιοτήτων του αστέρα της Βηθλεέμ, αλλά όχι την κατεύθυνση και τη διάρκεια, καθώς η εμφάνιση ενός σούπερ νόβα δεν διαρκεί περισσότερο από έναν μήνα».
Η θεωρία που θέλει τον Αστέρα της Βηθλεέμ να είναι κομήτης, όπως είχε υποστηρίξει ο Ωριγένης, και πάλι απορρίπτεται. «Και σε αυτήν την περίπτωση δεν συμπίπτουν οι ιδιότητες της κατεύθυνσης και της διάρκειας (η πορεία του κομήτη διαρκεί μερικούς μήνες), αλλά ούτε και της σπανιότητας, αφού η εμφάνιση κομήτη είναι συχνό αστρονομικό φαινόμενο. Εξάλλου, η εμφάνιση ενός κομήτη δεν οιονεί κάποιο ευχάριστο γεγονός, όπως το συμβάν της Γέννησης, το αντίθετο, ταυτίζεται με άσχημα γεγονότα, όπως οι φυσικές καταστροφές» παρατηρεί ο κ.Αυγολούπης.
Οι μέχρι σήμερα εργασίες των αστρονόμων να προσδιορίσουν την προέλευση του Αστέρα της Βηθλεέμ μάλλον πέφτουν στο κενό ή τουλάχιστον οι όποιες θεωρίες δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν επιστημονικά, σύμφωνα με τον καθηγητή Αστρονομίας του ΑΠΘ, ο οποίος παραθέτει αυτούσιο το συμπέρασμα μίας εργασίας φοιτητών στο μάθημα Αστρονομίας: «Καμία από τις αστρονομικές επεξηγήσεις δεν ικανοποιεί πλήρως. Σημασία έχει ότι όταν ο ήλιος ανέτειλε το άλλο πρωί φώτισε έναν κόσμο που ποτέ πια δεν θα ήταν όπως πριν. Η πίστη είναι το σπουδαιότερο τόλμημα του ανθρώπου μπροστά σε εκείνο που δεν καταλαβαίνει ο νους του. Σε λίγες μέρες θα νιώσουμε βαθιά ταπεινωμένοι μπροστά στο θείο μυστήριο, στο θαύμα και θα υποταχθούμε πλήρως σε αυτό. Μόνο όταν τα μάτια της ψυχής μας βιώσουν το μυστήριο της ενανθρώπισης του Λόγου, τότε θα δούμε το Άστρο της Βηθλεέμ να έχει διαχρονικότητα στις ψυχές μας και το ανέσπερο φως του να φωτίζει την υπόστασή μας για πάντα».
Η χρονολογία Γέννησης του Χριστού
Οι επιστήμονες προσδιορίζουν την χρονολογία Γέννησης του Χριστού περίπου στο 6 ή 7 π.Χ., λαμβάνοντας υπόψη ιστορικά δεδομένα για τη ζωή γνωστών προσώπων της εποχής, αλλά και γεγονότων που συνδέονται με τη Γέννηση. Μία από τις βασικότερες αναφορές είναι ο θάνατος του βασιλιά Ηρώδη, το 4 π.Χ. αλλά και η διαταγή του να σφαχθούν όλα τα παιδιά, ηλικίας κάτω των δύο ετών (4 + 2 = 6).
Επίσης, η απογραφή των Εβραίων που έγινε για πρώτη φορά από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Οκταβιανό Αύγουστο και με υποτελή βασιλιά των Εβραίων τον Ηρώδη, συνέπεσε με τη Γέννηση του Χριστού. «Εγένετο δε», γράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς, «εν ταις ημέραις εκείναις εξήλθε δόγμα παρά Καίσαρος Αυγούστου απογράφεσθαι πάσαν την οικουμένην. Αύτη η απογραφή πρώτη εγένετο ηγεμονεύοντος της Συρίας Κυρηνίου» (Κυρήνιος λεγόταν ο τότε Ρωμαίος γενικός διοικητής της Συρίας). Ο Κυρήνιος είναι γνωστό ότι πέθανε το 8 π.Χ. Εκείνα τα χρόνια της απογραφής έφτασε η Παναγία στην Βηθλεέμ.
«Το χρονολογικό λάθος της Γέννησης ανήκει στον μοναχό Διονύσιο τον μικρό, που έφτιαξε το χριστιανικό ημερολόγιο, σύμφωνα με το οποίο ο Χριστός γεννήθηκε το 1 μ.Χ. Αντί να βάλει τη Γέννηση του Χριστού εφτά χρόνια αργότερα, την τοποθέτησε εφτά χρόνια νωρίτερα» υποστηρίζει ο κ. Αυγολούπης.
ΑΠΕ