Είκοσι δύο χρόνια συμπληρώνονται φέτος , από την μεγαλύτερη επανάσταση που υπήρξε ποτέ στους κανόνες του ποδοσφαίρου. Ηταν 15 Δεκεμβρίου του 1995, όταν μετά από πέντε χρόνια δικαστικών αγώνων, απέναντι στο αθλητικό και πολιτικό κατεστημένο, ο Βέλγος Ζαν Μαρκ Μπόσμαν, 53 ετών πλέον, με τους δύο νεαρούς δικηγόρους του, κέρδισε μια δίκη στο ευρωπαικό δικαστήριο του Λουξεμβούργου που άλλαξε για πάντα το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.
Μία παρέμβαση, που αναλυτές σημειώνουν ως πιο καθοριστική και από εκείνη των Κρόιφ, Σάκι ή άλλων κορυφαίων, που διαμόρφωσαν τα δεδομένα στον χώρο της μπάλας. Μία υπόθεση, που καταγράφεται στα χρονικά ως μία από τις πληρέστερες και πλέον τεκμηριωμένες δικονομικά υποθέσεις, αναλυμένη σε 350 παραγράφους και άρθρα.
Το 1990 ο Μπόσμαν έπαιζε στην Λιέγη, στην δεύτερη κατηγορία του βελγικού πρωταθλήματος. Το συμβόλαιό του επρόκειτο να λήξει, αλλά σύμφωνα με τους νόμους που ίσχυαν τότε, δεν είχε το νομικό δικαίωμα να μετεγγραφεί σε άλλη ομάδα, αν πριν δεν αποζημιωνόταν η ομάδα του. Η Λιέγη του πρόσφερε μια νέα συμφωνία, ωστόσο, του μείωνε κατά τα 2/3 τις αποδοχές. Ο Μποσμάν αρνήθηκε, ήθελε να πάει να παίξει στη Δουνκέρκη, στη Γαλλία, αλλά η Λιέγη ζήτησε 600.000 ευρώ, ποσό υψηλό για την εποχή. Η μετεγγραφή ματαιώθηκε.
Τότε ο Μπόσμαν αποφάσισε να ξεκινήσει ένα δικαστικό αγώνα που κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί την διάρκεια, την κατάληξη και κυρίως τις συνέπειές του. Ηταν η πρώτη φορά στην ιστορία που ένας ποδοσφαιριστής προσέφυγε στα πολιτικά δικαστήρια, προκειμένου να διεκδικήσει την «ελευθερία του».
Εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στο ποδόσφαιρο , το άρθρο 48 της Συνθήκης της Ρώμης του 1957 και καθορίστηκε ότι, ένας παίκτης μπορεί να συγκριθεί με οποιονδήποτε άλλο εργαζόμενο , απολαμβάνοντας το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας στις ευρωπαϊκές χώρες, μετά την λήξη της σύμβασης που τον συνδέει με τους εργοδότες του. Επίσης, ακυρώθηκαν όσοι κανονισμοί εθνικών ομοσπονδιών χωρών-μελών της Ε.Ε. , που επέβαλαν περιορισμούς σε τέτοιου είδους μεταγραφές. Η απόφαση αυτή, που έμεινε γνωστή ως «απόφαση Μπόσμαν», αρχικά αφορούσε μόνο σε ποδοσφαιριστές υπηκόους των χωρών-μελών της Ε.Ε., τους λεγόμενους κοινοτικούς, για τους οποίους επιτρεπόταν πλέον μεταγραφή ανεξαρτήτως αριθμού, σε αντίθεση με τους μη κοινοτικούς, για τους οποίους η κάθε ομοσπονδία διατήρησε τους κανονισμούς της.
Από τις 15.12.1995 και μετά δεν είναι τίποτα ίδιο. Ο Μπόσμαν θεωρείται ο πιο διάσημος αγωνιστής της ελευθερίας του αθλητισμού. Αλλαξε για πάντα το ποδόσφαιρο, αλλά δεν κατάφερε να σώσει την καριέρα του. «Νόμιζα ότι θα μπορούσα να βρω μια νέα ομάδα, αλλά και για τις ομάδες ήμουν ένας ταραχοποιός. Η απόφαση έφτασε όταν ήμουνα 31 ετών. Είχα χάσει τα καλύτερα χρόνια της καριέρας μου, και δεν είχα ποτέ μια αποζημίωση για αυτό. Μετά από όλα αυτά τα χρόνια υπάρχει η αίσθηση ότι η απόφαση που με αφορούσε, έσπασε τις αλυσίδες στο ποδόσφαιρο,» είχε πει ο Μπόσμαν σε μία συνέντευξή του στην Bild. «Τώρα οι παίκτες έχουν την ελευθερία να πάνε όπου θέλουν, οι ομάδες μπορούν να πάρουν οποιονδήποτε παίκτη. Είμαι υπερήφανος για ό,τι έκανα,» πρόσθεσε. «Όμως σήμερα τα χρήματα είναι κυρίαρχα. Οι σύλλογοι έχουν βρει τρόπους να πλουτίσουν περαιτέρω, υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ των πλουσιότερων και των άλλων».
Η επόμενη επανάσταση στο ποδόσφαιρο, όπως παρατηρούν αναλυτές, είναι πιθανό να φτάσει από το «Brexit». , αφού θα μπορούσε να προκληθεί η μεγαλύτερη ρυθμιστική αλλαγή στη σχέση των παικτών με τους συλλόγους, μετά την απόφαση «Μποσμάν». Με τους ισχύοντες κανονισμούς για τη μετακίνηση των αθλητών, η Premier League, δεν θα μπορούσε να έχει περισσότερους από 100 παίκτες, που θα πληρούν τις προϋποθέσεις για άδεια εργασίας.
AΠΕ