Μετά το 1897 και την λήξη του ελληνοτουρκικού πολέμου, ο εκδημοκρατισμός του εκπαιδευτικού συστήματος κρίνεται αναγκαίος από το παλάτι και η αρχή γίνεται το 1898 όταν η βασίλισσα Όλγα έδωσε εντολή στην γραμματέα της, Ιουλία Σωμάκη, να μεταφραστεί το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο στην δημοτική. Η εντολή προκάλεσε τις έντονες αντιδράσεις των υπέρμαχων της καθαρεύουσας.
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1901 η εφημερίδα Ακρόπολις δημοσίευει το πρώτο κομμάτι του συγκεκριμένου Ευαγγελίου σε μετάφραση του Αλέξανδρου Πάλλη. Τίτλος του δημοσιεύματος: «Ευαγγέλιον εις την γλώσσαν του λαού». Η εφημερίδα ενημερώνει, δε, ότι θα δημοσιεύσει όλο το μετεφρασμένο Ευαγγέλιο σε συνέχειες.
Αμέσως αντέδρασαν οι καθηγητές και οι φοιτητές της Θεολογικής Σχολής, ενώ στα πρωτοσέλιδα διαφόρων εφημερίδων οι υπέρμαχοι της δημοτικής γλώσσας εμφανίζονται ως άθεοι, προδότες και Σλάβοι, λόγω της καταγωγής της Όλγας. Στις 17 Οκτωβρίου η Ιερά Σύνοδος καταδικάζει κάθε μετάφραση ως «βέβηλον» και λόγω των ραγδαίων εξελίξεων στις 20 Οκτωβρίου η «Ακρόπολις» διακόπτει τη δημοσίευση της μετάφρασης. Τις επόμενες ημέρες εφημερίδες και διαδηλωτές επιτίθενται στην εφημερίδα.
103 χρόνια πριν, στις 8 Νοεμβρίου διοργανώνεται ένα μεγάλο συλλαλητήριο στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου, με αίτημα τον αφορισμό των μεταφραστών.
Κατά το συλλαλητήριο προκλήθηκαν συγκρούσεις με την αστυνομία στα οποία έχασαν την ζωή τους τρεις φοιτητές και πέντε πολίτες, οι Ν. Πάνστρας, Α. Παπαναστασίου, Ε. Παπαντωνίου, Ε. Δράκος, Ι. Διβάρης, Φ. Ρήγος, Ι. Στεφανίδης, Στράτος, αγνώστων λοιπών στοιχείων. Τραυματίστηκαν 70 άλλοι.
Οι φοιτητές θα παραμείνουν οχυρωμένοι στο πανεπιστήμιο, ενώ υπό την σκιά των γεγονότων, που έμειναν γνωστά ως τα “Ευαγγελικά” παραιτείται η κυβέρνηση Θεοτόκη και η βασίλισσα Όλγα φεύγει για λίγο από την Ελλάδα.