Υπάρχουν στιγμές στη ζωή του ανθρώπου που ποτέ δεν μπορούν να γίνουν παρελθόν. Και αυτό συμβαίνει όταν ο άνθρωπος περάσει εμπειρίες που ξεπερνούν τα ανθρώπινα όρια και έχουν φυσική κατάληξη τον θάνατο, και εντούτοις επιζεί.
Αλλά κουβαλά πάντοτε την εμπειρία του θανάτου. Μιλάω για Νταχάου, Γκουλάγκ, βασανιστήρια, φυλακίσεις και στρατόπεδα εξόντωσης, όπου όλοι -εξ αντικειμένου- είναι μελλοθάνατοι. Οσοι επέζησαν έχουν δύο επιλογές: Η μία είναι να θάψουν βαθιά στην ψυχή τους τη φρικιαστική εμπειρία τους, να κοιτάξουν να την ξεχάσουν και να μη μιλήσουν ποτέ γι’ αυτήν.
Ακόμα και στα πιο προσφιλή τους πρόσωπα. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Εβραίοι που επέζησαν του Ολοκαυτώματος και έχουν εγκατασταθεί στο Ισραήλ περνούν από ειδική εκπαίδευση για να μπορέσουν να μιλήσουν για την ιστορία τους. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν απλοί άνθρωποι που βρέθηκαν στον προθάλαμο του θανάτου, χωρίς να ξέρουν γιατί. Και προτίμησαν τη σιωπή.
Οπως το αντίστοιχο έπραξαν και πολλοί δικοί μας που πέρασαν από βασανιστήρια και δεν μίλησαν ποτέ γι’ αυτά. Ανθρώπινο. Ενίοτε υπάρχουν και άλλοι λόγοι. Είναι ο φόβος.
Αν μιλούσες για τα βασανιστήρια της χούντας, μεσούσης της δικτατορίας, την άλλη μέρα θα ξαναπερνούσες από την Ασφάλεια για να ξαναζήσεις τον τροχό των βασανιστηρίων με αίτημα να υπογράψεις πως στην Ελλάδα δεν γίνονται βασανισμοί. Και η χούντα είχε τα ανθρώπινα δικαιώματα πάνω από το Ευαγγέλιο.
Η δεύτερη κατηγορία είναι αυτοί που θέλουν να θυμούνται, όσο επώδυνο κι να είναι, και συνειδητά ή ασυνείδητα συγκροτούν τη σύγχρονη Ιστορία πριν ακόμα αυτή γραφτεί. Ενα είδος προφορικής Ιστορίας που μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά, όχι ως μάθημα, αλλά ως βίωμα.
Αυτό δεν σημαίνει πως η προφορική Ιστορία δεν γράφεται. Αλλά δεν είναι η «αντικειμενική» Ιστορία. Εδώ χρειάζεται η συγκέντρωση όλων των δυνατών πληροφοριών, η διασταύρωση και τεκμηρίωσή τους. Η προφορική ιστορία του καθενός είναι πολύτιμη αν είναι αυθεντική. Αλλά είναι ένα ψηφίδι για το μωσαϊκό που μας χρειάζεται.
Από αυτήν την άποψη είναι πολύτιμο το βιβλίο του Στέλιου Κούλογλου «Μαρτυρίες από τη δικτατορία και την αντίσταση» που κυκλοφόρησε την περασμένη βδομάδα από τις εκδόσεις «Εστία».
Επιστημονική επιμέλεια, σημειώσεις, επίμετρο είναι του ιστορικού Δημήτρη Π. Σωτηρόπουλου, ο οποίος καλύπτει όλα τα κενά του προφορικού λόγου (αν και διαπίστωσα μια-δυο αβλεψίες που δεν αλλάζουν σε τίποτα το επιστημονικό κύρος της δουλειάς).
Το πρωτογενές υλικό προέρχεται από εκατοντάδες συνεντεύξεις που πήρε η δημοσιογραφική ομάδα του Κούλογλου για την τηλεοπτική εκπομπή «Ρεπορτάζ χωρίς σύνορα» (1996-2008) που έληξε με την εκπαραθύρωσή του (ετοίμαζε μια εκπομπή για τη «Γενιά των 700 ευρώ»). Οι συνεντεύξεις είναι από όλο το πολιτικό φάσμα του αντιδικτατορικού αγώνα.
Από γνωστές προσωπικότητες, πράκτορες της CIA, διπλωμάτες της πρεσβείας των ΗΠΑ. Από αγωνιστές ακόμα άγνωστους, αλλά που έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στον αγώνα εναντίον της χούντας.
Το βιβλίο είναι αφιερωμένο στην αληθινή γενιά του Πολυτεχνείου, που την υπολογίζει σε δυο-τρεις χιλιάδες ανθρώπους. Δηλαδή η μαζικότερη εκδήλωση εναντίον της χούντας ήταν έργο αυτών των ανθρώπων που είχαν ενεργοποιηθεί ως φοιτητές τα προηγούμενα χρόνια. Σχεδόν όλες οι μαρτυρίες συμπίπτουν και καταρρίπτουν πολλούς μύθους της Μεταπολίτευσης.
Ποτέ δεν είχαμε μαζική αντίσταση. Οι λεγόμενες πλατιές μάζες με τα μαζικά συλλαλητήρια εμφανίστηκαν μετά την πτώση της χούντας. Η αντίστασή τους ήταν να εμφανιστούν ως χειροκροτητές και οπαδοί κομμάτων.
Με την ψήφο τους καθιέρωσαν τον δικομματισμό, καθεστώς που έχουμε μέχρι και σήμερα, έστω κι αν είναι υπό διάλυση. Τα κόμματα που κυβέρνησαν από τη Μεταπολίτευση και μετά έχουν ιδεολογική αναφορά την αντίσταση εναντίον της χούντας, ενώ ούτε Ν.Δ. ούτε ΠΑΣΟΚ υπήρχαν τότε.
Αυτοί οι πολιτικοί σχηματισμοί δημιουργήθηκαν μετά την πτώση της δικτατορίας. Εχουμε λοιπόν μια αντίσταση προχρονολογημένη. Η αντίσταση, η όποια αντίσταση υπήρχε, ήταν από πρωτοβουλίες στελεχών όλου του πολιτικού φάσματος, άσχετα αν ήταν μέλη κομμάτων. Τα κόμματά τους βρίσκονταν εν υπνώσει, συμπεριλαμβανομένων και του ΚΚΕ και της ΕΔΑ.
Αν κάνουμε μια σύνοψη της προδικτατορικής κατάστασης, θα μπορούσαμε να πούμε: Τα κόμματα πριν από τη χούντα εξέθρεψαν τη δικτατορία και αυτή με τη σειρά της κυοφόρησε Μεταπολίτευση. Αυτό μοιάζει λίγο απόλυτο. Αυτό το κακό έχουν οι συνόψεις. Τους λείπουν οι αποχρώσεις. Και αυτές με τη σειρά τους απαιτούν χώρο που εδώ δεν υπάρχει.
Και κλείνοντας, ας ανακυκλώσουμε ένα παλιό ερώτημα. Πώς εξαρθρώθηκαν αυτές οι οργανώσεις και οι κινήσεις, με πρώτο και καλύτερο το κίνημα του Ναυτικού; Οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές μιλούν για προδοσία.
Αλλά οι προδότες δεν βρέθηκαν. Τους έψαξε κανείς; Το ίδιο ερώτημα βάζουν και πολλοί αγωνιστές του Πατριωτικού Μετώπου (μετέπειτα Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο).
Πώς πιάστηκε όλη η φυσική ηγεσία του Π.Μ. με πρωταγωνιστή τον Μίκη; (παραμένει ακόμα και σήμερα μυστήριο η σύλληψή του). Και γιατί ένα ιδρυτικό μέλος του Π.Μ., ο Γιώργος Βότσης, χρίστηκε χαφιές, χωρίς ποτέ να δοθεί καμία εξήγηση;