Δεν ξέρω πώς, δεν ξέρω πού, δεν ξέρω πότε, όμως τα βράδια κάποιος κλαίει πίσω από την πόρτα.
Ένα σπίτι για να γεννηθείς
ένα δέντρο για ν’ ανασάνεις
ένας στίχος για να κρυφτείς
ένας κόσμος για να πεθάνεις.
Εκείνον τον καιρό έψαχνα να βρω κάτι που είχα χάσει (αν το βρω, ίσως σωθώ — ίσως σωθεί κι η ανθρωπότητα)
Ώ απέραντη νοσταλγία για κάτι που ποτέ δεν ζήσαμε
κι όμως αυτό υπήρξε όλη η ζωή μας…
Κι όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλον
είμαστε κιόλας νεκροί.
Δεν ξέρω πώς, δεν ξέρω πού, δεν ξέρω πότε, όμως τα βράδια κάποιος κλαίει πίσω από την πόρτα.
Πηγή: : logotexnikesmikrografies.blogspot.gr