Η μπουμπούνα στα μέρη μας ήτανε πάντα μια υπόθεση παιδιών. Στο χωριό μου ένα μήνα πριν, ξεκινούσαμε αγόρια και κορίτσια να μαζεύουμε κέδρους από τους γύρω λόφους. Τα κόβαμε με μικρά τσεκούρια, τα δέναμε με τριχιές και τα σέρναμε μέχρι το χωριό όπου τα αποθηκεύαμε σε αχυρώνες. Κάθε γειτονιά είχε την δική της αποθήκη – και την υποχρέωση να φυλάει τα κομμένα κλαδιά του κέδρου σαν κόρη οφθαλμού μέρα-νύχτα- γιατί εθεωρείτο μεγάλη παλληκαριά και ατίμωση παράλληλα το να κλέψει η μία παρέα τον θησαυρό της άλλης.
Την Κυριακή στήναμε τις μπουμπούνες. Νικήτρια ήτανε εκείνη που θα γινότανε παρανάλωμα της φωτιάς όσο το δυνατόν αργότερα. Για να πετύχουμε την νίκη παίζαμε έναν ακήρυχτο, άγριο και αληθινό πόλεμο, με τους μεγάλους, που θέλανε να τελειώνουν μια ώρα αρχύτερα και να πάνε στα σπίτια τους αυτήν την κρύα ανοιξιάτικη νύχτα. Ύστερα, παραδινόμασταν στην ζεστή γοητεία της λαμπρής φωτιάς, και ηρεμούσαμε καθώς περνούσαν από τα μάτια μας καθρεφτίσματα φωτός και στον ουρανό καίγονταν τα αποκαΐδια.
Σαν μεγαλώσαμε λίγο και γίναμε νεαρά άτομα, διαβάζαμε Ρομάντζο και Ντομινό και μαθαίναμε πως στην Αθήνα τις Απόκριες, κορίτσια και αγόρια ντύνονταν Κολομπίνες και Πιερότοι και πηγαίνανε σε μπαλ-μασκέ πάρτι και εκεί χορεύανε, διασκεδάζανε και φλερτάρανε προστατευμένοι από την ανωνυμία της μεταμφίεσης. Τότε ζηλέψαμε πολύ και αρχίσαμε να σνομπάρουμε τις αθώες μπουμπούνες μας που μόνο δύναμη και εκτόνωση είχανε να μας προσφέρουν. Είχε έρθει η στιγμή της αμφισβήτησης.
Πολλά χρόνια αργότερα θα ξαναθυμόμασταν το αγαπημένο έθιμο του τόπου μας, μέσα από τις νυχτερινές αργοπορίες των παιδιών μας πια, που και εκείνα με την σειρά τους ξεκινούσαν το ίδιο ταξίδι της μπουμπούνας στην πόλη, όχι με κέδρους, αλλά με καλάμια της λίμνης και ξερόκλαδα, μαζεμένα με το ίδιο αποφασισμένο πείσμα της νίκης-ευτυχώς. Και λέω εγώ τώρα, πως κάπως έτσι θα συνεχίζεται στους καιρούς που έρχονται αυτή η αρχαία γιορτή, κάθε χρόνο στις πλατείες βρέξει-χιονίσει, όλοι μαζί, να καίνε οι νέοι κάθε τι παλιό και μαζί με τους μεγάλους να καλωσορίζουνε το καινούργιο και αυτή την σπουδαία εποχή, την Άνοιξη.
(Φωτογραφία: Βασίλης Παπάζογλου)