Κατασκευασμένη αποδείχτηκε η είδηση που είχε φέρει στο φως της δημοσιότητας η γερμανική εφημερίδα Bild και αφορούσε μαζικές σεξουαλικές επιθέσεις σε γυναίκες το βράδυ της πρωτοχρονιάς από πρόσφυγες.
Η εφημερίδα προχώρησε στην ανάκληση αυτού του κατάπτυστου και ταπεινωτικού δημοσιεύματος, διαγράφωντάς το μάλιστα, από την ιστοσελίδα της. Ο αρχισυντάκτης της Bild ζήτησε συγγνώμη μέσω του προσωπικού του λογαριασμού στο twitter.
Η αξιοπιστία της εφημερίδας κλονίζεται και δημιουργούνται πολλά ερωτηματικά σε σχέση με το κίνητρο το οποίο υπήρξε για τη διασπορά αυτής της ψεύτικης είδησης η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί άκρως ρατσιστική.
Η αλήθεια αποκαλύφθηκε όταν οι εισαγγελικές αρχές της Φρανκφούρτης ερεύνησαν τις καταγγελίες μετά από προτροπή αστυνομικών που τους φάνηκαν ύποπτες.
Σε ανακοίνωσή της αστυνομίας, αναφέρεται ότι οι καταγγελίες, είναι αβάσιμες.
«Δεν υπήρξαν μαζικές επιθέσεις στην περιοχή, συνομιλίες με υποτιθέμενους αυτόπτες μάρτυρες, θαμώνες και εργαζόμενους, οδήγησαν σε έντονη αμφισβήτηση ότι συνέβησαν όσα ισχυριζόταν το ρεπορτάζ»
Υπενθυμίζεται ότι η Bild στο άρθρο της, φιλοξενούσε μαρτυρίες και υποστήριζε πως οι «δράστες» προέρχονταν από κέντρο φιλοξενίας προσφύγων κοντά στην περιοχή.
Ένας μάρτυρας που είχε κάνει δηλώσεις στην εφημερίδα ήταν ιδιοκτήτης καταστήματος μαζικής εστίασης και είχε δηλώσει:
«Το μαγαζί μου ήταν γεμάτο με περίπου 50 Άραβες. Δεν μιλούσαν γερμανικά, έπιναν τα ποτά των θαμώνων και χόρευαν προκλητικά προς το μέρος τους. Οι γυναίκες μου ζήτησαν βοήθεια γιατί δέχονταν επίθεση. Ήταν επιθετικοί, φώναζαν και έκαναν χειρονομίες».
Άλλη μια καταγγελία προήλθε από μια 27χρονη γυναίκα που δήλωσε θύμακακοποίησης λέγοντας χαρακτηριστικά: «έβαλαν τα χέρια τους κάτω από τη φούστα μου, στα πόδια και το στήθος μου, παντού. Με πλησίαζαν όλοι και περισσότεροι».
Μάλιστα, ένα από τα υποτιθέμενα θύματα δεν βρισκόταν καν στην περιοχή της Φρανκφούρτης την περίοδο που υποτίθεται πως συνέβησαν οι σεξουαλικές επιθέσεις.
Στην ιστοσελίδα της BILD αναρτήθηκε ανακοίνωση που αναφέρει «η BILD ζητά συγγνώμη για το αναληθές δημοσίευμα και τις κατηγορίες που διατυπώνονταν σε αυτό».