Κυριακή δευτέρα του Τριωδίου. Στη γλώσσα της Εκκλησίας μας ονομάζεται Κυριακή του Ασώτου από τη σχετική ανάγνωση της παραβολής του Αποστόλου και Ευαγγελιστού Λουκά. Την ονόμασαν παραβολή των παραβολών και ευαγγέλιο των Ευαγγελίων. Θα μπορούσε ίσως καλύτερα να έχει χαρακτηρισθεί ως η Κυριακή του φιλανθρώπου Πατρός, φανερώνοντας την άπειρη αγάπη του Θεού προς το ανθρώπινο γένος, που εκπροσωπείται από τους δύο υιούς.
Ο σκοπός της παραβολής είναι να πληροφορηθούν περί της αληθείας οι Φαρισαίοι και οι Γραμματείς, οι οποίοι Τον κατηγορούσαν επειδή «ούτος αμαρτωλούς προσδέχεται και συνεσθίει αυτοίς»1, αφού «ήσαν εγγίζοντες αυτώ πάντες οι τελώναι και οι αμαρτωλοί ακούειν αυτού»2.
«Και ενώ κραύγαζαν για την αγαθότητά Του και τη φιλανθρωπία Του και Τον κατηγορούσαν επειδή δεχόταν κάποιους βεβήλους στη ζωή τους και τους δίδασκε, ο Χριστός θεώρησε πάρα πολύ αναγκαία τη διήγηση της παραβολής αυτής με την οποία μπορούσαν να δουν καλά … ότι ο Θεός των όλων θέλει, και ο αφοσιωμένος και πραγματικά γνήσιους (που γνωρίζει να ζει σεμνά και έχει τη φήμη της άκρας επιείκειας) να σπεύδει να ακολουθεί τα θελήματά Του, και (θέλει ακόμη) να ευχαριστείται μάλλον παρά να αισθάνεται λύπη χωρίς φιλαλληλία για αυτούς που καλεί σε μετάνοια, έστω κι αν είναι πάρα πολύ ένοχοι»3.
Και, πρώτον. Αυτή η παραβολή δεν αναφέρεται σε ένα συγκεκριμμένο αμάρτημα του νεωτέρου υιού. Αποκαλύπτει, κυρίως, ποιά είναι η φύση της αμαρτίας, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ανταρσία του ανθρώπου κατά του Θεού. Ο άνθρωπος, δρώντας με τέτοιο τρόπο, αλλοιώνει την όψη των πραγμάτων • τις εντολές του Θεού τις παρουσιάζει δύσκολες η και επικίνδυνες • την οικογενειακή ευτυχία, την πείρα και τις συμβουλές του πατρός τις θεωρεί ως φυλακή και τελείως αναχρονιστικές.
Γι αυτό και καταστρέφεται, έτσι, η προσωπική επικοινωνία του Θεού Πατέρα με το ανθρώπινο γένος. Ο άνθρωπος της αποστασίας δεν θέλει να ζει μέσα στη θαλπωρή και την αγάπη του Θεού. Ενώ απαιτεί από το Θεό υγεία, δύναμη, παρουσία αγαθών και ιδιαιτέρως απόλυτη ελευθερία, όμως στην ουσία δεν θέλει να έχει καμμία επικοινωνία με Αυτόν. Πόσο σοφά θα μιλήσει γι αυτήν τη διάσπαση ο Προφήτης Ιώβ : «Λέγει δε τω Κυρίω (ο ασεβής) • απόστα απ’ εμού, οδούς σου ειδέναι ου βούλομαι» – «Λέγει ο ασεβής προς τον Κύριο • φύγε από μένα, δεν θέλω να ξέρω τις εντολές σου»4!
Θέλουμε τα πλούτη, αλλά δεν θέλουμε το Θεό που μας τα δίδει.
Θέλουμε τα αγαθά Του, αλλά δεν θέλουμε να δούμε το πρόσωπό Του.
Θέλουμε κάθε τι που θα μας προσφέρει άνεση, δόξα και τιμή, δεν θέλουμε όμως, Εκείνον που μας τα χαρίζει δωρεάν και με αφθονία.
Γι αυτό και οι άνθρωποι αυτού του τύπου, όσα και να διαθέτουν, τελικά είναι κλεισμένοι στον εαυτό τους, έχοντας επάνω τους τη φοβερή ασθένεια της ατομοκρατίας. Και όταν χάσουν τα αγαθά τους, τότε παραμένουν στην απόλυτη μοναξιά τους και στην απελπισία τους, με μοναδική παρηγοριά τους χοίρους και τα ξυλοκέρατα, όπως μας θυμίζει η σημερινή παραβολή.
Πολύ σοφά οι Πατέρες της Εκκλησίας ονόμασαν την αμαρτία «νόσο χαλεπωτάτη, ψυχής παρανομία»5, «λιμό ισχυρό»6 και «νόσο βαρεία»7. Ο δε Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος την χαρακτηρίζει με απόλυτο τρόπο ως «ανομία» : «Πας ο ποιών την αμαρτίαν και την ανομίαν ποιεί, και η αμαρτία εστίν η ανομία»8.
Δεύτερον. Η παραβολή αυτή μας αναφέρει και τα αποτελέσματα της ανταρσίας : «Δαπανήσαντος δε αυτού πάντα, εγένετο λιμός ισχυρός κατά την χώραν εκείνην, και αυτός ήρξατο υστερείσθαι. Και πορευθείς εκολλήθη ενί των πολιτών της χώρας εκείνης, και έπεμψεν αυτόν εις τους αγρούς αυτού βόσκειν χοίρους. Και επεθύμει γεμίσαι την κοιλίαν αυτού από των κερατίων ων ήσθιον οι χοίροι, και ουδείς εδίδου αυτώ»9.
Ο Γεννάδιος Σχολάριος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, κάνει τις εξής παρατηρήσεις : «Ο Πατέρας του έδωσε τον ηγεμόνα νου και αυτός τον υποδούλωσε στα πάθη του •
του όρισε νόμο για να οικονομήσει καλώς τη ζωή του, προς ευφροσύνη του Ευεργέτου … αυτός όμως τον παρέβαινε και έτσι προκαλούσε συνεχώς τον Πατέρα.
Του άνοιξε την ιδία την πύλη της αιωνίου ζωής με την πίστη και το βάπτισμα και εκείνος με τις προσωπικές του αμαρτίες την έκλεισε πάλι αθλίως και εσύναξε στην ψυχή του σωρεία αμαρτιών αντί των δωρεών.
Αντί στον Πατέρα, υποδουλώνεται στον εχθρό και εκείνος τον κάνει χοιροβοσκό και ομοτράπεζο με τους χοίρους • εζητούσε από την τροφή τους και δεν μπορούσε ούτε αυτή να έχει, ώστε και από τους ιδίους τους χοίρους έγινε χειρότερος και αθλιότερος. Έτσι τιμούν οι δαίμονες εκείνους που υποδουλώνονται στα θελήματά τους»10.
Αυτή είναι η τραγικότητα της αμαρτίας : η υποδούλωση, η απουσία της ελευθερίας και του ανθρωπίνου προσώπου, η αποκτήνωση, η διάσπαση της προσωπικότητος, η τρέλα, η σχιζοφρένεια σε ποικίλες μορφές, και τελικά ο αιώνιος θάνατος.
Τρίτον. Σ αυτήν την παραβολή υπάρχει και κάτι το ελπιδοφόρο, που εντοπίζεται σε μία λέξη και σε μία φράση.
Η λέξη : «Πάτερ». Με αυτήν ο νεώτερος υιός επανορθώνει την τραυματισμένη σχέση του με τον πατέρα. Δεν είμαστε βγαλμένοι από τα χέρια του Δημιουργού; Δεν έχουμε πατέρα το Θεό; Δεν απολαμβάνουμε τα αγαθά Του καθημερινά; Άρα η ανταρσία επουλώνεται με την επιστροφή σ’ Αυτόν και με την επίκληση του Πατρός : «Πατέρα, είμαι δικός σου».
Η φράση : «Ήμαρτον ενώπιόν σου». Εδώ ευρίσκεται η επανεύρεση του αληθινού μας εαυτού και η απόκτηση της πραγματικής ελευθερίας. Γιατί αληθινά ελεύθερος, δεν είναι εκείνος που υποτάσσεται στην παράλογη δύναμη των ενστίκτων, αλλά εκείνος που παλεύει με τον εαυτό του για να μείνει αδέσμευτος. Ελεύθερος είναι όποιος νικά τον εγωισμό του και δέχεται με ταπείνωση τον άλλον στη ζωή του. Ελεύθερος είναι αυτός που δεν εμμένει στο πείσμα ούτε υπερτιμά τη δική του λογική, αλλά αναγνωρίζει πάνω από όλα το πρόσωπο του Θεού και υποτάσσεται χαρισματικά στην εν Χριστώ δουλεία για να γίνει με τη χάρη του Θεού απελεύθερος Χριστού11.
Ο καθένας, στην παραβολή αυτή, θα πρέπει να βλέπει τον εαυτό του και την ιστορία της ζωής του και να ακούει μυστικά τη φωνή της συνειδήσεώς του που να του υποδεικνύει πως «ημάρτηκα τω Κυρίω»12.
Και επειδή όλοι μας μιμηθήκαμε τον άσωτο στην αποδημία και στην αυτονόμηση, ας τον μιμηθούμε και στην επιστροφή, στην επανεύρεση του αληθινού εαυτού μας μέσα στην αγάπη του Θεού.
Συναμαρτωλέ αδελφέ μου, υπάρχει το έλεος, η αγάπη και η φιλανθρωπία του Θεού. Στο χέρι μας είναι η μετάνοια και η επιστροφή. Ευχηθείτε το και σε μένα. Αμήν.
1 Λουκ. 15,2.
2 Λουκ. 15,1.
3 Πρβλ. Αγίου Κυρίλλου Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, κεφ. 15, ΕΠΕ 26,85-87.
4 Ιώβ 21,14.
5 Αγίου Κυρίλλου Αρχιεπισκόπου Ιεροσολύμων, Κατήχησις Β Φωτιζομένων, κεφ. α’, PG 31,381.
6 Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστομου, Εις την παραβολήν περί του ασώτου, κεφ. α , PG 59,517.
7 Αυτόθι.
8 Α’ Ιω. 3,4.
9 Λουκ. 15,14-16.
10 Πατερικόν Κυριακοδρόμιον, εκδ. Ιερόν Κελλίον Αγίου Νικολάου Μπουραζέρη, Άγιον Όρος 2010, σελ. 465.
11 Α Κορ. 7,22.
12 Β Βασ. 12,13.