Στην παγωμένη λίμνη
Ποιανού είναι τα δάση αυτά, θαρρώ πως ξέρω.
Αν κι είναι η κατοικία Του πέρα στο χωριό.
Δεν θέλει να με δει στα δάση του να στέκω
το χιόνι που πυκνώνει να θωρώ.
το χιόνι που πυκνώνει να θωρώ.
………………………………………..
Παράξενα που τ’ αλογάκι μου θα νοιώθει
να στέκει – δίχως νά ’ναι φάρμα εδώ κοντά –
ανάμεσα απ’ τα δάση και την παγωμένη λίμνη
στου χρόνου την πιο σκοτεινή νυχτιά.
να στέκει – δίχως νά ’ναι φάρμα εδώ κοντά –
ανάμεσα απ’ τα δάση και την παγωμένη λίμνη
στου χρόνου την πιο σκοτεινή νυχτιά.
………………………………………..
Τα κουδουνάκια από τα χάμουρα τινάζει
μήπως λαθέψαμε σαν να ρωτά.
Μόνο το σάρωμα ακούγεται του ανέμου
κι οι νιφάδες που στρώνονται απαλά.
……………………………………………
Ωραία, βαθιά και σκοτεινά τα δάση οπού ’ναι.
μήπως λαθέψαμε σαν να ρωτά.
Μόνο το σάρωμα ακούγεται του ανέμου
κι οι νιφάδες που στρώνονται απαλά.
……………………………………………
Ωραία, βαθιά και σκοτεινά τα δάση οπού ’ναι.
Μα έχω υποσχέσεις να εκτελέσω εδώ
κι ωσότου κοιμηθώ έχω να κάμω δρόμο
κι έχω να κάμω δρόμο ωσότου κοιμηθώ.
κι ωσότου κοιμηθώ έχω να κάμω δρόμο
κι έχω να κάμω δρόμο ωσότου κοιμηθώ.
Ποίημα : Robert Frost (1874-1963)
Μετάφραση: Μελισσάνθη