Η Ελλάδα οδηγείται σε έναν νέο γύρο σύγκρουσης με τους πιστωτές και μια ενδεχόμενη κρίση χρέους, υποστηρίζει σε άρθρο του o Economist, σύμφωνα με το οποίο, η ελληνική κυβέρνηση αντιμετωπίζει ανυπέρβλητες πολιτικές δυσκολίες να ολοκληρώσει τη δεύτερη αξιολόγηση.
Παράλληλα, όπως σημειώνεται στο άρθρο, αρκετές κυβερνήσεις της ευρωζώνης είναι απρόθυμες να κάνουν παραχωρήσεις στην Ελλάδα καθώς είναι αντιμέτωπες με λαϊκιστικικές δυνάμεις σε κρίσιμες εκλογές.
Τρίτος παράγοντας είναι η διαφωνία μεταξύ Ευρωπαίων και Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την υφή των μέτρων που πρέπει να ληφθούν και ειδικότερα για τη βιωσιμότητα ή όχι του χρέους.
Τα προβλήματα της ελληνικής κυβέρνησης θα διογκωθούν τους ερχόμενους μήνες, με τον κίνδυνο για ένα νέο γύρο εκλογών να αυξάνεται, εκτιμά ο Economist για τους τρεις παραπάνω λόγους.
Στο άρθρο του Economist, σημειώνεται ότι η Αθήνα συνεχίζει να αντιτίθεται στην επιμονή των πιστωτών για στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5% του ΑΕΠ από το 2018 και μετά. Όπως αναφέρεται, η κυβέρνηση διαμαρτύρεται για την επιμονή του ΔΝΤ σε επιπλέον προληπτικά μέτρα σε περίπτωση που δεν επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι.
Στο άρθρο επισημαίνεται ότι η Ελλάδα έχει απόλυτη ανάγκη το δανεισμό, καθώς έως τον Ιούλιο του 2017, καλείται να καταβάλει τουλάχιστον 6 δισ. ευρώ σε δανειακές υποχρεώσεις.
Παράλληλα, το κρίσιμο ζήτημα για τον Economist είναι η μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας.
Οι διαμαρτυρίες της ελληνικής κυβέρνησης για τον «κόφτη» μπορεί να είναι ένας αντιπερισπασμός για να στρέψει την προσοχή μακριά από τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να κάνει στα εργασιακά, αναφέρεται.
«Μπορεί να αποδειχθεί μια κόκκινη γραμμή που πολλοί σκληροπυρηνικοί του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι έτοιμοι να περάσουν. Υπάρχει μεγάλη δυσανασχέτηση στο κόμμα για τα μέτρα που αναμένεται να εφαρμόσει η κυβέρνηση. Καθώς τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ βουτάνε, ορισμένοι μπορεί να αρχίσουν να αναρωτιούνται αν η καλύτερη πορεία είναι να προσπαθήσουν να σώσουν το κόμμα, ρίχνοντας την κυβέρνηση» σημειώνεται στο άρθρο.
«Δεν αναμένουμε ότι η δεύτερη αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί το Φεβρουάριο, πριν από τις εκλογές στην Ολλανδία το Μάρτιο και μπορεί να τραβήξει για μήνες. Περαιτέρω καθυστέρηση και αβεβαιότητα για τη δυνατότητα της Ελλάδας να τηρήσει το πρόγραμμα πληρωμών τον Ιούλιο θα έχουν αρνητική επίπτωση στην πραγματική οικονομία και στον τραπεζικό τομέα, που υποφέρει ήδη από την αιμορραγία καταθέσεων στις αρχές του 2017, παρά το καθεστώς κεφαλαιακών ελέγχων» αναφέρεται στο άρθρο.
Αν το ΔΝΤ αποφασίσει να μην συμμετάσχει στο πρόγραμμα διάσωσης, αυτό θα δημιουργούσε αναπόφευκτα περαιτέρω αμφιβολίες για την βιωσιμότητα του προγράμματος διάσωσης, το οποίο θα αποδειχθεί αδύνατο να εφαρμοστεί, επισημαίνει ο Economist.
Οι συντάκτες του άρθρου, όπως αναφέρουν, δεν είναι διατεθειμένοι να αλλάξουν την εκτίμηση τους πως η Ελλάδα θα φύγει από την ευρωζώνη την περίοδο 2017 – 21.