Ο ομογενής καλλιτεχνικός διευθυντής Ντιν Ταβουλάρης και ο ρόλος του στα χολιγουντιανά αριστουργήματα της έβδομης τέχνης
Για περισσότερο από τέσσερις δεκαετίες, ο οσκαρικός διευθυντής παραγωγής και σχεδιαστής Κωνσταντίνος Ταβουλάρης μεταφέρει το κοινό σε άλλους κόσμους και εποχές, είτε μιλάμε για το καταθλιπτικό Τέξας του «Μπόνι και Κλάιντ», είτε για το συνωμοτικό περιβάλλον της φαμίλιας των Κορλέονε στην τριλογία του «Νονού» είτε τέλος για τις μυστηριώδεις ζούγκλες του αντιπολεμικού έπους «Αποκάλυψη Τώρα»!
Φράνσις Φορντ Κόπολα, Μικελάντζελο Αντονιόνι, Ρομάν Πολάνσκι, Άρθουρ Πεν, Βιμ Βέντερς, Γουίλιαμ Φρίντκιν και τόσοι ακόμα δημιουργοί πίνουν νερό στο όνομα του Ντιν, όπως είναι γνωστός στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο οποίος ενσαρκώνει τα κινηματογραφικά οράματα των σκηνοθετών πηγαίνοντάς τα μπόλικα επίπεδα παραπάνω.
Έχοντας υπογράψει εξάλλου την καλλιτεχνική διεύθυνση σε τόσα και τόσα διαμάντια του αμερικανικού κινηματογράφου, περαιτέρω συστάσεις δεν χρειάζεται ο αρχιτέκτονας και ζωγράφος Ταβουλάρης που τόσο αγάπησε το σινεμά και έβαλε σκοπό να διασφαλίσει τη μαγεία του.
Πέντε φορές υποψήφιος για Όσκαρ Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης, ο Ντιν πήρε το πολυπόθητο χρυσό αγαλματίδιο για το δεύτερο μέρος του «Νονού», το οποίο για την κινηματογραφική βιομηχανία των ΗΠΑ δεν έπαιξε φυσικά κανέναν ρόλο, μιας και ο Ταβουλάρης ήταν ήδη καθιερωμένος συνεργάτης του Χόλιγουντ και ο λαμπρός χειρισμός του στα σκηνικά του 20ού αιώνα επαινούνταν απ’ όλους.
Αρχιτέκτονας, ζωγράφος και σχεδιαστής κατόπιν για τα στούντιο της Disney, δεν θα του έπαιρνε πολύ να μεταπηδήσει στον κινηματογράφο και να συνεργαστεί με τον Αντονιόνι και τον Κόπολα γινόμενος τελικά ο άνθρωπος που -όπως λέει ο ίδιος- «εμπλέκεται σε όλες τις οπτικές πτυχές ενός φιλμ».
Παρά την τεράστια απήχησή του στην κινηματογραφική βιομηχανία, κάποια στιγμή εγκατέλειψε το σινεμά για να επικεντρωθεί στη δεύτερη μεγάλη αγάπη του, τη ζωγραφική, αν και ο κινηματογράφος δεν θα τον άφηνε να ξεμπλέξει έτσι εύκολα…
Πρώτα χρόνια
Ο Κωνσταντίνος «Ντιν» Ταβουλάρης γεννιέται στις 18 Μαΐου 1932 σε πόλη της Μασαχουσέτης από έλληνες μετανάστες στον Νέο Κόσμο. Ο μικρός Κώστας μεγαλώνει ωστόσο στο Λος Άντζελες και η μοίρα θα τον φέρει από τρυφερή ηλικία στον κόσμο των μεγάλων χολιγουντιανών στούντιο: το καφενείο του πατέρα του γέμιζε από παραγωγούς και σταρ του σινεμά και ειδικά το στούντιο της Fox ήταν μεγάλοι θαμώνες!
Ο έφηβος Ντιν συνηθίζει να παραδίδει τους καφέδες στα στούντιο και μαγεύεται στη θέα των κινηματογραφικών πλατό. Αυτός ο επίγειος παράδεισος χαράχτηκε στη μνήμη του και θα σφράγιζε λίγο πολύ τις κατοπινές του κινήσεις.
Πριν αποφασίσει πάντως να βρεθεί πίσω από τα μεγάλα σκηνοθετικά ονόματα της αμερικανικής κινηματογραφίας και να γράψει το δικό του χρυσό κεφάλαιο στη σύγχρονη ιστορία της έβδομης τέχνης, δεν είναι παρά φοιτητής αρχιτεκτονικής και ζωγραφικής κατόπιν σε μια σειρά από πανεπιστήμια και κολέγια.
Ολοκληρώνοντας τις υποχρεώσεις του στις σχολές καλών τεχνών απ’ όπου πέρασε, θα κάνει την πρακτική του ως σχεδιαστής στα Disney Studios. Εκεί θα συνεργαστεί στο animation του 1955 «Η Λαίδη και ο Αλήτης» κι εκεί θα γνωρίσει και θα αγαπήσει την τεχνική του storyboard (την εικονογράφηση του σεναρίου δηλαδή), με τα πρώτα του σκίτσα να βρίσκουν τον δρόμο της παραγωγής στις «20.000 λεύγες κάτω από τη θάλασσα» (1954).
Και πριν καλά καλά το καταλάβει, θα του ζητήσει να συνεργαστούν ο Άρθουρ Πεν στην ταινία που τόσο ήθελε να γυρίσει το 1967 και ονόμαζε «Μπόνι και Κλάιντ»!
Ο οσκαρικός καλλιτεχνικός διευθυντής του Χόλιγουντ
Αφού πέρασε και από τη θέση του βοηθού σκηνογράφου για να μάθει από πρώτο χέρι τη δουλειά, ο Ντιν υπογράφει το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο ως σχεδιαστής παραγωγής στο «Μπόνι και Κλάιντ». Εκεί θα συλλάβει μια δική του εκδοχή για την Αμερική της Μεγάλης Ύφεσης τόσο στιλιζαρισμένη που λίγη σχέση είχε με την ιστορική εποχή.
Η ρομαντική και νοσταλγική απεικόνισή του συμβάλει όμως τα μέγιστα στην ατμόσφαιρα του κλασικού φιλμ και είναι μάλιστα από τα λίγα που διασώθηκαν όταν η ταινία βγήκε στις αίθουσες. Μέχρι και νέα μόδα στο στιλ και το ντεκόρ πυροδότησε και ο θρίαμβος λογίστηκε προσωπική επιτυχία του άπειρου κινηματογραφικά Ταβουλάρη!
Ο Άρθουρ Πεν θα τον πάρει και στην επόμενη ταινία του τρία χρόνια αργότερα, «Το μεγάλο ανθρωπάκι» (1970), και κατόπιν θα τον επιλέξει ο κορυφαίος Μικελάντζελο Αντονιόνι για το αμερικανικό αριστούργημά του «Zabriskie Point», όπου ο Ντιν του φτιάχνει μια σύγχρονη εκδοχή της αμερικανικής Δύσης που κάνει τον ιταλό δημιουργό να τρίψει τα μάτια του!
Ο διάχυτος καταναλωτισμός που ήθελε ο Αντονιόνι στην ταινία του εξασφαλίστηκε και με το παραπάνω στο όραμα του Ταβουλάρη, ο οποίος σχεδίασε προσωπικά και την καταληκτική σκηνή της έκρηξης σε slow motion.
https://www.youtube.com/watch?v=x4DhYAT-Feg
Την ίδια χρονιά, ξανασυνεργάζεται με τον Κόπολα στη φοβερή «Συνομιλία» θέτοντας όχι μόνο τις βάσεις μιας από τις αποδοτικότερες συνεργασίες σκηνοθέτη-καλλιτεχνικού διευθυντή στην ιστορία του Χόλιγουντ, αλλά και τα θεμέλια αυτού που θα επακολουθούσε και θα λεγόταν «Αποκάλυψη Τώρα»!
Εκεί ο Ταβουλάρης θα αφεθεί ελεύθερος να δημιουργήσει και θα μας χαρίσει την εφιαλτικότερη ζούγκλα του παγκόσμιου σινεμά! Αλλά και ένα από τα σκοτεινότερα βασίλεια, το οποίο εμπνεύστηκε όπως είπε από τον ναό του Άνγκορ Βατ. Στα περιπετειώδη μάλιστα γυρίσματα της ταινίας θα γνωρίσει την κατοπινή του γυναίκα, τη γαλλίδα ηθοποιό Aurore Clement, ο ρόλος της οποίας κόπηκε ωστόσο εντελώς από την ταινία που βγήκε στις αίθουσες (παίζει πάντως στο ολοκληρωμένο «Apocalypse Now Redux» του 2001).
Ο Κόπολα λέει για τον καλό του φίλο Ντιν πως ακόμα κι αν διαφωνούσε μαζί του, εμπιστευόταν πάντα το ένστικτο και την καλλιτεχνική του ματιά. Με τον Κόπολα συνεργάστηκε και στο τρίτο μέρος του «Νονού» το 1990, αν και μέχρι τότε ήταν ο πιο σοφιστικέ καλλιτεχνικός διευθυντής του Χόλιγουντ.
Από τη σαραντάχρονη καριέρα του ως σχεδιαστής και διευθυντής παραγωγής ξεχωρίζουν οι δουλειές του για τον Βιμ Βέντερς («Ιδιωτικός ντετέκτιβ Χάμετ» το 1982), τον Γουόρεν Μπίτι («Bulworth» το 1998) και τον Ρομάν Πολάνκσι («Η Ένατη Πύλη» το 1999). Με τον Κόπολα δούλεψε και πάλι το 1988 στο «Τάκερ: Ο άνθρωπος και το όνειρό του» υπογράφοντας άλλη μια αψεγάδιαστη παραγωγή.
Τελευταία χρόνια
Μην έχοντας πια τι άλλο να αποδείξει στην έβδομη τέχνη, στράφηκε κάποια στιγμή στη δεκαετία του 1990 στη δεύτερη μεγάλη αγάπη του, τη ζωγραφική, όπου και πέρασε τα επόμενα 10-15 χρόνια γυρνώντας τον κόσμο με ατομικές και συλλογικές εκθέσεις.
Δεν είχε πει όμως την τελευταία λέξη του στο σινεμά, κι έτσι επέστρεψε το 2011 στην έβδομη τέχνη για να σχεδιάσει τη μαύρη κωμωδία του Πολάνσκι «Ο θεός της σφαγής». Μέχρι τότε μετρούσε ήδη περισσότερες από 30 ταινίες στο ενεργητικό του αλλά και πέντε υποψηφιότητες για Όσκαρ Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης! Διαγράφοντας ταυτοχρόνως μια ξεχωριστή και εντελώς ιδιοσυγκρασιακή πορεία 40 και πλέον ετών.
Πλέον μοιράζει τον χρόνο του μεταξύ Λος Άντζελες και Παρισιού με τη σύζυγό του και εξηγεί όταν τον ρωτούν με το πάντα ευγενικό του ύφος ότι δεν απομακρύνθηκε ουσιαστικά ποτέ από το σινεμά.
Παρά τα δύο μαρτυρικά χρόνια που πέρασε στις Φιλιππίνες για την «Αποκάλυψη Τώρα» (για την οποία είχε δηλώσει: «ποτέ δεν είχες την αίσθηση στο τέλος της μέρας ότι ήσουν μια μέρα πιο κοντά στην ολοκλήρωση της παραγωγής»!), διατηρεί πάντα τη φιλική του σχέση με τον Κόπολα και όταν τον ρωτούν αν πρόκειται να ξανασυνεργαστούν οι δυο τους, απαντά με ένα συνωμοτικό χαμόγελο: «είναι πιθανό»…