14 περιπετειώδη χρόνια για το 14ωρο «Dune» που έζησε την πιο παταγώδη εισπρακτική και καλλιτεχνική αποτυχία
Το 1965 ο κολοσσιαίος Φρανκ Χέρμπερτ χαρίζει στην ανθρωπότητα το σκοτεινό έπος που σφράγισε την επιστημονική φαντασία.
Το κλασικό σήμερα «Dune» είναι ένα από τα πιο πολύπλοκα και πολυεπίπεδα έργα που γράφτηκαν ποτέ, πυροδότησε πέντε συνέχειες και λατρεύτηκε από τους απανταχού λάτρεις του sci-fi.
Λίγα χρόνια αργότερα, ο μεγάλος χιλιανός σουρεαλιστής σκηνοθέτης Αλεχάντρο Γιοντορόφσκι θέλησε να το φέρει στη μεγάλη οθόνη, παρά τις εκκλήσεις των σεναριογράφων ότι το μυθιστόρημα του Χέρμπερτ ήταν πρακτικά αδύνατον να γίνει ταινία!
Σε μια διεστραμμένη αίσθηση ιστορικής ειρωνείας, οι ειδικοί είχαν αυτή τη φορά δίκιο, καθώς για τα επόμενα 14 χρόνια μια μακρά στρατιά από τους κορυφαίους του παγκόσμιου σινεμά αλλά και πολλούς ακόμα (από τον Σαλβαντόρ Νταλί και τον Όρσον Γουέλς μέχρι τους Pink Floyd και τον Μικ Τζάγκερ) θα αποτύγχαναν να το φέρουν στη ζωή.
Όταν βγήκε τελικά πετσοκομμένο από την αρχική διάρκεια των 14 ωρών(!) και πνέοντας τα λοίσθια στο πανί το 1984, με την υπογραφή του Ντέιβιντ Λιντς εντέλει, το φιλμ έγινε αμέσως η πιο διαβόητη αποτυχία όλων των κινηματογραφικών εποχών!
Ο Λιντς το αποκήρυξε, οι λάτρεις του Χέρμπερτ έτριβαν τα μάτια τους από το δυσνόητο και το ανεπαρκές της ταινίας και ακόμα και ο άνθρωπος που τόσο λυσσαλέα προσπάθησε να το κάνει ταινία, ο ίδιος ο Γιοντορόφσκι, ένιωσε ανακουφισμένος που η σκηνοθεσία δεν έφερε την υπογραφή του.
Και πόσο κρίμα ήταν όλο αυτό για την ίδια την ιστορία του σινεμά αλλά και την εξέλιξη της φιλμικής γλώσσας! Αν γυριζόταν το «Dune» όταν έπρεπε, πολύ πριν από το πρώτο «Star Wars» δηλαδή, καταλαβαίνουμε τι αντίκτυπο θα είχε για το κινηματογραφικό sci-fi, όντας αυτό το σημείο καμπής που θα επηρέαζε όλο το κατοπινό genre.
Φρανκ Χέρμπερτ, Αλεχάντρο Γιοντορόφσκι και Ντέιβιντ Λιντς περιλαμβάνονται εξάλλου στους πιο ευφάνταστους και εφευρετικούς δημιουργούς του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα και μια τέτοια συνεργασία θα ήταν ικανή να διασφαλίσει το αριστουργηματικό του αποτελέσματος.
Σε πείσμα όμως των κινηματογραφικών χρονικών, η ταινία δεν έγινε ποτέ. Έγινε, όπως ξέρουμε, μιας και βγήκε στη μεγάλη οθόνη το 1984. Πραγματικά όμως δεν έγινε ποτέ και έχουν σαφώς δίκιο όσοι το υπαινίσσονται αυτό. Τι σχέση είχε το δυστοπικό αριστούργημα που ευαγγελιζόταν ο Γιοντορόφσκι με το πετσοκομμένο και ακαταλαβίστικο συμπίλημα που βγήκε στη σκοτεινή αίθουσα;
Τι κοινό μπορεί να έχει το κλασικό έπος του σκοτεινού διαστρικού μέλλοντος με ένα τελικό κινηματογραφικό προϊόν που δεν ήταν όραμα κανενός σκηνοθέτη, αλλά απόφαση παραδόπιστων παραγωγών και μεγαλοστελεχών μάρκετινγκ και διαφήμισης; Ο ίδιος ο Λιντς, που δεν είχε τελικά κανένα έλεγχο στην ταινία, άφησε παρακαταθήκη τη μεγαλύτερη στα κινηματογραφικά χρονικά διαμάχη μεταξύ σκηνοθέτη και στούντιο, αλλά και μια τρύπα 40 εκατ. δολαρίων στο στούντιο που δεν μάζεψε ούτε τα έξοδά του.
Αυτά παθαίνεις όταν δίνεις να σου γυρίσει το πανάκριβο sci-fi ο σκηνοθέτης του «Eraserhead», σχολίασαν πικρόχολα οι κριτικοί το 1984, μιας και δεν ήξεραν τη σατανική ιστορία της καταραμένης από θεούς και ανθρώπους ταινίας. Γιατί και ο εξίσου εμβληματικός Γιοντορόφσκι των «El Topo» και «Santa Sangre» δεν είχε καθόλου καλύτερη τύχη με το project.
Έχοντας μόλις ολοκληρώσει το σουρεαλιστικό του αριστούργημα «The Holy Mountain» (1973), ανέλαβε ήδη από κείνη τη χρονιά την υλοποίηση του «Dune» με χρηματοδότες μια γαλλική κοινοπραξία. Για συνεργάτες διάλεξε τους απολύτως καλύτερους του κόσμου, από τον σκοτεινό Χανς Ρούντολφ Γκίγκερ (τον δημιουργό του «Alien»), τον πολύπειρο Κρις Φος και τον μεγάλο καρτουνίστα Moebius, μέχρι τον ανεπανάληπτο δημιουργό ειδικών εφέ Νταν Ο’Μπάνον (που είχε μόλις ολοκληρώσει τη διαστημική κωμωδία «Dark Star» με τον Τζον Κάρπεντερ) και για ηθοποιούς τους Όρσον Γουέλς, Γκλόρια Σουάνσον και Ντέιβιντ Καραντάιν.
Και μιας και ο Γιοντορόφσκι ήταν εντελώς ιδιοσυγκρασιακός, είχε καλέσει στο καστ και εμβληματικές προσωπικότητες άλλων χώρων, από τον Μικ Τζάγκερ δηλαδή μέχρι και τον Σαλβαντόρ Νταλί. Και για το soundtrack, κανέναν άλλον από τους Pink Floyd! Το παραισθησιογόνο σύμπαν που θέλησε να φιλοτεχνήσει ο Γιοντορόφσκι (ο Νταλί είχε σχολιάσει σχετικά: «Δεν παίρνω ναρκωτικά. Εγώ είμαι τα ναρκωτικά»!) θα κρατούσε 14 ώρες, αφού τόσες χρειάζονταν για να μεταφερθεί στην οθόνη κάτι από τη δυστοπική μαγεία του μυθιστορήματος του Χέρμπερτ.
Ο ίδιος ο συγγραφέας το ανακάλυψε μόνος του, όταν έριξε μια ματιά στο στούντιο και είδε τα 2 από τα 9,5 εκατ. δολάρια του αρχικού μπάτζετ της ταινίας να έχουν ξοδευτεί σε ένα σενάριο «στο μέγεθος τηλεφωνικού καταλόγου»! Όταν σπατάλησε και το τελευταίο δολάριο και μην μπορώντας να βρει άλλο κονσόρτσιουμ να χρηματοδοτήσει το δυσοίωνο όραμά του, ο Γιοντορόφσκι αποσύρθηκε από το φιλμ με την ουρά κάτω από τα σκέλια (τα υλικά που είχε ετοιμάσει αλλά και το εντυπωσιακό εύρος του ονείρου του για το «Dune» παρείχαν ωστόσο τη βάση για το ντοκιμαντέρ του 2014 «Jodorowsky’s Dune»).
«Σχεδόν όλες οι μάχες κερδήθηκαν, αλλά ο πόλεμος χάθηκε», έγραψε αργότερα ο χιλιανός δημιουργός σε ένα δοκίμιο αναφορικά με το «Dune»: «Το Χόλιγουντ σαμπόταρε το project. Ήταν γαλλικό και όχι αμερικάνικο. Το μήνυμά του δεν ήταν ‘‘αρκετά Χόλιγουντ’’. Υπήρξαν ίντριγκες, λεηλασίες. Το storyboard κυκλοφόρησε σε όλα τα μεγάλα στούντιο. Αργότερα, το οπτικό περιεχόμενο του ‘‘Star Wars’’ θύμιζε πολύ το δικό μας στιλ. Για να κάνουν τo ‘‘Alien’’, κάλεσαν τον Moebius, τον Φος, τον Γκίγκερ, τον Ο’Μπάνον κ.λπ.».
Και φυσικά είχε κάθε δίκιο να διαμαρτύρεται ο Γιοντορόφσκι, αφού ίχνη του καλλιτεχνικού του οράματος συναντάμε ακόμα και στο «Blade Runner» (ο Ρίντλεϊ Σκοτ είχε αναλάβει για μερικά φεγγάρια την υλοποίηση του «Dune») ή το «The Matrix». Ο Γιοντορόφσκι συνέχισε τη μεγάλη ιδιοσυγκρασιακή του καριέρα και συνεχίζει ακόμα και σήμερα, στα 87 του, αλλά το «Dune» παραμένει όπως λέει η καλύτερη ταινία που δεν έκανε ποτέ…
Το «Dune» που βγήκε στις αίθουσες
Όταν η κινηματογραφική μεταφορά του sci-fi αριστουργήματος του Χέρμπερτ βγήκε στις αίθουσες τον Δεκέμβριο του 1984, συνάντησε τον σχεδόν καθολικό χλευασμό. Οι σκληροπυρηνικοί φαν του βιβλίου εξαπέλυαν μύδρους, το λιγοστό κοινό έβγαινε από τo σινεμά ξύνοντας το κεφάλι του και οι ειδικοί το έθαψαν όπως λίγες κινηματογραφικές παραγωγές.
Ο κορυφαίος αμερικανός κριτικός κινηματογράφου Ρότζερ Έμπερτ το μίσησε όσο δεν μίσησε ποτέ ταινία: «Πήρε στο ‘‘Dune’’ λιγότερο από εννιά λεπτά για να μου στερήσει κάθε προσδοκία», είπε για να συνεχίσει: «Η ταινία ήταν αληθινός αχταρμάς, ένα ακατανόητο, άσχημο, αδόμητο, άσκοπο ταξίδι στις πιο σκοτεινές σφαίρες ενός από τα πιο συγκεχυμένα σενάρια όλων των εποχών».
Ξεκινώντας από το 1971 με τις παρθενικές συζητήσεις, το φιλμ είχε κάψει εκατομμύρια δολάρια περνώντας διαδοχικά από χέρια παραγωγών σε χέρια σκηνοθετών και τανάπαλιν. Ο αρχικός παραγωγός Άρθουρ Τζέικομπς (του «Πλανήτη των Πιθήκων») το παρέδωσε στον Γιοντορόφσκι, αυτός στον κατοπινό μετρ του είδους Ρίντλεϊ Σκοτ, για να καταλήξει έπειτα από χίλια κύματα στο γραφείο του αβάν-γκαρντ δημιουργού Ντέιβιντ Λιντς.
Ακόμα πιο περίεργη είναι η εμπλοκή στην παραγωγή του «βαρόνου» του ιταλικού σινεμά Ντίνο ντε Λαουρέντις, ο οποίος αγόρασε τα δικαιώματα του ήδη καταραμένου «Dune» το 1978, όταν πλέον είχε κυκλοφορήσει (την αμέσως προηγούμενη χρονιά!) το πρώτο «Star Wars» και θέλησε να κλέψει λίγη από την εμπορική του επιτυχία.
Αυτό που δεν ήξερε βέβαια ο ιταλός μεγαλοπαραγωγός ήταν πως το 14ωρο όραμα του Γιοντορόφσκι ήταν τόσο αντι-«Star Wars» όσο δεν έπαιρνε! Ο Λούκας έκανε τα πάντα για να γίνει φιλικός στο κοινό ο «Πόλεμος των Άστρων», πηγαίνοντας τον κόσμο σε μακρινούς μεν γαλαξίες, αλλά με ομαλές μεταβάσεις και αναγνωρίσιμα μοτίβα. Η φόρμα του «Star Wars» ήταν εξάλλου εντελώς οικεία, καθώς δεν ήταν παρά ένα διαστημικό γουέστερν.
Το πολυεπίπεδο «Dune» ήταν σκοτεινό, δυστοπικό και δύσκολα προσβάσιμο από το μη εξοικειωμένο με το σύμπαν του βιβλίου κοινό, κάτι που δεν ήξερε ο ντε Λαουρέντις. Αυτός είχε δει το «Star Wars», είχε μυριστεί τη λαϊκή απήχηση και όταν έπεσε στα χέρια του το «Dune», θεώρησε πως είχε τη μαγική συνταγή στα χέρια του. Το βιβλίο του Χέρμπερτ προσέφερε εξάλλου μια ολοκληρωμένη μυθολογία, ένα σκοτεινό μεν πλην πλήρες και λεπτομερέστατο σύμπαν αστρικών μαχών για κυριαρχία στον πλανήτη Αρράκις.
Το να χωρέσουν βέβαια όλα αυτά σε μια δίωρη, άντε τρίωρη, ταινία λογίστηκε εξαρχής κωμικοτραγικά αδύνατο. Ταυτοχρόνως, η ακατανόητη γλώσσα των καταιγιστικών νεολογισμών του Χέρμπερτ δεν είχε τίποτα από το εύπεπτο των τζεντάι και της Δύναμης του «Star Wars». Ήταν ένα ολότελα ξένο και ανοίκειο σύμπαν ηρώων χωρίς ανθρώπινες ιδιότητες και δεν υπήρχε εδώ ένας κωμικός Χαν Σόλο να σώζει την παρτίδα και να ταυτίζεται το κοινό μαζί του.
Ήταν όμως και το άλλο, το οποίο αναγνώρισε αμέσως ο πολύπειρος ντε Λαουρέντις και προσπάθησε να το κόψει, με τραγικώς δραματικά αποτελέσματα. Το «Star Wars» ήταν μια διασκεδαστική ταινία επιστημονικής φαντασίας με επιφανειακούς μύθους και χαλαρή πλοκή. Το «Dune» ήθελε να προκαλέσει το κοινό και να το κάνει να τριβελίσει το λογικό του πάνω σε προαιώνια οντολογικά ερωτήματα που δεν παίρνουν εύπεπτες αποκρίσεις.
Κάτι που δεν χώρεσε φυσικά στις 2 ώρες και 17 λεπτά της τελικής του διάρκειας, αφήνοντας την ταινία συγκεχυμένη και ακατανόητη και έναν ταλαίπωρο εκφωνητή να προσπαθεί να καλύψει τα κενά της πλοκής. Η τραγική ειρωνεία είναι εδώ ότι όταν άρχισε ο Γιοντορόφσκι να ασχολείται με την ιδέα της υλοποίησης του «Dune» εκεί στις αρχές της δεκαετίας του 1970, ο κόσμος δεν ήξερε από «Star Wars» (το πρώτο επεισόδιο βγήκε στις αίθουσες το 1977).
Κι έτσι οι ιδέες του ήταν επαναστατικές και το φιλμ του δεν είχε να συγκριθεί με τον μελλοντικό γίγαντα του sci-fi σινεμά. Μέχρι να ολοκληρωθεί το 1984 από τα χέρια του ιταλού μεγαλοπαραγωγού, δεν ήταν παρά μια εμπορικότατη προσπάθεια να εξαργυρωθεί λίγη από την κατακλυσμιαία φήμη του «Star Wars» και των προϊόντων του που κατέκλυσαν την οικουμένη.
Ακόμα χειρότερα, ο ντε Λαουρέντις έδωσε τα ηνία του παραγωγού στην κόρη του Ραφαέλα, η οποία μην μπορώντας να βγάλει άκρη για το τι συνέβαινε στο βιβλίο, το παρέδωσε στον Λιντς, ο οποίος είχε κάνει μόλις δυο ταινίες μέχρι τότε (τα «Eraserhead» και «The Elephant Man»). Ο Λιντς, όντας ο Λιντς, αναγνώρισε την αδυναμία του κολοσσιαίου σύμπαντος του Χέρμπερτ να μετατραπεί σε μια δίωρη ψυχαγωγική ταινία, το προσπάθησε ωστόσο και το αποτέλεσμα θα ήταν σαφώς καλύτερο αν δεν του έπαιρναν τον έλεγχο της ταινίας και το τελικό μοντάζ φυσικά.
Τόσο εξοργισμένος ήταν ο Λιντς με το κινηματογραφικό προϊόν που βγήκε στις αίθουσες που αρνήθηκε να υπογράψει το «Dune», το οποίο κυκλοφόρησε μάλιστα σε τρεις διαφορετικές version! Το όνομα του Λιντς αντικαταστάθηκε με το περιβόητο ψευδώνυμο που χρησιμοποίησαν τόσοι και τόσοι σκηνοθέτες που ντράπηκαν να συνδεθούν με την ταινία που γύρισαν («Alan Smithee»), ενώ αφαίρεσε το όνομά του και από τους σεναριογράφους.
Διαβλέποντας το σεναριακό φιάσκο, ο Λιντς έριξε όλο το βάρος στα υπόλοιπα και πέτυχε πράγματι να φιλοτεχνήσει μια ταινία με εξαιρετική μουσική (συνεργάστηκε ακόμα και ο Μπράιαν Ίνο), φανταστικά κοστούμια και σκηνικά, αλλά και προωθημένα για την εποχή ειδικά εφέ. Η τεχνική αρτιότητα δεν εξασφαλίζει βέβαια σε καμιά ταινία μια θέση στην καρδιά του κοινού, γι’ αυτό και το πολυθρύλητο blockbuster μάζεψε μόλις 30 από τα 40 εκατ. δολάρια του κόστους του και θάφτηκε απ’ όλους.
https://www.youtube.com/watch?v=NMnM1Qww2xs
Έτερος κριτικός σχολίασε αργότερα (και πικρόχολα) ότι το μόνο καλό που βγήκε για τον Λιντς από το «Dune» είναι πως του έδωσε το έναυσμα για το κατοπινό του αριστούργημα, το «Μπλε βελούδο». Κι επειδή έχει κι αυτό τη σημασία του, ο ίδιος ο Φρανκ Χέρμπερτ είπε βγαίνοντας από τη σκοτεινή αίθουσα πως λάτρεψε τη δουλειά του Λιντς!
Το γλωσσάρι που αναγκάστηκαν να δώσουν τα Universal Studios στο κοινό
Πόσες ταινίες ξέρετε που να κυκλοφορούν στις αίθουσες με τα λυσάρια τους; Ακριβώς! Ήταν στις τόσες και τόσες δοκιμαστικές προβολές του «Dune» που ο κόσμος δεν καταλάβαινε τίποτα και οι παραγωγοί ξανάμπαιναν στο μοντάζ για να κάνουν το φιλμ πιο προσβάσιμο αντιληπτικά.
Κάποια στιγμή κατάλαβαν πως ό,τι κι αν έκαναν αυτό δεν άλλαζε, κι έτσι αποφάσισαν να αλλάξουν στρατηγική για να σώσουν την πανάκριβη παραγωγή από την κινηματογραφική λήθη. «Αν ο αναγνώστης δεν έχει γνώση του εξαιρετικά πυκνού βιβλίου, το παραφουσκωμένο φιλμ δεν βγάζει απολύτως κανένα νόημα», σχολίασε αμερικανός κριτικός για το «Dune».
Έτερος ειδικός αποφάνθηκε για την επινοημένη γλώσσα του Χέρμπερτ: «Μέσα στα πρώτα 10 λεπτά, το φιλμ βομβαρδίζει το κοινό με ακατανόητες λέξεις όπως Kwisatz Haderach, landsraad, gom jabber και sardaukar χωρίς κανένα πλαίσιο κατανόησης». Ναι, αλλά αυτό κάνει και το «Star Wars», διαμαρτυρήθηκαν οι παραγωγοί, για να πάρουν την απάντηση του κοινού από την έρευνα που έκαναν: τα «jedi», «blaster», «droid» και «force» που χρησιμοποιεί ο «Πόλεμος των Άστρων» είναι γνωστές λέξεις για πράγματα που δεν ξέρουμε.
Κι έτσι ήρθε η αναπάντεχη λύση: τα Universal Studios ένιωσαν ότι το κοινό του «Dune» χρειαζόταν ταχύρρυθμο φροντιστήριο για να μπει στο σύμπαν της ταινίας κι έτσι κυκλοφόρησαν ένα γλωσσάρι για τους κινηματογραφόφιλους που θα έμπαιναν στον κόπο να συρθούν ως τη σκοτεινή αίθουσα!
Υπάρχουν λίγες πληροφορίες για το πότε ακριβώς πήρε το στούντιο την απροσδόκητη απόφαση αλλά και πώς στο καλό περίμενε να διαβάσει το κοινό τις σημειώσεις μέσα στο κατασκόταδο του κινηματογράφου. Ο Λιντς δεν είχε φυσικά καμιά σχέση με το μαρκετίστικο τέχνασμα, που του απέδειξε απλώς τι εφιάλτη είχε ζήσει στο σκάρωμα της ταινίας.
Το «Dune» μπορεί να βυθίστηκε στην εποχή του σε μια άμμο πυκνότερη και από του Πλανήτη των Ερήμων (Αρράκις) ακόμα, διασώθηκε ωστόσο χάρη στους φαν της πενταπλής περιπέτειας του Χέρμπερτ. Σήμερα απολαμβάνει καθεστώς καλτιάς, μιας και ήταν μια φιλότιμη προσπάθεια να τα βάλει η εικόνα με τον πυκνό λόγο ενός από τα κορυφαία έπη επιστημονικής φαντασίας όλων των εποχών…