Η εξέλιξη των γυναικείων εσωρούχων μέσα στο χρόνο
Οι άνθρωποι ένιωσαν την ντροπή ήδη πολύ νωρίς στην ιστορία τους, αφού ακόμα και οι προϊστορικές οντότητες των σπηλαίων φορούσαν φύλλα συκής για να κρύψουν το φύλο τους από τα αδιάκριτα μάτια του άλλου.
Η ανθρωπότητα βέβαια εσώρουχο, με την έννοια του εκλεκτού και αισθησιακού ενδύματος, δεν θα έβλεπε παρά τον Μεσαίωνα. Τα εσώρουχα θεωρούνταν εξάλλου ανδρική υπόθεση, η οποία υποδείκνυε κοινωνικό κύρος και εξουσία.
Παρά τα όσα είδη εσωρούχων κυκλοφόρησαν όμως κατά καιρούς, οι γνώσεις μας για την ύπαρξή τους μόνο βέβαιες δεν είναι. Πρόσφατα, το 2008, σουτιέν και κάτω εσώρουχα του 15ου αιώνα, πολύ κοντά στη σημερινή γνώριμη σε εμάς εκδοχή, βρέθηκαν σε κάστρο της Αυστρίας, αποδεικνύοντας την ύπαρξη γυναικείων εσωρούχων κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα.
Αρχαία Ελλάδα – Αρχαία Ρώμη
Οι αρχαίες Ελληνίδες φόραγαν μια μορφή στηθόδεσμου που ονομαζόταν απόδεσμος, ένα μάλλινο ή λινό κομμάτι υφάσματος που τυλιγόταν γύρω από τα στήθη και έδενε στην πλάτη. Στη μινωική τέχνη θα δει κανείς γυναίκες στην Κρήτη, κοντά 4.000 χρόνια πριν, να φορούν τέτοιες μορφές εσωρούχων.
Στην Αρχαία Ρώμη, σύμφωνα με τα έθιμα, οι γυναίκες με τα μεγάλη στήθη στερούνταν γοητείας. Αναγκάζονταν έτσι να φοράνε σουτιέν, που δεν ήταν τίποτα άλλο από μια υφασμάτινη λωρίδα που έσφιγγε τα στήθη τους, περιορίζοντας το μέγεθός τους και απέτρεπε την περαιτέρω ανάπτυξή τους. Αυτό το κομμάτι υφάσματος δεν έφερε κανένα αισθητικό στοιχείο, παρά ενίσχυε την πρακτικότητα στην καθημερινή ζωή και τις αθλητικές δραστηριότητες (κάτι σαν το σημερινό αθλητικό μπουστάκι).
1700-1900
Μετά την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας οι γυναίκες δεν συνήθιζαν να φορούν εσώρουχα, μέχρι το 19ο αιώνα. Το μοναδικό εσώρουχο που έβαζαν ήταν ένα μεσοφόρι (το γνωστό σήμερα κομπινεζόν) κάτω από τα φορέματά τους, που συχνά ήταν και κεντημένο. Ακολούθησε η βράκα, ο κορσές και το κρινολίνο.
Το μεσοφόρι και η βράκα
Αρχικά αναπτύχθηκε στη ρωμαϊκή εποχή, αλλά άνθισε το Μεσαίωνα. Το μεσοφόρι ήταν ένα χαλαρό φόρεμα -σαν νυχτικό- που το φορούσαν οι γυναίκες κάτω από τη φούστα τους και σκοπός του ήταν να απορροφά τον ιδρώτα και να μην λερώνονται τα ρούχα. Αυτό το είδος εσωρούχου το φορούσαν συχνά και οι άνδρες.
Για αιώνες στην Ευρώπη και αργότερα στην Αμερική μια κυρία επιβαλλόταν να φοράει κάτω από τη φαρδιά και μακριά φούστα της (που έκρυβε τα πόδια της και έτσι απέτρεπε κάθε σεξουαλικής μορφής βλέμματα) μια σειρά από πουκαμίσες και «παντελονοειδή» μακριά εσώρουχα, αλλά χρειάστηκε πολύς καιρός για να γίνουν αυτά τα εσώρουχα ευρέως αποδεκτά. Για το μεγαλύτερο μέρος του 19ου αιώνα το μεσοφόρι ήταν το αποδεκτό εσώρουχο. Γυναίκες που συνήθιζαν να φορούν παραδοσιακές στολές όπως στη Γερμανία πολλές φορές δεν έβαζαν καθόλου εσώρουχα μέχρι το 1950.
Το 1757 ένας γιατρός στην Γερμανία εξήγησε γιατί οι γυναίκες δεν έπρεπε να φοράνε καθόλου εσώρουχα ή εφαρμοστά εσώρουχα: τα γεννητικά όργανα χρειάζονταν αέρα που θα επέτρεπε στην υγρασία να εξατμιστεί και θα έδιωχνε μακριά όλες τις δυσάρεστες οσμές. Τα εσώρουχα ήταν επιτρεπτά μόνο όταν έκανε πολύ κρύο, αλλά και για προστασία κατά των εντόμων.
Από το 1800 έως το 1900 επικράτησε μια άλλη μορφή εσωρούχου. Έμοιαζε με βράκα στην οποία δύο κομμάτια υφάσματος έδεναν γύρω από τη μέση, ενώ ο καβάλος ήταν ανοιχτός. Γύρω στο 1890 άρχισε το εσώρουχο να κυκλοφορεί με τον καβάλο ραμμένο κυρίως γιατί τότε το μήκος της φούστας των γυναικών κόντυνε και δεν έπρεπε να είναι εκτεθειμένα τα γεννητικά όργανα.
Κορσές
Ο κορσές ήταν ένα ορόσημο μίας ολόκληρης εποχής και ακόμα και σήμερα παραμένει μέσα στην ιστορία των εσωρούχων. Αντίθετα με ό,τι συνέβαινε στην αρχαία Ρώμη, όπου το μεγάλο στήθος δεν αποτελούσε στοιχείο γοητείας, στο Μεσαίωνα συνέβαινε το αντίθετο και ο κορσές φτιάχτηκε γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό. Να αναδείξει το μεγάλο μπούστο και να ενισχύσει τη γοητεία της ιδιοκτήτριάς του.
Ενώ όταν άρχισε να πρωτοφοριέται δημιουργούσε ένα αίσθημα ασφυξίας στη γυναίκα, καθώς ήταν τόσο δυνατά δεμένος πάνω της που την δυσκόλευε ακόμα και στην αναπνοή, στη συνέχεια της προσέδωσε γοητεία και σεξαπίλ.
Κατασκευασμένος από τα πιο ραφινάτα υφάσματα, όπως μετάξι και με προσαρμοσμένες σκληρές μπανέλες κατά μήκος της πλάτης, καθόριζε τη στάση του σώματος τονίζοντας το μπούστο και τις καμπύλες με τον πιο θελκτικό τρόπο. Ο κορσές αναδεικνυόταν περισσότερο από γυναίκες με λυγερό κορμό και ανάστημα, καθώς και προτεταμένο στήθος.
Κρινολίνο
Η γυναικεία γοητεία από τα μέσα του 19ου αιώνα επίτασσε φουσκωμένες φούστες και αυτό το αποτέλεσμα μπορούσε να το προσδώσει μόνο το κρινολίνο, το ογκώδες, άκαμπτο εσώρουχο, το οποίο κατασκευαζόταν από λινάρι. Αρχικά υιοθετήθηκε στην ενδυμασία των εύπορων γυναικών της Γαλλίας και έπειτα διαδόθηκε και σε άλλες χώρες. Μαζί με τον κορσέ το κρινολίνο αποτελούσε ένα από τα εσώρουχα που διαμόρφωσαν τη σύγχρονη αισθητική.
Το συγκεκριμένο εσώρουχο συχνά έγινε αντικείμενο σάτιρας γιατί μπορεί να ενίσχυε τη γυναικεία γοητεία και το παιχνιδιάρικο κούνημα των γοφών όμως προκαλούσε δυσκολίες στο περπάτημα και στο κάθισμα, ενώ ήταν και εξαιρετικά εύφλεκτο.
Το κρινολίνο και ο κορσές θεωρήθηκαν επικίνδυνα για το γυναικείο σώμα εξαιτίας της ασφυκτικής τους εφαρμογής και για αυτό σιγά-σιγά έπαψαν να χρησιμοποιούνται. Έδωσαν τη θέση τους στα μπουστιέ και στα πολλά υφάσματα μαζί που έδιναν την αίσθηση των ενισχυμένων γοφών.
20ος-21ος αιώνας
Ο κορσές έδωσε τη θέση του στη μαζική παραγωγή μιας άλλης μορφής εσωρούχου, του σουτιέν, αλλά και σε έναν Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Πρώτος Παγκόσμιος οδήγησε στον περιορισμό του όγκου των ρούχων, σε μια προσπάθεια να υπάρξει επάρκεια υλικών -σίδερο για την ακρίβεια- που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στο πεδίο της μάχης.
Η πρώιμη μορφή του σουτιέν φτιάχτηκε το 1913 από την Mary Phelps Jacob. Το σουτιέν -δύο κομμάτια υφάσματος και μια λωρίδα πίσω- άφηνε το μεγαλύτερο μέρος της πλάτης ακάλυπτο και διαχώριζε τα στήθη αντί να τα πιέζει ασφυκτικά όπως ο κορσές.
Το 1930 εμφανίστηκαν τα σουτιέν με τη μορφή που γνωρίζουμε σήμερα, σηματοδοτώντας τις κοινωνικές αλλαγές της εποχής και τη θέση της γυναίκας, που άρχιζε να αλλάζει ριζικά. Τα υλικά ήταν μαλακά και η γυναίκα μπορούσε να βάλει το σουτιέν μόνη της, χωρίς τη βοήθεια δεύτερου χεριού που απαιτούσε ο κορσές. Συνοδεύτηκαν από μεταξένιες κιλότες που είχαν δαντέλα, αρκετά ψηλόμεσες που κολάκευαν τη σιλουέτα και την έκαναν να φαίνεται ψηλόλιγνη.
Όταν ο Β’ Παγκόσμιος σταμάτησε, σταμάτησε παράλληλα και η ανάγκη για μέταλλο και έτσι άρχισε η παραγωγή στηθόδεσμων με μπανέλες, που κράταγαν καλύτερα το στήθος και το τόνιζαν επίσης.
Στη δεκαετία του ’50 η τάση της μόδας ήθελε στήθος μικρό και μέση μικροσκοπική. Προς το τέλος της δεκαετίας έγινε στροφή σε πλούσιο ντεκολτέ και οι σιλουέτες διάσημων γυναικών με το μεγάλο στήθος και τη λεπτή μέση -όπως η Μέριλιν Μονρόε, η Σοφία Λόρεν, η Τζίνα Λολομπρίντζιτα- έκαναν θραύση.
Τη δεκαετία του ’60 οι γυναίκες απελευθερώνονται σεξουαλικά και την ίδια τάση ακολουθούν και τα εσώρουχα. Οι ανδρόγυνες αναλογίες κυριαρχούν, το στήθος είναι μικρό και οι γοφοί στενοί. Μάλιστα δεν είναι λίγες οι γυναίκες που πολλές φορές απαλλάσσονται από τα περιττά και φορούν τα ρούχα τους χωρίς καθόλου σουτιέν.
Τη δεκαετία του ’70 και του ’80 οι θηλυκότερες σιλουέτες έρχονται ξανά στο προσκήνιο και η μόδα στρέφει επίσης το ενδιαφέρον της και σε όσες γυναίκες δεν είναι προικισμένες, βγάζοντας στην αγορά ενισχυμένα σουτιέν.
Εκείνη τη δεκαετία και συγκεκριμένα το 1977 ιδρύεται και ο κολοσσός εσωρούχων της Victoria’s Secret από τον Ρέι Ρέιμοντ. Περπατώντας μέσα σε ένα πολυκατάστημα, ένιωσε ντροπή προσπαθώντας να επιλέξει σέξι γυναικεία εσώρουχα και τότε κατάλαβε ότι υπήρχε κενό στην αγορά για ένα κατάστημα εσωρούχων όπου θα ένιωθαν άνετα, τόσο οι γυναίκες όσο και οι άνδρες. Όταν ο Ρέιμοντ πούλησε την επιχείρησή του στον Leslie Wexner το1982 για ένα εκατομμύριο δολάρια, είχε πέντε καταστήματα και κατάλογο ταχυδρομικών παραγγελιών με κέρδη 6 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο.
Το 1990 τα περιοδικά μόδας γεμίζουν με σιλουέτες όπως αυτής της Kate Moss. Ψηλή, αδύνατη, ανδρόγυνο στιλ και με εσώρουχα πολύ απλά και μινιμαλιστικά, φτιαγμένα από βαμβακερά υφάσματα και σε ουδέτερα χρώματα. Και κάπου εκεί, προς το τέλος της δεκαετίας θα κάνει την εμφάνισή του ένα νέο είδος κάτω εσωρούχου, το στρινγκ. Είναι φτιαγμένο από ελάχιστο κομμάτι υφάσματος και γίνεται αμέσως αγαπημένο τόσο των γυναικών, που έχουν βρει τον τρόπο να φορούν τα ρούχα τους χωρίς να διαγράφεται ο… εσωτερικός τους κόσμος, όσο και των αντρών που του αποδίδουν έντονα σεξουαλικά στοιχεία.
Το 1995 έγινε η πρώτη επίδειξη εσωρούχων της Victoria’s Secret με τα μοντέλα να φορούν φτερά, μια ιδέα της Τάιρα Μπανκς. Μέχρι το 2000 τα show πήραν άλλη μορφή, όπως και τα εσώρουχα, που στολίστηκαν με πολύτιμες πέτρες και απείχαν πολύ από τα συνηθισμένα εσώρουχα.
Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000, η Victoria’s Secret ήταν η μεγαλύτερη αμερικανική αλυσίδα λιανικής πώλησης εσωρούχων, με 350 καταστήματα και τις πωλήσεις πάνω από 1 δισεκατομμύριο δολάρια.