Προλήψεις παλαιών Γερμανιωτών
- Τη νύχτα δεν κάμ’ (= κάνει) να καθρεφτίζεσαι.
- Αν φας τις τσέπις (: τα τσόφλια) αβγού δεν θα κάμεις παιδιά.
- Όταν μαζώνεις φρούτα απ’ το δέντρο, ν’ αφήνεις ένα για να χαίρεται η μάνα τ’.
- Τρίτωσε το κακό, μη φοβάσαι τώρα.
- Δεν κάνει να φιλάς το παιδί στα μάγουλα γιατί τα μαραγκιάζεις.
- Δεν κάνει να φιλάς το παιδί στον σβέρκο γιατί θα το κάμεις κακιώσαβο (= να κακιώνει).
- Δεν κάμ’ (= δεν κάνει) ν’ απολουϊέσι (= να αποκρίνεσαι) στον ύπνο σου, όταν βλέπεις όνειρο.
- Δεν κάμ’ (= δεν είναι σωστό) να μαζώνεις σαλιάρια που τα τσάκισε ο κούκος. (: δεν επιτρέπεται να μαζεύεις σαλιγκάρια μετά την εποχή που ήρθε και λάλησε ο κούκος).
- Μη “ρίχνεστε” πάνω από φωτιά και μη ουρείτε στη ζιάρ(η) και στη στάχτη, γιατί θ’ αρρωστήσετε.
- Λάλτσιν (= λάλησε) η καρακάξα όξω απ’ το σπίτι μας, γράμμα απ’ την ξενιτιά θα πάρουμε.
- Άμα φας μια χούφτα άλας και περάσεις κάτω απ’ το δοξάρ’ (=ουράνιο τόξο) θα γίνεις κορίτσ’.
- Δάγκωσα τη γλώσσα μ’, κάποιος θα με κακολαλάει (= θα με κατηγορεί).
(Καταγραφή Γ.Τ.Α.)