Ελλάδα

Ανρί Τρουαγιά: Η ‘λέπρα της μετριότητας’ και η σπουδαιότητα του να είσαι μόνο ο εαυτός σου

downloadΣτα νιάτα του είχε φιλοδοξίες, λάμψεις από επιθυμίες, εκρήξεις από σχέδια, αλλά σιγά σιγά, από άρνηση σε άρνηση, από τεμπελιά σε τεμπελιά, έφτασε σ’αυτή τη σημερινή στείρωση!Έτσι που είναι, δεν ελπίζει πια τίποτα. Κακοσκιτσάρει ανόητες εικόνες για μια εφημερίδα παιδική. Κερδίζει το ψωμί του. Περιμένει το θάνατο. Και είναι χιλιάδες πολλές αυτοί που δέχονται να φυτοζωούν μέσα στον μπερδεμένο στρατό των ανθρώπων. Υπάρχουν χιλιάδες που δε γεννιούνται, δεν παντρεύονται, δεν πεθαίνουν παρά μονάχα γι’αυτό!

Πώς να κάνεις για να μην τους μοιάσεις; Πας, έρχεσαι, τρως, πίνεις, δουλεύεις ανάμεσα τους. Συνηθίζεις στις ιδέες τους, στα πρόσωπα τους. Βυθίζεσαι στη μυρουδιά τους, στην ηθική τους, στη θλίψη τους και στην υποταγή τους. Είναι η μεταδοτική αρρώστια, η λέπρα της μετριότητας. Ρίχνεται παράλογα σ’όλες τις ανθρώπινες υπάρξεις. Τους τραγανίζει την καρδιά και το πετσί. Τους μεταμορφώνει σε κουρέλια που τα δέρνει ο άνεμος. Κι αξάφνου, ανακαλύπτεις ότι είσαι ζωντανός νεκρός.

Α! ας έρθει η μεγάλη δόνηση που θα με απελευθερώσει απ’αυτό τον κόσμο που κιόλας νιώθω ότι με παραμορφώνει. Τι ενδιαφέρει ποιο δρόμο διαλέγουμε για να δραπετέψουμε!

Όλες οι ζωές είναι χτισμένες στο ψέμα, αναθρεμμένες, μεγαλωμένες από το ψέμα. Ο ένας υπερηφανεύεται για κάποιον τίτλο ευγένειας που δεν είχε ποτές του. Ο άλλος για ένα τάλαντο που του λείπει. Ένας τρίτος για μια γυναίκα που δεν κατάχτησε παρά μονάχα στ’όνειρο. Αυτές οι εσωτερικές απάτες γίνουνται ο σκοπός και η δύναμη της ζωής τους.Δίνουν στην ύπαρξη τους την ποίηση που τους κάνει να ξεχωρίζουν από τους άλλους.

Άλλοι, πιότερο πονηροί από σας, πάσκισαν να τους κάνουν να κινηθούν. Αδύνατο. Λοιπόν, μια και βρίσκουνται μέσα στην αθλιότητα, πρέπει ν’αποφεύγουμε να τους το λέμε. Πρέπει να τους διασκεδάζουμε με λόγια και με όμορφη μουσική. Πρέπει να τους ζαλίζουμε ως την τελευταία ανασαιμιά τους. Είναι ζήτημα ευσπλαχνίας. Κι εσείς έρχεστε με το δυνατό φως σας και τους φωνάζετε: ‘Κοιτάχτε, καλοί άνθρωποι, δεν έχετε το δικαίωμα να ζείτε όπως ζείτε!’. Και, τσακ!, ρίχνεις μιαν αχτίδα στην τρώγλη. Και, τσακ!, μιαν αχτίδα στα στενά βρόμικα δρομάκια. Και, τσακ!, απάνω στο μικρό λεπτό μούτρο του μαστροπού. Και, τσακ!, απάνω στο βρόμικο μωρό! Και, τσακ!, απάνω στον κρεμασμένο που βρίσκεται στην άκρη του γιοφυριού!

Α! Τίποτα δεν είναι χειρότερο απ’αυτή την πάλη που γίνεται μέσα μου, απ’αυτό το κριτήριο από τον εαυτό μου για τον εαυτό μου, απ’αυτή την περιφρόνηση του εαυτού μου για τον εαυτό μου.

Αν όλοι οι κριτικοί σας θύμιαζαν, θα φτάνατε να πιστεύατε σ’αυτούς μονάχα επειδή αυτοί πιστεύουν σ’εσάς. Και πιστεύοντας σ’αυτούς χρωστάτε ν’ακολουθήσετε τις κατευθύνσεις τους, τις υποβολές τους – είναι σαν να εγκαταλείψετε τη δικιά σας εσωτερική λευτεριά.

Μην ακούτε παρά τη δική σας μονάχα φωνή, μικρέ μου. Μη γράφετε παρά μονάχα για σας. Κάνετε τη σωστή δουλειά του τεχνίτη, με υπομονή και πείσμα, έχοντας τον πισινό στην καρέκλα και τη μύτη μέσα στα χαρτιά. Και, μα την πίστη του Μπουασιέρ, θα ανταμειφτείτε στους αιώνες των αιώνων.

Αυτό το διπλό αμάρτημα της νιότης της της χάρισε στην ώριμη ηλικία της μια δόξα πνευματική και κοινωνική, που ολάκερο το Παρίσι τη ζήλευε.

Θέλω η ύπαρξή μου να μην υπάρχει, παρά μονάχα για να τη δημιουργήσω. Θέλω όλη η ύπαρξή μου να καταστραφεί για να τη δημιουργήσω.

Τι σημασία έχει αν το βιβλίο του απότυχε, μια που το βιβλίο τούτο του ανήκει και τονε παρουσιάζει!

Ώστε όλοι τους είχανε κλειστεί μέσα στις μικρές υλικές ευχαριστήσεις, στις μικρές ταπεινές κομπίνες, στις μικρές μυωπικές εκστάσεις, στους μικρούς εγωισμούς της δεκάρας. Τι θλίψη!

‘Τι σου συμβαίνει, Ζακ; Σε άλλαξαν;’ Ναι, με άλλαξαν. Και σ’αυτό δεν υπήρχε τίποτα για να είμαι περήφανος.

Πόσα ζευγάρια δεν υπάρχουν μονάχα γι’αυτήν εδώ την ευχαρίστηση της συνήθειας! Κάθε ζεστασιά  νεκρώθηκε ανάμεσα στα εχθρικά κορμιά τους! Αλλά ταξιδεύουν πλάι πλάι, πιασμένοι από τις άγκυρες της τελευταίας μάχης, καμένοι, νικημένοι, μαύροι και αχώριστοι, γιατί το ίδιο ρέμα τους σέρνει κατά τον τελευταίο καταρράχτη.

Ίσως είναι αυτό που οι συγγραφείς καλούν έμπνευση: η επίσκεψη ενός άλλου μέσα τους, η πρόστεση ενός άλλου μέσα σ’αυτούς. Κάποιο πνέμα του περασμένου, ένα μεγάλο όνομα με πρόσωπο σχολικού βιβλίου, πέφτει απάνω τους, δουλεύει μέσα τους, τους πολλαπλασιάζει και τους καταχτάει. Όσο η ένωση αυτή είναι τέλεια, τόσο το αποτέλεσμα είναι αμετασάλευτο, και τόσο περισσότερο μπορούμε να πούμε ότι έχουν τάλαντο.

Πόσο δύσκολο είναι ν’αλλάξεις ζωή! Οι άνθρωποι, τα έπιπλα, τα σπίτια, αδράχνουνται απάνω σου και σε κρατούν μ’όλο το ηλίθιο βάρος τους. Θα’λεγες ότι, εγκαταλείποντας τα, πήγαινες να αναποδογυρίσεις την τάξη του κόσμου. Και ίσως είναι σωστό.

Υπάρχει μέσα στον κάθε άνθρωπο κάτι το ουσιαστικό, το αναπαλλοτρίωτο. Χωμένη μέσα στα προτερήματα και τα σφάλματα του καθενός, υπάρχει μια ύπαρξη βαθιά που ξεφεύγει από κάθε αγάπη, από κάθε μίσος, από κάθε σκέψη. Είναι πέρα από τις σκέψεις. Είναι ακέραια, σκληρή, ζεστή, σαν πωρωμένο κάρβουνο.

Άφησε με μόνο με τον εαυτό μου. Κάθε δόξα που δεν έρχεται από μένα θα μου ήτανε βάρος. Κάθε στιγμή που περνά έξω από μένα θα είναι καιρός χαμένος. Τίποτα στον κόσμο δε μου είναι πιότερο γλυκό από το να είμαι εγώ ο ίδιος.

Πάσκισε να καταλάβεις ότι η ψυχή μου είναι θαυμάσια, μοναδική, αναντικατάστατη και τούτο γιατί μου ανήκει ολάκερη. Σπάνια ηδονή να κυλιέμαι στον εαυτό μου και να τον κουβαλάω μ’όλη μου την μοναξιά!

Πηγή: Ανρί Τρουαγιά (1986), Ο νεκρός αρπάζει το ζωντανό, Εκδόσεις Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος & ΣΙΑ Ο.Ε.

thewholecow.net

περισσότερα
Back to top button