«Η Δημοκρατία είναι μια μηχανή που κινείται με μεγάλη βραδύτητα, ειδικότερα σ’ ένα κατεστραμμένο Κράτος»
Φρειδερίκη, τέως βασίλισσα και βασιλομήτωρ
(«Μέτρον κατανοήσεως», Αθήναι 1971, σελ. 175)
Πάγιο επιχείρημα των νοσταλγών της μοναρχίας, όπως και άλλων αυταρχικών «υπερβάσεων» του κοινοβουλευτισμού, αποτελεί ο ισχυρισμός ότι ένας ισόβιος αρχηγός κράτους στέκεται υπεράνω της μικροκομματικής συναλλαγής που εκ των πραγμάτων χαρακτηρίζει τη σχέση των ψηφοθηρούντων πολιτευτών με το εκλογικό σώμα.
Σύμφωνα μ’ αυτή τη συλλογιστική, το ρουσφέτι και η καταπάτηση του κράτους δικαίου στις σχέσεις πολιτών και διοίκησης αποτελούν εγγενείς ασθένειες της δημοκρατικής αρχής και των εκλογικών διαδικασιών, που μόνο η ύπαρξη ενός ισχυρού (κι επί της ουσίας ανεξέλεγκτου) ηγέτη μπορεί να θεραπεύσει.
Το ντοκουμέντο που φέρνουμε σήμερα στη δημοσιότητα διαψεύδει πανηγυρικά αυτό το επίπλαστο ιδεολόγημα, αποκαλύπτοντας τον ρουσφετολογικό μηχανισμό των ανακτόρων κατά τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του τέως.
Πρόκειται για τον συνοπτικό κατάλογο κάθε λογής αιτημάτων πολιτών προς το βασιλικό ζεύγος, ομαδοποιημένων από τις ανακτορικές υπηρεσίες κατά θεματική κατηγορία (δίχως αναγραφή του ονοματεπωνύμου του εκάστοτε αιτούμενου), με προφανή σκοπό τη διευκόλυνση της εξέτασής τους από τον ίδιο τον βασιλιά ή κάποιο εντεταλμένο εκπρόσωπό του.
Διαδικασία ταυτόσημη, δηλαδή, μ’ εκείνη που ακολουθεί κάθε κλασικός κομματάρχης για την οργάνωση της σχέσης του πάτρωνά του με την πολιτική πελατεία του.
Το τεκμήριο εντοπίστηκε στο Αρχείο τέως Βασιλικών Ανακτόρων, στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, κι αποτελείται από 39 δακτυλογραφημένες σελίδες.
Τυλιγμένο με ροζ κορδέλα, το πακέτο περιλαμβάνεται στον φάκελο 438 του αρχείου («Υπομνήματα 1954-1967») και, όπως συνάγουμε από το περιεχόμενό του, προέρχεται από τον τελευταίο χρόνο της βασιλείας του Κωνσταντίνου· αυτό τουλάχιστον υποδεικνύει η συνύπαρξη αναφορών «στον» διάδοχο (Παύλο), που γεννήθηκε στις 20/5/1967, και «στη» διάδοχο (Αλεξία), που γεννήθηκε στις 10/7/1965 κι έχασε αυτή της την ιδιότητα με τη γέννηση του άρρενος αδελφού της.
Ημερομηνίες του 1967 φέρουν κάμποσα ακόμη έγγραφα του ίδιου φακέλου –ιδιωτικές επιστολές αλλοδαπών προσωπικών γνωστών του προς τον Κωνσταντίνο, με αιτήματα που αφορούν, κι εδώ, ατομικές εξυπηρετήσεις.
Οι «προνοιακές» λειτουργίες του βασιλικού θεσμού, εν μέρει θεσμοποιημένες μεταπολεμικά με την οικοδόμηση παράλληλων μηχανισμών που συνδύαζαν την κρατική στήριξη και χρηματοδότηση με ανεξέλεγκτες δομές ιδιωτικού χαρακτήρα (Βασιλικό Εθνικό Ιδρυμα, Βασιλική Πρόνοια), είναι αρκετά γνωστές και μας είχαν απασχολήσει αναλυτικά σε παλιότερο αφιέρωμα του «Ιού» («Βασιλικό παρακράτος προνοίας», «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», 15/12/2002).
Η τωρινή αποκάλυψη αφορά κάτι διαφορετικό: μια πτυχή της οργανωμένης διαχείρισης των εξωθεσμικών αιτημάτων προς το στέμμα, φαινόμενο γνωστό μεν από τις διάχυτες μνήμες της εποχής («έγραψε στην βασίλισσα»), ουσιαστικά ατεκμηρίωτο όμως μέχρι σήμερα.
Οπως διαπιστώνουμε από τη μελέτη των υπό εξέταση αιτημάτων, κάποια απ’ αυτά κινούνται στο πλαίσιο παραδοσιακών βασιλικών δικαιοδοσιών (απονομή χάριτος, άμεση ή έμμεση προσωπική επαφή με τη βασιλική οικογένεια, δωράκια κ.λπ.), ενώ άλλα αποσκοπούν ρητά στην παράκαμψη ή την υποκατάσταση κρατικών λειτουργιών· υποκατάσταση που άλλοτε κινούνταν στα όρια της τότε νομιμότητας (διορισμοί, μεταθέσεις κ.λπ.) κι άλλοτε ήταν καταφανώς παράνομη (χαριστικές παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη και τον εκπαιδευτικό μηχανισμό).
Δεν γνωρίζουμε, φυσικά, τις απαντήσεις που δόθηκαν -αν πρόλαβαν να δοθούν- σε κάθε επιμέρους περίπτωση.
Η αναπαραγωγή όμως παρόμοιων αιτημάτων στον κατάλογο, με ταξινόμησή τους μάλιστα σε αυτοτελείς κατηγορίες, πιστοποιεί ότι παράνομες παρεμβάσεις αυτού του είδους δεν αποτελούσαν για τα ανάκτορα κάτι το εξ ορισμού απαράδεκτο.
Εκτός από τις αθέατες βασιλικές πρακτικές, το ρουσφετολόγιο του 1967 μάς δίνει επίσης την ευκαιρία για μια φευγαλέα ματιά στην κοινωνική πραγματικότητα, τον νοητικό κόσμο και, ενίοτε, το διανοητικό επίπεδο της τότε πελατείας του θεσμού: μια Ελλάδα της ένδειας και της εθνικόφρονος αρπαχτής, με δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ αφέλειας και κουτοπονηριάς, όπου ο πολίτης που διεκδικεί αξιοπρεπώς τα δικαιώματά του έχει υποκατασταθεί από έναν υπήκοο–συλλογικό επαίτη.
Τα ανάκτορα ως ΑΣΕΠ
Στην ελληνική πραγματικότητα, ρουσφέτι θα πει πάνω απ’ όλα διορισμός –κατά προτίμηση στον δημόσιο, εν ανάγκη όμως και στον ιδιωτικό τομέα.
Δυο πυκνογραμμένες σελίδες του ρουσφετολογίου (φ. 366-367) επιγράφονται«Διορισμοί», παρόμοια όμως αιτήματα απαντώνται διάσπαρτα και στις υπόλοιπες 37.
Οι περισσότεροι από τους προσφεύγοντες στη βασιλική μεγαθυμία προσδιορίζουν επακριβώς τη θέση που επιθυμούν να καταλάβουν: «εις λιμένα», «εις μηχανικήν καλλιέργειαν», «εις έργα Αχελώου», «εις σωματείον φορτοεκφορτωτών», «ως καθαρίστρια εις Πυροσβεστικήν Υπηρεσίαν», «εις Σανατόριον», «εις Νομαρχίαν», «εις Νομαρχίαν ως επιστάτης», «εις θέσιν φύλακος Αρχαιοτήτων», «ως διδασκάλισσα ταπητουργίας», «ως θυρωρός», «ως κλητήρ», «ως βοηθός αλωνιστού», «ως φύλαξ», «ως οδοκαθαριστής», «εις θέσιν δικαστικού γραμματέως», «εις Εθνικόν Οργανισμόν Καπνού», «εις Πολιτικήν Αεροπορίαν», «εις Τελωνείον», «εις Σ.Ε.Κ.», «εις Σ.Π.Α.Π.», «εις Ο.Τ.Ε.-Δ.Ε.Η. κ.λπ.», «εις Τ.Ε.Β.Ε.-Ι.Κ.Α.», «εις «ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΝ», «εις Καπνοβιομηχανίαν», «εις Κρατικόν Νοσοκομείον», «εις Δημόσιον Ταμείον», «εις Υπηρεσίαν Δασών», «εις θέσιν εισπράκτορος διοδίων», «εις πορθμείον», «εις Κτηνιατρείον», «εις Γυμνάσιον», «εις Πανεπιστήμιον», «εις Γεωργικήν Σχολήν», «εις Τουριστικόν Ξενοδοχείον», «εις Σχολήν Υφαντουργίας», «εις Στρατιωτικήν Υπηρεσίαν», «εις Υπουργείον Συντονισμού», «εις υπερωκεάνειον» κ.ο.κ.
Αλλοι είναι λιγότερο, άλλοι περισσότερο απαιτητικοί: κάποιος ζητά απλώς «εργασίαν εις Δήμον», ένας άλλος διορισμό ειδικά «εις Δημαρχείον Κερκύρας»· κάποιοι θέλουν να δουλέψουν «εις Εταιρείας», άλλοι «εις Τραπέζας», ενώ υπάρχει και κάποιος που ενδιαφέρεται αποκλειστικά για το «εργοστάσιον “ΓΛΑΥΚΟΣ”».
Ενας ιερέας ζητά «διορισμόν εις ενορίαν», ένας μουσικός παραγωγός ή δημοσιογράφος θέλει «να έχη περισσοτέρας εκπομπάς εις πρόγραμμα Ε.Ι.Ρ.», κάποιος λιγότερο προνομιούχος αιτεί «εργασίαν συζύγου εις τουαλέτταν Μουσείου»· πιο πρωτότυπος, ένας άλλος εκδηλώνει πάλι την επιθυμία «να τον προσλάβη η Βασίλισσα ως αργόμισθον».
Αξιοσημείωτα είναι επίσης τα αιτήματα για «εργασία εις Ανάκτορα» (μεταξύ άλλων και «ως τροφός Διαδόχου»), για «εργασία εις αποικίαν ψυχοπαθών Λέρου», «εις Κ.Υ.Π.», «εις θέσιν συνοδού», «εις καλλιτεχνικόν γραφείον», αλλά και για «εργασία εις Αγγλον εν Ελλάδι».
Μια λακωνική αναγραφή επιβεβαιώνει, τέλος, πως η ιδιότητα του συντοπίτη (εν προκειμένω, της βασίλισσας) αποτελεί πάντα ισχυρό εφόδιο για τη διεκδίκηση μιας θεσούλας: «Εργασία εις Νοσοκομείον (Δανίς)».
Συμπληρωματικό κεφάλαιο της ίδιας λειτουργίας αποτελούν οι κατάλογοι«Μεταθέσεις-Μετατάξεις-Προαγωγαί-Μονιμοποιήσεις-Ανανεώσεις συμβάσεων και αναστολαί αυτών» (φ. 470) και «Εισαγωγή εις Σχολάς» (φ. 468) –ο δεύτερος, με αιτήματα που αφορούν παραγωγικές σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων και της Χωροφυλακής, τη Δραματική και τη Δασική Σχολή, «Σχολάς Μαιών – Κομμωτών – Τυφλών – Ναυπηγών – Νοσοκόμων» αλλά και «Ανωτάτας» (δηλαδή ΑΕΙ).
Το γεγονός ότι σε πολλές απ’ αυτές τις περιπτώσεις ο νόμος πρόβλεπε εισαγωγή μέσω εξετάσεων δεν φαίνεται να αποθάρρυνε ιδιαίτερα τους διεκδικητές της ανακτορικής εύνοιας.
Το επιβεβαιώνουν, άλλωστε, τα ακόμη πιο απροκάλυπτα αιτήματα που συναντάμε σε άλλα σημεία του ρουσφετολογίου: «Επέμβασις εις εξετάσεις Πανεπιστημίου», «Επέμβασις εις εξετάσεις Παιδαγωγικής Ακαδημίας», «Επέμβασις εις εξετάσεις Σχολής Νοσοκόμων» κ.ο.κ.
Υπάρχει κι ένας φοιτητής της Κτηνιατρικής, που ζητά «να του γράψη ο Βασιλεύς ότι υπάρχει θέσις και δι’ αυτόν εις Ελλάδα».
Ειδική κατηγορία τακτοποίησης συνιστούν τα αιτήματα για επαγγελματικές άδειες.
Αλλοτε για την είσοδο στο κλαμπ κάποιου κλειστού επαγγέλματος («άδεια ταξί», «άδεια φορτηγού αυτοκινήτου», «άδεια βυτιοφόρου αυτοκινήτου», «άδεια γερανοφόρου αυτοκινήτου», «άδεια λειτουργίας πρατηρίου άρτου», «άδεια αντλίας βενζίνης», «άδεια μικροπωλητού», «άδεια πωλήσεως σιγαρέτων», «άδεια τρικύκλου», «επέκτασις αδείας τρικύκλου»), κι άλλοτε για την παράκαμψη της γραφειοκρατίας ή την υπέρβαση νομικών κωλυμάτων («άδεια ιδρύσεως πτηνοτροφείου», «άδεια ξενοδοχείου», «άδεια λειτουργίας καφενείου», «άδεια κατασκευής ποτών», «άδεια κινηματογράφου»).
Αν το αίτημα για χορήγηση περιπτέρου αποτυπώνει μια συνήθη πραγματικότητα της εποχής, σαφώς πιο πρωτότυπες μπορεί να θεωρηθούν οι προσφυγές στο βασιλιά για «άδεια χαρτορρίκτου», «άδεια στιλβωτού», «άδεια πωλήσεως εικόνων», «άδεια θεάτρου σκιών», ακόμη και «άδεια επαιτείας».
Ενας νέος με καλλιτεχνικές φιλοδοξίες «ζητεί να του πληρώση η Βασίλισσα τα δίδακτρα εις Σχολήν Κινηματογράφου»· οφθαλμοφανώς πρακτικότερος, ένας άλλος προτείνει «να πωλήση φωτογραφίας ενυπογράφους Βασιλίσσης εις αγοράν».
Ο στρατός υπήρξε ανέκαθεν το βασίλειο του ρουσφετιού –και η βασιλική λίστα με τα «Στρατιωτικά θέματα» (φ. 476) δεν θα μπορούσε ν’ αποτελεί εξαίρεση: «Υπόθεσις Στρατοδικείου», «Υπόθεσις Ναυτοδικείου», «Υπόθεσις Αεροδικείου», «Εξαγορά θητείας», «Θεώρησις στρατιώτου ως προστάτου», «Αλλαγή ειδικότητος στρατιώτου», «Μεταθέσεις στρατιωτικών», «Μετατάξεις στρατιωτικών», «Αδεια στρατιωτικών», «Προαγωγαί στρατιωτικών», «Αποσπάσεις στρατιωτικών», «Αναστολαί αποσπάσεων στρατιωτικών», «Χαρισμός ποινής στρατιωτικών», «Επέμβασις εις θέματα αρμοδιότητος Στρατοδικείου -Αεροδικείου-Ναυτοδικείου», «Χαρισμός αναρρωτικής αδείας ναύτου», «Επιλογή σμηνίτου ως Αξιωματικού», «Αναβολή στρατεύσεως», «Αναβολή δίκης Ναυτοδικείου».
Την εικόνα συμπληρώνουν οι σποραδικές εγγραφές άλλων καταλόγων: «Ναύτης αιτεί καθημερινήν άδειαν εξόδου», «τέως εύελπις, απαλλαγή καταλογισμού», ενώ ένας φαντάρος επιθυμεί «να του γνωρίση η Βασίλισσα πότε απολύεται». Υπάρχει κι ένας «δεκανεύς», κομματάκι αιμοχαρής, που «ζητεί μετάθεσιν εις Βιετνάμ».
Τα ανάκτορα ως ΚΕΠ
Εκτός από το να βρει δουλειά στους (νομιμόφρονες) υπηκόους του, ο βασιλιάς επιφορτιζόταν και με μια σειρά άλλα καθήκοντα.
Ορισμένα απ’ αυτά είναι αδύνατο να κατανοηθούν, αν δεν λάβουμε υπόψη τις πολλαπλές ταχύτητες της τότε νομιμότητας.
Το γεγονός, δηλαδή, του θεσμικού αποκλεισμού μιας μεγάλης μερίδας Ελλήνων πολιτών από δικαιώματα που ίσχυαν μόνο για όσους κρίνονταν «υγιών κοινωνικών φρονημάτων» από τις υπηρεσίες ασφαλείας.
Το αίτημα «χορηγήσεως πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων» (φ. 479) ή -λακωνικότερα- «αποχαρακτηρισμού» (φ. 495) συνδέεται άμεσα μ’ αυτή την πραγματικότητα.
Το ίδιο και όσα αφορούν το δικαίωμα αποδημίας, αφού ούτε η έκδοση διαβατηρίου ούτε η απαραίτητη θεώρησή του για μετάβαση σε κάποια ξένη χώρα (αλλά και για επιστροφή στην Ελλάδα) αποτελούσαν αυτονόητο δικαίωμα κάθε Ελληνα πολίτη.
Ακόμη χειρότερα ήταν φυσικά τα πράγματα για τους πολιτικούς πρόσφυγες του εμφυλίου, ακόμη κι εκείνους που ταξινομούνταν υπηρεσιακά ως «απαχθέντες» και όχι «συμμορίτες».
Μισή σελίδα ρουσφετιών καταλαμβάνει έτσι η ενότητα «Μετανάστευσις – Επαναπατρισμός – Αποδημία – Αδεια παραμονής εις Ελλάδα» (φ. 486), ενώ παρεμφερή αιτήματα συναντάμε και σ’ άλλα σημεία του ντοκουμέντου: «Χορήγησις πιστοποιητικού διά θεραπεία εις Εξωτερικόν», «Διαβατήριον», «Θεώρησις διαβατηρίου», «Χορήγησις βίζας», «Επαναπατρισμός», «Επαναπατρισμός εκ παραπετάσματος», «Επαναπατρισμός εργάτου εκ Γερμανίας», «Χορήγησις πιστοποιητικού αποδημίας», «Μετανάστευσις», «Αδεια αποδημίας», «Αδεια μεταβάσεως εις Παραπέτασμα (Τσεχοσλοβακία)», «Αποστολή εις Ρωσία διά θεραπείαν», «Αδεια μεταβάσεως εις Ρωσίαν», «Αδεια μεταβάσεως παιδίου εις Γερμανίαν», «Αίτησις μεταβάσεως εις Βουλγαρίαν», «Επαναπατρισμός ιερέως εξ Αυστραλίας».
Από κει και πέρα, τα ανάκτορα εκλαμβάνονται ως χρήσιμος μεσολαβητής για την απόκτηση κάθε λογής πιστοποιητικών: απορίας, ποινικού μητρώου, «νοσηλείας θανόντος εις νοσοκομείον», ακόμη και μιας απλής «βεβαιώσεως από Ταχυδρομείον».
Ειδική κατηγορία αποτελεί η απόκτηση χαρτιών που κανονικά προϋποθέτουν την υποβολή σε κάποια μορφή εξετάσεων ή/και ισοδυναμούν μ’ επαγγελματική κατοχύρωση: «Χορήγησις διπλώματος οδηγού», «Δίπλωμα οδηγού ελκυστήρος», «Δίπλωμα πιλότου», «Χορήγησις ειδικότητος ηλεκτροκολλητού», «Αναγνώρισις διπλώματος νοσοκόμου», «Χορήγησις βιβλιαρίου αρτεργάτου».
Επανειλημμένα είναι τα αιτήματα για «άδεια ελκυστήρος» (δηλαδή τρακτέρ), αρκούντως δε πρωτότυπη η «αίτησις τάφου» –σε μια μάλιστα περίπτωση, για «παραχώρησιν τάφου εις Α΄ Νεκροταφείον».
Τριβές πολιτών με τη δημόσια διοίκηση έπρεπε να θεραπευθούν στις υποθέσεις «επιστροφής κυνηγετικού όπλου», «διορθώσεως ληξιαρχικής πράξεως», «διορθώσεως ηλικίας» και «αλλαγής επωνύμου», αλλά και στην περίπτωση ενός υλοτόμου που «ζητεί αποδέσμευσιν κατασχεθέντος αυτοκινήτου».
Τα ανάκτορα ως Πολεοδομία
Πολεοδομικές και συναφείς υπηρεσίες έχουν την τιμητική τους στο ανακτορικό ρουσφετολόγιο, όπως διαπιστώνουμε από την ενότητα «Στέγασις – Οικόπεδα – Αδειαι οικοδομής» (φ. 489): «αναστολή κατεδαφίσεως», «άδεια περιφράξεως οικοπέδου», «υπόθεσις περιμανδρώσεως οικοπέδου», «άδεια καταπατήσεως οικοπέδου», «άδεια οικοδομής», «άδεια τοποθετήσεως παραπήγματος», «εισαγωγή οικοπέδου εις Σχέδιον Πόλεως».
Αρκετά προχωρημένη, μια κυρία «ζητεί να της επιτραπή να κτίση εις αρχαιολογικήν περιοχήν» (φ. 493)· διακριτικότερος, ένας άλλος ευελπιστεί απλώς «να κτίση εκτός σχεδίου» (φ. 498).
Ειδική πάλι ενότητα είναι αφιερωμένη στα αιτήματα για «μεταφορά εργοστασίων» (φ. 474): «Μεταφορά εργοστασίου», «Μεταφορά Λατομείου», «Παράπονα διά θόρυβον εργοστασίου», «Υπόθεσις παρανόμου λειτουργίας εργοστασίου».
Στην ίδια κατηγορία υπάγονται και ουκ ολίγα αιτήματα της ενότητας «Κοινοτικά έργα. Υδρευσις, Αρδευσις, Ηλεκτροφωτισμός, Συγκοινωνία, Αποχέτευσις, Μεταφορά χωρίου, Μετατροπή Σχεδίου Πόλεως, Αντιπλημμυρικά έργα κ.λπ.» (φ. 488):«Υπόθεσις ρυμοτομίας», «Κατασκευή οδού και λεωφόρου», «Διάνοιξις κοινοτικής οδού», «Χάραξις οδού», «Μείωσις πλάτους οδού», «Τροποποίησις ρυμοτομικού σχεδίου», «Μετατροπή σχεδίου πόλεως», «Αναστολή απαλλοτριώσεως Κοινοτικής εκτάσεως», «Υπόθεσις απαλλοτριώσεως οικοπέδων» κ.ο.κ.
Λιγότερο προφανές είναι το περιεχόμενο κάποιων υπερβολικά λακωνικών εγγράφων (π.χ. «Συγκοινωνία μεταξύ χωρίων»).
Πολλές αιτήσεις αφορούν ηλεκτροδότηση ή ύδρευση· σε μια περίπτωση, το ζητούμενο είναι αυτή η τελευταία να γίνεται «δωρεάν».
Τα ανάκτορα ως κοινωνικό κράτος
Οταν ο επίσημος οργανισμός πρόνοιας έφερε τον τίτλο «Βασιλική» κι αποτελούσε τσιφλίκι της πρώην βασίλισσας κι εν συνεχεία βασιλομήτορος, τι άλλο θα μπορούσε να περιμένει κανείς από τους πάσης φύσεως αναξιοπαθούντες, παρά να προσφύγουν απ’ ευθείας στα αφεντικά του μαγαζιού;
Η «Ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψις» καταλαμβάνει μισή σελίδα (φ. 480), το ίδιο και οι αποζημιώσεις για κάθε λογής δυστυχήματα (φ.483): «διά ζημίας από αεροψεκασμόν», «δι’ απαλλοτρίωσιν», «διά πλοίον», ακόμη και «εκ Γερμανικών Επανορθώσεων»· στην αντίπερα όχθη, κάποιος πάλι ζητά «χαρισμόν αποζημιώσεως».
Απόλυτα λογική ακούγεται, αντίθετα, η απαίτηση για «επισκευή αυτοκινήτου, καταστραφέντος εις τροχαίον ατύχημα υπό Πρίγκηπος του Ανοβέρου εις Κέρκυραν» (φ. 497).
Ιδια γεύση και στην ενότητα «Στέγασις – Οικόπεδα – Αδειαι οικοδομής» (φ. 489).
Κοινωνικές υπηρεσίες που έπρεπε ν’ αποτελούν φροντίδα του κράτους κι αυτονόητη απολαβή των πράγματι δικαιούχων αναγορεύονται εδώ σε επιδείξεις φιλανθρωπίας που επαφίενται στη διακριτική ευχέρεια του ηγεμόνα: «Στέγασις σεισμοπαθών, πλημμυροπαθών, πυροπαθών, προσφύγων κ.λπ.», «Εγγραφή εις κλήρωσιν εργατικών κατοικιών», «Εγγραφή Στεγαστική βοήθεια από Ο.Β.Υ.», «Στέγασις από Βασίλισσαν», «Παραχωρητήριον οικίας», «Χορήγησις οικοπέδου».
Το παλάτι καλείται να μεσολαβήσει για την άντληση ατομικών ωφελημάτων από την αυτοδιοίκηση («Παραμονή εις οίκημα Δήμου Αθηναίων») και να παρέμβει σε ιδιωτικές έριδες («Υπόθεσις ενοικιοστασίου», «Αναστολή εξώσεως»).
Ολιγαρκέστερος, ένας άλλος ικέτης περιορίζει τις βλέψεις του σε «στεγαστικά υλικά από Μ.Ο.Μ.Α.».
Με τις τεχνικές δυνατότητες του ΟΤΕ ακόμη περιορισμένες, το αίτημα για «χορήγησιν» ή «εγκατάστασιν» τηλεφώνου, ακόμη και για «τηλεφωνικήν σύνδεσιν Ιεράς Μονής», ισοδυναμούσε φυσικά με ρουσφέτι.
Το ίδιο και οι αιτήσεις για δάνεια («από Κτηματική Τράπεζα», «από Βασίλισσαν», «αγροτικόν» ή «στεγαστικόν»), για «απαλλαγή τροφείων», «αρωγή εις μελισσοτρόφον», «προικοδότησιν» με «βιβλιάριον αποκαταστάσεως» και κάθε λογής χορηγήσεις: «οχήματος», «ομματοϋαλίων», «κατοικιδίων ζώων», «γεωτρυπάνου», «μουσικών οργάνων», «οικοπέδου δι’ επαγγελματικήν στέγην», «βοηθήματος δι’ αγοράν αυτοκινήτου», «βοηθήματος δι’ αγοράν αναπνευστικού μηχανήματος», «ενισχύσεως δι’ ορνιθοτροφείον», «εκτάσεως δι’ ανέγερσιν Εκκλησίας», «αρωγής δι’ αγοράν εργαλείων κομμωτικής», «οικιακών σκευών και ειδών διά προίκα».
Δυο τουλάχιστον γονείς θέλουν τον «ιματισμόν της Αλεξίας» (ο ένας διευκρινίζει: τον «παλαιόν»), ενώ ένας «τέως χωροφύλαξ, αιτεί έρανον μεταξύ πρώην συναδέλφων του δι’ ενίσχυσίν του».
Σε αρκετά διαφορετικό μήκος κύματος, κάποια Ελληνίδα ζητά πάλι «χρηματικόν βοήθημα διά την αγοράν κολιέ».
Μια ολόκληρη σελίδα καταλαμβάνουν τα αιτήματα με γενικό τίτλο «Απαλλαγή χρημάτων» (φ.499): «Απαλλαγή πληρωμής φωτισμού», «πληρωμής ύδατος», «εισφοράς ραδιοφώνου», «δασμού αυτοκινήτου», «νοσηλίων», «φόρου οικοδομής», «κοινοτικού φόρου», «εισφοράς αυτοκινήτου», «τελωνειακού δασμού», «από αγροτικόν χρέος», «δόσεων ανταλλαξίμου κτήματος-οικήματος» αλλά και «φορολογίας» εν γένει· «αναστολή», «μείωσις», «διαγραφή» και «παράτασις εξοφλήσεως χρέους». «Χαρισμός δανείου», «προστίμου», «δικαστικών εξόδων», «καταλογισθέντος ποσού» και «χρέους Κτηματικής Τραπέζης». «Διαγραφή αγροτικού δανείου», «Υπόθεσις προστίμου Τροχαίας», «Υπόθεσις φορολογίας Ι.Κ.Α.», «Υπόθεσις πλειστηριασμού», «Υπόθεσις εξόδων εξώσεως» κ.ο.κ.
Υπάρχει ακόμη και κάποιος που ομολογεί ευθαρσώς ότι «ζητεί χρηματικόν βοήθημα διότι έκλεψε από κατάστημα και θέλει να πληρώση».
Τα ανάκτορα ως δικαστής
Αν τα προηγούμενα προκαλούν απλώς σκωπτικά χαμόγελα ή πικρές σκέψεις για τον αρχαϊσμό της τότε κοινωνικής πολιτικής, αρκετά διαφορετικά συναισθήματα γεννά η ενότητα του βασιλικού ρουσφετολογίου με τον τίτλο «Δικαστικαί Υποθέσεις»(φ.473): «Υπόθεσις δίκης», «Υπόθεσις δίκης βιασμού», «Επίσπευσις ανακρίσεων», «Επίσπευσις δίκης», «Επέμβασις εις Δικαιοσύνην», «Ματαίωσις δίκης», «Αναθεώρησις δίκης», «Αναστολή δίκης».
Υπενθυμίζουμε ότι ο τότε εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνος Κόλλιας, διορίστηκε με πρωτοβουλία του Κωνσταντίνου ως πρώτος πρωθυπουργός της χούντας, αμέσως μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου.
Νομικής φύσης ζητήματα περιλαμβάνονται επίσης στις ενότητες «Οικονομικαί Υποθέσεις» (φ. 481), «Αγροτικά Θέματα» (φ. 475) και «Θέματα Αλιείας» (φ. 490): «Υπόθεσις πλειστηριασμού», «κατασχέσεως περιουσίας», «κληρονομίας», «δημοπρασίας», «εκπλειστηριασμού (Χατζημιχάλη)», «κατασχέσεως καπνού», «παρανόμου αλιείας», «εκποιήσεως αλιευτικού σκάφους», «κοινοτικών βοσκοτόπων», «αναδασμού», «ιδιοκτησίας αγροτεμαχίου», «κυριότητος ελαιοδένδρου» κ.ο.κ.
Στον εκπαιδευτικό πάλι τομέα, ο βασιλιάς καλείται να τακτοποιήσει μεταγραφές φοιτητών, αλλά και από δικαστής να μετατραπεί σε γυμνασιάρχη: «Προαγωγή μαθητού», «Αναθεώρησις γραπτών μαθητού», «Υπόθεσις χαρισμού απουσιών μαθητού».
Τα ανάκτορα ως οικογενειακός σύμβουλος
Από τη στιγμή που βασιλεύει ελέω Θεού, και όχι της λαϊκής ψήφου, ένας εστεμμένος δεν είναι φυσικά δυνατό να περιορίσει τις παρεμβάσεις του στη δημόσια μόνο σφαίρα, αδιαφορώντας για τις ιδιωτικές υποθέσεις (και την προσωπική ευτυχία) των υπηκόων του.
Ορισμένα από τα σχετικά αιτήματα του ρουσφετολογίου, όπως η «έκδοσις διαζυγίου» ή η «άδεια γάμου εις χωροφύλακα» (και γενικότερα «εις στρατιωτικούς και άνδρας Σωμάτων Ασφαλείας») είναι μάλλον αναμενόμενα, αν λάβουμε υπόψη ότι το νομικό πλαίσιο της εποχής έθετε δυσυπέρβλητους περιορισμούς στον χωρισμό των παντρεμένων και αυστηρές προϋποθέσεις (κοινωνικές και πολιτικοϊδεολογικές) για τις συζύγους των ενστόλων.
Λιγότερο προφανή είναι τα πράγματα στην «Υπόθεσιν γάμου μετά στρατιώτου» (φ. 496), ενώ μάλλον αυτονόητα στο αίτημα για «άδεια 4ου γάμου» (φ. 477).
Από κει και πέρα, ωστόσο, περνάμε από το βασίλειο της ανάγκης σ’ εκείνο της ιλαρότητας.
Μια ολόκληρη σελίδα με τίτλο «Οικογενειακαί Υποθέσεις» (φ. 477) και διάσπαρτα άλλα αιτήματα μετατρέπουν το παλάτι σε αναγνωστήριο ενός συλλογικού ριάλιτι:«Υπόθεσις απαγωγής»· «Υπόθεσις αθετήσεως υποσχέσεως γάμου υπό διδασκάλου»·«Επέμβασις Βασιλίσσης να βγη η φίλη της από Μοναστήριον»· «Εξοδος θυγατρός από Μοναστήριον»· «Την εγκατέλειψεν ο σύζυγος, ζητεί επιστροφή»· «Αιτεί να πιεσθή γαμβρός να πανδρευθή την θυγατέρα του»· «Υπόθεσις διαζυγίου»· «Διάστασις συζύγων»· «Επιστροφή θυγατέρων»· «Εξαφάνισις νεανίδος»· «Επιστροφή ναυτικού»·«Υπόθεσις διατροφής»· «Υπόθεσις γάμου ανηλίκου»· «Υπόθεσις κηδεμονίας παιδίου»·«Επέμβασις εις υπόθεσιν βιασμού»· «Επέμβασις επί υποθέσεως αθετήσεως υποσχέσεως γάμου»· «Παράδοσις εγγονού εις μητέρα»· «Παράδοσις ακτινογραφιών υπό ιδιώτου ιατρού».
Τα ανάκτορα ως Νικολούλη
Υποπερίπτωση των παραπάνω αποτελεί η εμπλοκή του στέμματος σε αναζητήσεις χαμένων προσώπων –σε μια εποχή, θυμίζουμε, που το κρατικό ραδιόφωνο αναπαρήγε καθημερινά τα αντίστοιχα δελτία του Ερυθρού Σταυρού.
Υπάρχει κατ’ αρχάς ειδική ενότητα με τίτλο «Αναζητήσεις αγνοουμένων» (φ.487):«Αναζήτησις εξαφανισθέντος ναύτου Ε[μπορικού] Ν[αυτικού]»· «Ανεύρεσις οικογενείας»· «Αναζήτησις αγνοουμένου»· «Πληροφορίαι περί τύχης συζύγου»·«Πληροφορίαι δι’ αιχμάλωτον»· «Διεύθυνσις συζύγου εν Γερμανία».
Πιο περίπλοκα αιτήματα έχουν ταξινομηθεί σαν «Οικογενειακαί Υποθέσεις» (φ. 477):«Ανεύρεσις μητρός»· «Ανεύρεσις πατρός εξωγάμου τέκνου»· «Αναζήτησις πραγματικής μητρός».
Σε μια φαινομενικά άχρωμη ενότητα διαβάζουμε ότι ζητούνται «πληροφορίαι διά ψυχοπαθή»· θαυμαστής (ή θαυμάστρια) ζητά από τα ανάκτορα τη διεύθυνση του «ηθοποιού κ. Τσακίρη», ενώ απροσδιόριστου περιεχομένου παραμένει η «Υπόθεσις ανευρέσεως θησαυρού».
Ενδιαφέρουσα αποδεικνύεται επίσης η περιέργεια κάποιων πολιτών για τα μέλη και τους συμπεθέρους της βασιλικής οικογένειας («Υψος Βασιλέως Δανίας», «Υψος Βασιλέως Ελλάδος», «Πληροφορίαι διά τοκετόν Βασιλίσσης», «Πληροφορίαι διά χρονολογίαν γεννήσεως Βασιλέως»).
Λαμβάνοντας υπόψη όσα είχαν προηγηθεί και όσα ακολούθησαν, το αίτημα κάποιων άλλων «να μάθουν το επώνυμον της Βασιλικής Οικογενείας» θα πρέπει, πάντως, να θεωρηθεί είτε παντελώς αφελές είτε καθαρά προβοκατόρικο.
Βασιλεύς διά πάσαν νόσον
Η τελευταία κατηγορία αιτημάτων του ρουσφετολογίου απαρτίζεται από αιτήματα που σχετίζονται άμεσα με τη βασιλική ιδιότητα.
Υπάρχουν καλοπροαίρετοι που απευθύνουν «πολιτικάς συμβουλάς» ή «συμβουλάς προς Βασιλέα δι’ αυλικούς», με την αφελή βεβαιότητα πως οι σοφίες τους θα εισακουστούν· στο ίδιο μήκος κύματος, κάποιος νοσταλγός «ζητεί όπως ο Διάδοχος ονομασθή Γεώργιος Γ΄».
Ορισμένες διαθεσιμότητες κινούνται εμφανώς στην γκρίζα ζώνη μεταξύ αφιλοκερδούς προσφοράς και κουτοπόνηρων δημοσίων σχέσεων: ο ένας προβαίνει σε «προσφορά παιδικών τροφών εις Διάδοχον», ο άλλος «προτείνει να διδάξη την Διάδοχον πιάνον», ένας τρίτος στέλνει «χρυσόν σταυρόν εις Διάδοχον διά να τον φορέση και να τον βγάλουν φωτογραφία», ένας τέταρτος ζητά (ή αποστέλλει) «ενθύμιον διά τέκνον γεννηθέν την ιδίαν ημέραν με Διάδοχον».
Παρόμοια κίνητρα διακρίνονται και πίσω από το επιζητούμενο «συνοικέσιον μέσω Βασιλίσσης», την πρόσκληση της τελευταίας «εις εορτήν Τσιγγάνων» ή την «προσφορά υπηρεσιών προς Α.Μ. ως πράκτωρ».
Οσο για την «αποστολή Εθνικού Λαχείου προς Διάδοχον και Αλεξίαν», είναι προφανές ότι έγινε μπας και φτιάξει λίγο η τύχη τους.
Το αίτημα για «φωτογραφίαν [της] Βασιλίσσης από την μαθητικήν Της ζωήν» φέρνει αυτόματα στον νου τον φετινό «Νοτιά» του Τάσου Μπουλμέτη.
Η επιστήμη σηκώνει, αντίθετα, τα χέρια ψηλά στην περίπτωση του συμπατριώτη μας που «εις φωτογραφίαν Βασιλίσσης Αννας Μαρίας ζητεί αυτόγραφον Βασιλίσσης Φρειδερίκης».
Οι έμφυλες ιεραρχήσεις της εποχής, θεσμικά αποτυπωμένες και στην ίδια την εσωτερική τάξη των ανακτόρων, αποτυπώνονται, τέλος, αρκετά καθαρά στην αποτυχημένη «πρόρρησιν διά τέκνον Βασιλίσσης (θήλυ)», στην προθυμία ενός βασιλόφρονα «να αποστείλη βότανον διά να αποκτήση η Βασίλισσα άρρεν τέκνον», αλλά και στην έκκληση μιας Ελληνίδας που ζητά από το παλάτι «φυλακτόν διά να κάνη αγόρι».
Βιταμινούχα τσιγάρα, ταχύπλοα σκάφη
Εκτός από το βασιλικό ρουσφετολόγιο του 1967, ο φάκελος 438 του Αρχείου των Ανακτόρων περιέχει κάμποσα ακόμη ενδιαφέροντα ντοκουμέντα.
Ανάμεσά τους και επιστολές προς τον Κωνσταντίνο προσωπικών γνωστών του από το εξωτερικό, με ημερομηνίες του φθινοπώρου εκείνης της χρονιάς –λίγο πριν, δηλαδή, το αποτυχημένο κίνημα της 13ης Δεκεμβρίου και την αυτοεξορία του τέως στη Ρώμη.
Κάποιες απ’ αυτές τις επιστολές είναι αμιγώς κοινωνικού χαρακτήρα, όπως η λακωνική απάντηση του απόστρατου -πλέον- στρατηγού Ρόναλντ Σκόμπι (9/10/1967) σε τηλεγράφημα του Ελληνα βασιλιά, απροσδιόριστου περιεχομένου.
Οι περισσότερες όμως αφορούν τη γνωστοποίηση επιχειρηματικών σχεδίων, για την ευόδωση των οποίων ζητούν την προσωπική υποστήριξη του Κωνσταντίνου.
Δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα:
◼ Στις 11 Σεπτεμβρίου, ο Αμερικανός Νέλσον Τάρβις Γουότερμπαϊ ενημερώνει τον Κωνσταντίνο για την εκ μέρους του εφεύρεση ενός «τσιγάρου με βιταμίνη Α», που υποτίθεται ότι «αποτρέπει τον καρκίνο», και τις σκέψεις για βιομηχανική παραγωγή του στην (καπνοπαραγωγό) χώρα μας –με δημόσια, μάλιστα, εμπλοκή των ανακτόρων:
«Θα είχατε την ευγένεια να με συμβουλεύσετε όσον αφορά το όνομα του κατασκευαστού τσιγάρων που φέρει τον βασιλικό θυρεό του Βασιλείου της Ελλάδος; Σχεδιάζω ένα ταξίδι στην Ελλάδα κατά τη χειμερινή περίοδο και θα εκτιμούσα κάθε καθοδήγηση που η Αυτού Βασιλική Υψηλότης θα επιθυμούσε να προσφέρει τότε».
◼ Στις 14 Νοεμβρίου ο Νορβηγός ιστιοπλόος Πέτερ Λούντε, χρυσός -κι αυτός- ολυμπιονίκης του 1960 σε άλλη κατηγορία, θυμίζει στον Κωνσταντίνο (14/11/1967) το «πολύ όμορφο δείπνο» που είχε απολαύσει τότε με τον ίδιο, «τις αδερφές Σας και, μεταξύ άλλων, τον κ. Straudridous», για να περάσει αμέσως μετά στο ψητό:
«Ο λόγος που Σας γράφω είναι ότι ασχολούμαι τώρα με τη ναυπηγική ταχύπλοων σκαφών από φάιμπεργκλας και μέχρι στιγμής τα έχω καταφέρει με το δικό μου σχέδιο τρικάρινου κήτους. Δεν έχω τη διεύθυνση του κ. Straudridous και γι’ αυτό τον λόγο θα Σας ζητούσα να προωθήσετε την επιστολή μου στους σωστούς ενδιαφερόμενους. Εσωκλείω φωτογραφίες και φυλλάδια των διαφόρων τρικάρινων σκαφών μας, τα οποία είναι πολύ κατάλληλα για ιστιοπλοϊκούς ομίλους ως διασωστικά, μεγαλοκάρινα και ενοικιαζόμενα σκάφη. […] Η παραγωγή μας για το 1968 έχει σχεδιαστεί στα 2.000 σκάφη και ο τζίρος της ισοδυναμεί με 10 εκατομμύρια νορβηγικές κορώνες. Αισθάνομαι πως υπάρχει μεγάλη ζήτηση για τον δικό μας τύπο σκαφών στη χώρα Σας, ελπίζω δε ότι το ζήτημα θα ενδιαφέρει και θα μου προσφερθεί επαφή με ανθρώπους της ναυτιλίας που ενδιαφέρονται να εισάγουν αυτά τα σκάφη και να τα διανείμουν κατά μήκος της υπέροχης ακτογραμμής Σας. Ελπίζω επίσης ότι αυτό θα μου δώσει την ευκαιρία να επισκεφθώ τα ελληνικά νησιά και να συναντήσω ξανά κάποιους από τους ιστιοπλόους φίλους μου. Ελπίζω πως αυτό δεν θα είναι υπερβολικά άβολο για Εσάς, και παίρνω το θάρρος να Σας ευχαριστήσω εκ των προτέρων για την ενδεχόμενη βοήθειά Σας».
▶ Δείτε το πλήρες κείμενο του βασιλικού ρουσφετολογίου:
Αρχείο τέως Βασιλικών Ανακτόρων
Η αλληλογραφία ως επάγγελμα
Τριανταπέντε ολόκληρα χρόνια χωρίζουν την κατάρτιση του ρουσφετολογίου που μελετήσαμε από τη συνέντευξη του -έκπτωτου πλέον- Κωνσταντίνου στον δημοσιογράφο Λάρι Κινγκ του CNN(26/4/2002). Η αποκαλυπτική στιχομυθία των δυο ανδρών σχετικά με τον βιοπορισμό του τέως συνδέεται ωστόσο άμεσα, αν και υπόρρητα, με το σημερινό αντικείμενό μας:ΕΡ: «Πώς συντηρείστε; Υπάρχουν κονδύλια διαθέσιμα σ’ έναν εξόριστο βασιλιά;»
ΑΠ: «Δεν υπάρχουν κονδύλια διαθέσιμα σ’ έναν εξόριστο βασιλιά. Κι αυτό είναι κάτι που πρέπει εγώ να προσπαθήσω να κάνω, να φροντίσω τη δική μου οικογένεια».
ΕΡ: «Και πάτε στη δουλειά;»
ΑΠ: «Εχω ένα γραφείο στο Λονδίνο, το οποίο βασικά με κρατά σ’ επαφή με ό,τι συμβαίνει στην πατρίδα μου. Ο λόγος που αυτό συμβαίνει είναι, πρώτα απ’ όλα, ότι υπάρχουν ένα σωρό άνθρωποι που θέλουν να έρθουν και να με δουν, απ’ όλα τα στρώματα της χώρας και όλες τις ηλικίες. Κατά κύριο λόγο, αυτή τη στιγμή, είναι νέοι. Για να σας δώσω μια ένδειξη, η αλληλογραφία που λαμβάνω από την Ελλάδα ξεπερνά τώρα τις 100.000 επιστολές τον χρόνο. Είναι λοιπόν τεράστιος φόρτος εργασίας για λίγους ανθρώπους κι ένα μικρό γραφείο στο Λονδίνο».
Για τον αριθμό των επιστολών, όποιος θέλει φυσικά τον πιστεύει. Αυτό για το οποίο μάλλον δεν χωρά αμφιβολία είναι, αντίθετα, η προέλευση της πεποίθησης του έκπτωτου μονάρχη πως η διαχείριση της αλληλογραφίας του συνιστά βιοποριστικό επάγγελμα…