Ένα διήγημα για μια γυναίκα με σκλήρυνση κατά πλάκας!
Η φωνή από τα ηχεία που δηλώνει ότι θα έφταναν σε μισή ώρα στον προορισμό τους, την επαναφέρει στην πραγματικότητα. Τρίβει τα μάτια της. Νιώθει τόσο μα τόσο κουρασμένη. Ήθελε να φταίει το πολύωρο ταξίδι γι’ αυτό, αλλά δυστυχώς η αλήθεια είναι πολύ πιο επώδυνη.
Προσπαθεί να βολευτεί στο κάθισμα της μα κινείται με μεγάλη δυσκολία. Η παραμικρή κίνηση απαιτεί υπεράνθρωπη προσπάθεια. Τα μάτια της πονάνε, η όραση της όσο πάει θολώνει όλο και περισσότερο. Νιώθει τις δυνάμεις της σιγά-σιγά να την εγκαταλείπουν.
Αναστενάζει.
Το μυαλό της γυρνάει σχεδόν 25 χρόνια πίσω, τότε που ήταν φοιτήτρια. Αρχιτέκτων μηχανικός στο ΑΠΘ, αριστούχος, πρώτη στην τάξη της. Τότε που ονειρευότανε να κατακτήσει τον κόσμο, να χτίσει κτίρια ψηλά να αγγίξουν τον Θεό, τους νέους πύργους της Βαβέλ. Θυμότανε επίσης και την Αγνή. Μια συμφοιτήτρια της, που από σπόντα δεν ακολούθησε την θεολογική και που της επισήμανε ότι κάποια στιγμή θα τιμωρούνταν για την αλαζονεία της. Τότε γέλασε….
Ήτανε πάνω στην ακμή της, 39 χρονών είχε τα πάντα, ότι μπορούσε να επιθυμήσει μια γυναίκα καριέρας. Έξυπνη, μορφωμένη, επιτυχημένη. Άτομο τρομερά φιλόδοξο και δραστήριο είχε πολεμήσει με τους πιο σκληρούς αντιπάλους για να εδραιωθεί, μα τούτος εδώ, αν και αόρατος, ήταν ο χειρότερος από όλους. Δεν είχε παντρευτεί ποτέ, δεν απέκτησε παιδιά γιατί δεν είχε χρόνο. Τι ειρωνεία! Πλέον και τώρα, δεν έχει την πολυτέλεια του χρόνου….
Δευτεροπαθείς προϊούσα σκλήρυνση κατά πλάκας. Μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, αυχένα, σπονδυλικής στήλης, παρακέντηση, προκλητά δυναμικά, ουροδυναμικό έλεγχο…. Εκφράσεις και λέξεις που κάποτε, ούτε ήξερε ότι υπάρχουν. Έννοιες που ίσως δεν σήμαιναν απολύτως τίποτα, μα τώρα, απέκτησαν ένα φοβερό και δυσοίωνο νόημα. Στην πατρίδα δεν της είχανε δώσει καμιά ελπίδα, η μόνη της προσδοκία πλέον βρισκότανε εκεί, στην Αμερική.
Μερικές ώρες αργότερα, βρίσκεται στο δωμάτιο του ξενοδοχείου της. Έχει ανάγκη από ξεκούραση, το ταξίδι αυτό την έχει τσακίσει. Ξαπλωμένη στο κρεβάτι, βλέπει απέναντι τους τεράστιους ατσάλινους ουρανοξύστες να ξύνουν τα σύννεφα.
Ανάβει τσιγάρο και παρακολουθεί τον καπνό που προσπαθεί να φτάσει την οροφή. Μια ζωή πάλευε να φτάσει στη κορυφή, μα από ένα καπρίτσιο της ζωής, βρέθηκε στον πάτο. Το ξέρει ότι δεν θα μπορέσει ποτέ πια να ξανασχεδιάσει και αυτό είναι που την σκοτώνει.
Δακρύζει. Ποτέ της δεν το πίστευε, μια γυναίκα τόσο δυνατή και ανεξάρτητη να κλαίει. Φαντάσματα του παρελθόντος ξεπηδούν από το πουθενά. Εικόνες από την αδερφή της, που έλιωνε μέρα με την μέρα στο κρεβάτι μέχρι που έσβησε, την στοιχειώνουν.
Παίρνει το τηλέφωνο και σχηματίζει έναν αριθμό.
-Μαμά, λέει και η φωνή της πνίγεται.
Εκείνη προσπαθεί να φανεί συγκρατημένη, να φανεί δυνατή και την ηρεμήσει.
-Όλα θα πάνε καλά Ελπίδα, θα το δεις.
-Μαμά δεν μπορώ, δεν ξέρω αν θα το αντέξω αύριο….
Ξεσπάνε και οι δύο σε κλάματα και για λίγο δεν μιλάει κανείς τους. Η ένταση εκτονώνεται, η ψυχή της γαληνεύει.
-Θα μιλήσουμε αύριο, εντάξει;Συμφωνούν και οι δύο σιωπηλά και το κλείνουν. Αύριο είναι μεγάλη μέρα….
Στην είσοδο του νοσοκομείου την υποδέχονται με το αναπηρικό καροτσάκι. Ανεβαίνει με δυσκολία και αφήνεται να την οδηγήσουν. Έχει μια όμορφη μέρα σήμερα, νιώθει στα μάγουλά της την δροσερή αύρα και η διάθεση της αναπτερώνεται. Όχι, δεν θα το επέτρεπε στον εαυτό της να τα παρατήσει όποια και να ήτανε τα αποτελέσματα. Μια ζωή ήταν αγωνίστρια, ήξερε να παλεύει. Δεν είχε μάθει να παραιτείται, δεν θα το έκανε τώρα.
Σηκώνει το χέρι να αγγίξει τον ουρανό μα δεν τον φτάνει, το χέρι της πια είναι κοντό. Δεν απελπίζεται όμως, ξέρει πως αν το θελήσει η ίδια, θα χαμηλώσει εκείνος…