Οι Τρεις Πινακίδες Έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι είναι μία ταινία που λάτρεψε το κοινό και από πολλούς δικαίως θεωρείται ίσως η καλύτερη κινηματογραφική άφιξη της χρονιάς.
Μία ματιά στους λόγους που ξεχωρίζει:
-Το σενάριο είναι ευφάνταστο και πρωτότυπο. Μία γυναίκα που βιώνει την απώλεια της έφηβης κόρης της μισθώνει τρεις πινακίδες για να στείλει ένα επιθετικό μήνυμα, ένα συλλογικό κατηγορώ στις αρχές και την τοπική κοινωνία.
-Η Φράνσις ΜακΝτόρμαντ είναι ένας χαρακτήρας που πίσω από τη σκληρότητα και τον κυνισμό του κρύβει μικρές εξάρσεις ευαισθησίας και τρυφερότητας, προϊόν μιας κουλτούρας και ενός πολιτισμού που αντιστέκεται, αγαπάει και υπηρετεί μέχρι το τέλος τον δικό της αξιακό κώδικα. Από τις μολότοφ στο αστυνομικό τμήμα μέχρι τον διάλογο με τις παιδικές παντόφλες της η ηρωϊδα δεν κινείται μονοδιάστατα στην οθόνη αλλά επιλέγει να δώσει την προσωπική της μάχη για δικαιοσύνη μέχρι το τέλος.
-Μέσα από την ταινία ξεδιπλώνονται όλες οι παθογένειες της εξουσίας και των τοπικών αρχών: ο ρατσισμός, η βία, το μίσος για το διαφορετικό, ο τραμπουκισμός των υποτιθέμενων “εχθρών”, η έλλειψη παιδείας. «Δεν βασάνισα έναν αράπη, βασάνισα έναν έγχρωμο», λέει ένας αστυνομικός που αναζητάει στις βάρβαρες πράξεις του μία δόση ορθολογισμού και εκσυγχρονισμού.
-Και όμως οι διαδρομές που ακολουθούν τελικά οι χαρακτήρες αποδεικνύουν ότι ακόμα και οι πιο μονοσήμαντοι και οι χειρότεροι ήρωες δεν θα υπηρετήσουν έναν ρόλο μέχρι τέλους, αλλά θα δεχθούν ρήγματα και εσωτερικές ανακατατάξεις. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ο ανίκανος βοηθός του σερίφη που υποδύεται ο Σαμ Ρόκγουελ και ο αρχηγός της αστυνομίας που υποδύεται ο Γούντι Χάρελσον.
-Το «μάθημα» είναι ότι τίποτα δεν γίνεται μονοσήμαντα και ότι όλα τα γεγονότα φωτίζουν και άλλες πτυχές. Και γιατί όχι υπάρχει και ένας άλλος εαυτός που κάποτε βγαίνει στην επιφάνεια. Και αυτό δεν γίνεται με ευχές, ούτε με δόγματα, αλλά συμβαίνει μέσα από τον οδοστρωτήρα που λέγεται πραγματικότητα.
-Η ταινία έχει εξαιρετικό ρυθμό, χιούμορ, καταιγιστικούς διαλόγους και στοιχεία γουέστερν. Εξαιρετικός ο τρόπος που περνάει τον θεατή από το γέλιο στο κλάμα και το αντίστροφο.
-Η δυνατή ερμηνεία της Frances McDormand δεν μπορεί να αφήσει κανέναν ασυγκίνητο, ενώ πολύ σημαντικός είναι και ο χαρακτήρας του σερίφη που υποδύεται ο Woody Harrelson. Οι δύο πρωταγωνιστές βρίσκονται μεταξύ τους σε έναν αδιάκοπο πόλεμο, ο ένας παίζει με τον άλλον, τον εξοντώνει, τον κοροϊδεύει για να φτάσουν τελικά να μοιραστούν στην οθόνη μία συγκλονιστική στιγμή. Ο πιο αμφιλεγόμενος ρόλος είναι του βοηθού του σερίφη Ντίξον, του ρατσιστή αστυνομικού με το μίσος για τους άλλους, ο οποίος τελικά παίρνει μία διαφορετική στροφή στο παρά πέντε και σώζει την υπόληψη του.
– Και κυρίως η ταινία μας άρεσε γιατί είναι μία από αυτές τις προσπάθειες που υπενθυμίζουν ότι το καλό σινεμά χρειάζεται μερικά απλά υλικά για να μαγέψει τον θεατή.