Τρέχεις. Με το σώμα, με το λόγο, με τη σκέψη. Τρέχεις.
Κοιτάς μπροστά, δεν βλέπεις, δεν παρατηρείς. Τρέχεις.
Τα φύλλα κιτρινίζουν, πέφτουν. Τα κλαδιά μένουν γυμνά μα έπειτα ξαναφουντώνουν και χρωματίζονται πράσινα. Κάποια ανθίζουν, βγάζουν μπουμπούκια που ξεδιπλώνουν τα ομορφότερα χρώματά τους. Για σένα. Αλλά στο δρόμο που τρέχεις δεν τα βλέπεις. Ξεχνάς να στρέψεις το βλέμμα σου. Να σταθείς ένα λεπτό. Να τα παρατηρήσεις.
Ο ουρανός γεμίζει σύννεφα. Ο άνεμος τα διώχνει μα εκείνα ξαναέρχονται. Καμιά φορά κάθονται λίγο περισσότερο, παίρνουν διάφορες αποχρώσεις και σου μιλάνε. Σου μιλάνε τόσο που σε κάνουν να γλιστρήσεις. Σε σκουντάνε στον ώμο, στο κεφάλι, θαμπώνουν το βλέμμα σου, σε ανατριχιάζουν. Αλλά εσύ δεν τους δίνεις σημασία. Συνεχίζεις να τρέχεις.
Τότε βγαίνει ο ήλιος. Σου φωτίζει τον δρόμο. Σε ζεσταίνει. Ίσως και να σε ενοχλεί κάθε τόσο που αισθάνεσαι την άλμη να ζωγραφίζει αφηρημένα το πρόσωπό σου εξαιτίας του. Μα εσύ πάλι δεν δίνεις σημασία. Γιατί τρέχεις. Και τρέχεις.
Και τότε έρχεται ο χρόνος που φέρνει μαζί του τις στιγμές. Κάποιες τις προσπερνάς χωρίς να το καταλάβεις. Κάποιες προσπερνούν εσένα. Τρέχεις. Πας να τα βάλεις μαζί του. Προσπαθείς να βγεις μπροστά αλλά εκείνος τρέχει γρηγορότερα. Δεν καταλαβαίνεις πότε είναι μπρος και πότε πίσω σου. Σαστίζεις. Αποπροσανατολίζεσαι. Και τότε ελαττώνεις ταχύτητα. Κοιτάς πίσω σου, γύρω σου, μέσα σου.
Μία βλέπεις τα πάντα, μία δεν βλέπεις τίποτα. Μπερδεύεσαι. Ψάχνεις τις στιγμές ανάμεσα στους δείκτες του ρολογιού σου. Όμως έχουν αρχίσει να τρέχουν κι αυτοί γύρω γύρω. Δεν μπορείς πια να τους πιάσεις. Κι όσο εσύ χαμηλώνεις ταχύτητα, τόσο αυτοί χορεύουν όλο και πιο ξέφρενα παρασύροντας μαζί τους τις στιγμές. Τις στιγμές που τυχαίνει να είναι δικές σου. Ή να ήταν κάποτε. Ή να νόμιζες πως ήταν. Σαν να μη θυμάσαι ακριβώς.
Κι όσο εσύ προσπαθείς να δεις πίσω τους, αναμεσά τους, μέσα τους… αυτές χάνονται στην παραζάλη του χρόνου. Και τότε… Σταμάτα. Μην τρέχεις άλλο. Δες.
Τα φύλλα περιμένουν να χαϊδέψουν τις σκέψεις σου, να συνοδεύσουν τα όνειρά σου. Ο ήλιος μαζί με τα φλύαρα σύννεφα συνθέτουν για σένα το πιο όμορφο ιριδίζον μονοπάτι γεμάτο από πολύχρωμες στιγμές. Για σένα. Για σένα που τρέχεις. Στάσου ένα λεπτό. Δες. Μην τρέχεις άλλο. Δες.
Γράφει η Μυρτώ Αγγελάτου
Είμαι 22 χρονών. Σπουδάζω στο τμήμα Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής & Ψυχολογίας του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και ασχολούμαι επαγγελματικά με τον κλασικό και τον σύγχρονο χορό.
Ψάχνω τρόπους να εκφράσω τον εσωτερικό μου κόσμο κι αυτό το καταφέρνω μόνο μέσα από την κίνηση και το γράψιμο. Όταν δε χορεύω, γράφω.
Το γράψιμο για μένα είναι μία διέξοδος που με βοηθάει να ξεφεύγω από τη καθημερινότητα όταν αυτή με κουράζει. Είναι ένας τρόπος έκφρασης βαθύτερων συναισθημάτων εκεί όπου τα λόγια δειλιάζουν. Είναι μια αναμέτρηση με τον εαυτό μου και μια διαρκής αναζήτηση της ταυτότητάς μου. Είναι δημιουργία. Είναι κατάθεση ψυχής. Είναι απόλαυση.