Μία ταινία με τρομερά καυστική ανθρώπινη ματιά από τον Sean Baker, η υπόθεση της οποία διαδραματίζεται δίπλα στο ξεφτισμένο πλέον όνειρο της Disneyland.
Τα εξαθλιωμένα μοτέλ στεγάζουν οικογένειες που ζουν στα όρια της εξαθλίωσης, ακριβώς δίπλα από τις αγορές με τα τουριστικά αξιοθέατα. Οι ονομασίες Magic Castle kai Futureland έρχονται σε έντονη αντίθεση με τη σκληρή οικονομική πραγματικότητα, σαν να χλευάζουν τις ζωές των ανθρώπων που στοιβάζονται εκεί.
Πολλοί από τους κατοίκους βρίσκονται στο μηδέν, παλεύουν με όποιον τρόπο μπορούν για να πληρώσουν το ενοίκιο, απομακρύνονται από τα δωμάτια τους για να γλιτώσουν πιθανές εξώσεις κατοικίας. Το παραμύθι όμως μένει ολοζώντανο για το παιδιά που βρίσκονται στο επίκεντρο αυτής της συναρπαστικά ζωντανής ταινίες, αναζητώντας λίγη μαγεία μέσα σε αυτή την άχαρη πραγματικότητα.
Η 6χρονη Moonee ζει σε αυτό το “μαγικό κάστρο” με τη μητέρα της Halley, μία αντισυμβατική χορεύτρια που δεν δείχνει να σταματάει μπροστά σε τίποτα και κανέναν και υφαίνει μία μαγευτική σχέση με τη μικρή, βγάζοντας τη γλώσσα σε κάθε δυσκολία (εξαιρετική η σκηνή που οι δυο τους παίζουν μέσα στη βροχή).
Τα παιδιά ζουν μέσα σε ένα καλοκαίρι των θαυμάτων κάνοντας ζαβολιές κάθε είδους και αναστατώνοντας τον επιστάτη – διευθυντή του μοτέλ Γουίλιαμ Νταφόε ο οποίος παραδίνει μία μοναδική ερμηνεία.
Η Halley οδηγείται σταδιακά στην πτώση της μέσα από μία διαδικασία σκληρής ενηλικίωσης (γιατί και η ίδια είναι σχεδόν παιδί), ωστόσο η αγάπη και η αφοσίωση της στη μικρή είναι μοναδική. Η στρατιά αυτή των αόρατων άστεγων παρουσιάζεται με μία ματιά που μαγεύει τον θεατή γιατί είναι σχεδόν ποιητικά δοσμένη, χωρίς να ωραιοποιεί την κατάσταση, χωρίς και όμως να προσθέτει τεχνητή συγκινησιακή φόρτιση.
Η κριτική πάνω στο αμερικανικό όνειρο και στη σύγχρονη Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ είναι γεμάτη παραμύθια που δεν αστειεύονται. Παραμύθια μελαγχολικά που ποτέ δεν φτάνουν στο όνειρο, αλλά συντρίβονται πάνω στις ταξικές αντιθέσεις, τη φτώχεια και την ενηλικίωση αυτής της χώρας που ίσως δεν έρθει ποτέ.
Οι τελευταίες σκηνές της ταινίας είναι έντονα συγκινησιακά φορτισμένες και ο επικείμενος αποχωρισμός βγάζει μπροστά την πραγματική αγάπη, την αγάπη που στέκεται πέρα από τα όρια των καθωσπρεπισμού και των επιβεβλημένων κοινωνικών συμπεριφορών.