ΓούναΚαστοριάΠαλαιά ΚαστοριάΠρόσωπα

Ο όσ. Ευγένιος Αιτωλός για τον ευεργέτη Μανωλάκη Καστοριανό

agiosevgeniosait2

Η τέχνη της γούνας προήλθεν εκ Καστορίας και έφθασεν εις Κωνσταντινούπολιν ή μετελαμπαδεύθη εκ Κωνσταντινουπόλεως εις Καστορίαν

Εις την επιστολήν 110 ο άγιος Ευγένιος αναφέρεται και εις τινας πειρασμούς επισυμβάντας εις τον Μανωλάκην, ους επληροφορήθη ευρισκόμενος εις την ηλιοστερή Γούβαν των Αγράφων. «Τω ενδοξοτάτω και τιμιωτάτω εν χριστιανοίς κτίτορι της εν Κωνσταντινουπόλει νέας Σχολής κυρίω Μανολάκη υγείαν και σωτηρίαν παρά Θεού εύχομαι πάντοτε.

Παραμυθούμενος ο κοινός ημών Σωτήρ και Δεσπότης τους ίδιους μαθητάς έλεγεν «Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε» και πάλιν «Ει εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσιν». Άλλα και ο μακάριος και θερμότατος των Αποστόλων Πέτρος τούτοις αυτοίς συμφωνών τοις λόγοις φησί· «Χριστού παθόντος υπέρ ημών σαρκί»· την αυτήν έννοιαν οπλίζεσθαι και ημάς αυτούς παραινεί. Εμάθαμεν όμως διά των γραμμάτων του ιερομονάχου Γερασίμου όσα εξ επηρείας δαιμονικής εσυνέβηκαν της αγάπης σου και θαρρώ να μην είναι πάλιν οίκοθεν και αφ’ εστίας τα κακά και εκ των οικείων μελών τα βέλη, λέγω δε εκ των οικείων συμφυλετών των εκ της αυτής τραπέζης και των αυτών μετεχόντων αλών· αλλά αποχρώσα (ως λέγεται) η κακία δίκη τω πονηρώ. Η αγάπη σου όμως ως χριστιανός γνήσιος και υπηρέτης δόκιμος του ενανθρωπήσαντος ύπέρ ημών Χριστού ας υπομείνη τα προσπεσόντα ατυχήματα μετ’ ευχαριστίας της προς Θεόν και τα λυπηρά των πειρασμών τα νυν μάλιστα τα εκ των πυλών του Άδου συμβάντα. Τούτο γουν ας πιστεύη, παρακαλώ, βέβαια και χωρίς τίνος δισταγμού ανθρωπίνου, ότι ως μέτοχος του Χριστού παθημάτων θέλει γένει κοινωνός και της δόξης εκείνου και της υπέρ νουν χάριτος. Πιστεύομεν ότι ο δεσπότης του παντός δεν αφήνει τους γνησίους του δούλους να πειραχθώσιν υπέρ ο δύνανται· και τούτος του μακαρίου Παύλου εστίν ο λόγος»[19].

Εις την τρίτην επιστολήν (111) και πάλιν ομιλεί διά την εν Άρτη Σχολήν: «Τω λογιωτάτω και προσφιλεστάτω μοι άρχοντι και εν χριστιανοίς ανδράσι θεοφιλεστάτω κυρίω Εμμανουήλω και νέω κτίτορι της εν Βυζαντίω Σχολής ο Ευγένιος εν Κυρίω χαίρειν.

Και ενός και δευτέρου πρότερον ηξιώθημεν γράμματος των τιμίων χειρών της αγάπης σου και το τρίτον ήδη μετά τούτο τώρα πάλιν συν Θεώ και ο σκοπός, τιμιώτατε κύριε, των τε προτέρων και του παρόντος είναι εις και ο αυτός εκείνος και εις μίαν και τα τρία αποβλέπουσιν υπόθεσιν, του φροντιστηρίου, όπως συν Θεώ και με ποιον τρόπον εγένετο»[20].

Ο Μανωλάκης απέστελλε χρήματα αλλά, ως συνήθως, ολίγα έφθαναν εις τον αληθή προορισμόν των.

Σχετικώς προς την σχολήν του Ανατολικού ο Ευγένιος γράφει τω 1682 (έτος της κοιμήσεως αυτού) προς Γρηγόριον ιερομόναχον τον Μάνεσιν εις Ανατολικον: «Κυρ Γρηγόριε, υγίαινε εν Χριστώ με όσους αγαπάς.

Έλαβα το γράμμα σου και εγνώρισα δι’ αυτού την κατάστασιν της ψυχής σου και εθαύμασα και αεί θαυμάζω, ότι γέρων ων και προβεβηκώς μωραίνεις και ακολουθάς τα γεροντάτα των παλαιών Ανατολικιωτών. Εγώ δεν σε έπεμψα αυτού να γεροντεύης και να ακολουθάς μητροπολίτας, αλλά να διδάσκης και να δείχνης γράμματα, όπου τους καιρούς τούτους πανταχού εχάθηκαν. Επρόκρινα μάλλον τούτο η να σε έχω με λόγου μου να με πιάνης από το χέρι να σηκώνωμαι και να μου δείχνης την στράταν, οπού ετυφλάθηκα. Αλλά συ εφεύρες φιλοσοφωτέραν οδόν η, να ειπώ, ανοητοτέραν και επαράδραμες την θεωρίαν και την κατά Χριστόν ζωήν. Κα συ όντας αυτού να λέγουσι τινές απ’ αυτού να φέρουσι τα παιδία τους ρδω να παιδευθούν και έκεινος ο χριστιανός, λέγω δε ο Μανολάκης, οπού έδωκε το τοσούτον σιτηρέσιον ακούοντας το ακερδές της ελεημοσύνης πως του φαίνεται η τι λέγει, καθώς μου γράφει ο Φώτης. Αν τον Μανολάκην τον απατώμεν ως άνθρωπον, τον Θεόν του παντός πως είναι δυνατόν να τον απαντήσωμεν, οπού γνωρίζει και προ γενέσεως τα πράγματα; Φοβέρόν γουν το εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος…». Αυτός, λοιπόν, ο έξοχος ανήρ ανεκαίνισε τον ναόν των Ταξιαρχών Μεγάλου Ρεύματος (Αρναουτκιοϊ) το 1677. Αναφέρει η επιγραφή: «Υπό κυρ Μανουήλ του εκ Καστορίας».

Τέλος (τέλος όσων γνωρίζει ο σύρων τας γραμμάς ταύτας) το οστρεοκόσμητον (εκ μαργάρου-σιντεφίου) παγκάριον του Πατριαρχικού ναού του Αγίου Γεωργίου είναι δώρον του αυτού: «Μανουήλ υιός Πέτρου εκ Καστοριάς, αφοσιοί, έτει αχξθ΄» (1669).

Γενναται εν εύλογον ερώτημα: Η Καστοριά επί αιώνας υπήρξε κέντρον επεξεργασίας διφθερών. Εξήγοντο ουχί μόνον εις την Ανατολήν αλλά και εις την δυτικήν και βορειοτέραν Ευρώπην, μάλιστα εις Βιέννην, Λειψίαν, Μπρεσλάου, Μόσχαν και Βενετίαν. Αί παροικίαι εις αυτάς τας πόλεις ιδρύθησαν κατ’ εξοχήν υπό Καστοριανών.

Οπότε, η τέχνη της γούνας προήλθεν εκ Καστορίας και έφθασεν εις Κωνσταντινούπολιν ή μετελαμπαδεύθη εκ Κωνσταντινουπόλεως εις Καστορίαν, χάρις εις μεταναστεύσαντας ειδικούς περί την τέχνην; Το θέμα χρήζει ερεύνης. Πάντως ημείς θαυμάζομεν εκείνους τους γουναραίους διά τα όσα προσέφεραν εις το Γένος μας. Επομένως δικαίως μνημονεύονται αενάως εις τον Πάνσεπτον Πατριαρχικόν ναόν.

Ήτο όντως ευλογημένη η συντεχνία των γουναράδων. Ευλογημένη και η Καστοριά διά τα τέκνα της και ιδίως διά τον Εμμανουήλ τον Καστοριέα, τον Μανωλάκη τον Καστοριανό.

[Τέλος]

Γέροντας Δοσίθεος Κανέλλος, Ηγούμενος Ι.Μ. Παναγίας Τατάρνης Ευρυτανίας

19. Αχρονολόγητος και αυτή.

20. Ωσαύτως αχρονολόγητος.

Πηγή: Ημερολόγιον 2013, σελ.159-184, επιμέλεια ύλης: αρχιμ. Δοσίθεος Ηγούμενος Ιεράς Σταυροπηγιακής Μονής Παναγίας Τατάρνης Ευρυτανίας, Έκδοση Οικουμενικού Πατριαρχείου.

pemptousia.gr

Ευγένιος ο Αιτωλός (από τη wikipedia)

Ο Ευγένιος ο Αιτωλός (1595-1682), κατά κόσμον Ιωαννούλης ή Γιαννούλης υπήρξε επιφανής διδάσκαλος του Γένους και σθεναρός αγωνιστής της Ορθοδοξίας.
Βιογραφία

Γεννήθηκε στο Μέγα Δένδρο Αποκούρου από φτωχούς γονείς το 1595. Το 1616 χειροτονήθηκε διάκονος στη Μονή Τατάρνας και παρέμεινε για ένα διάστημα στη Μονή Ξηροποτάμου Αγίου Όρους. Μεταβαίνοντας για επίσκεψη στη Μονή Αγίας Αικατερίνης Σινά, χειροτονήθηκε το 1619 πρεσβύτερος από τον δυναμικό Πατριάρχη Αλεξανδρείας (μετέπειτα Οικουμενικό) Κύριλλο Λούκαρη. Μετά το Σινά, πραγματοποίησε προσκύνημα στους Αγίους Τόπους, όπου υπηρέτησε ως εφημέριος του πατριαρχικού παρεκκλησίου του Αγίου Κωνσταντίνου από το 1619 ως το 1622. Συνέχισε τις σπουδές του στα Τρίκαλα, την Κεφαλονιά και τη Ζάκυνθο, όπου μαθήτευσε κοντά στο Θεόφιλο Κορυδαλλέα.

Όταν το 1636 ο Οικουμενικός πια Πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρης κάλεσε τον Κορυδαλλέα στην πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή, ο τελευταίος πήρε μαζί του και τον Όσιο, που τοποθετήθηκε εφημέριος στο Ναό του Κοντοσκαλίου. Κατόπιν μαθήτευσε κοντά στο Μελέτιο Συρίγο για μικρό διάστημα, για να επανέλθει και πάλι κοντά στον Κορυδαλλέα. Έζησε εκ του σύνεγγυς τις ταλαιπωρίες και τις περιπέτειες του Κύριλλου Λούκαρη και υπέστη απηνή διωγμό για την προσήλωσή του στην Ορθοδοξία και για το αδούλωτο πνεύμα του. Μετά το θάνατο του Κύριλλου Λούκαρη, ο Όσιος είχε συνθέσει ακολουθία προς τιμή του. Καθαιρέθηκε από τον Πατριάρχη Κύριλλο Κονταρή, τον Τουρκόφιλο και Λατινόφρονα διώκτη του Κύριλλου Λούκαρη. Όταν αποκαταστάθηκε η εκκλησιαστική τάξη, ο νέος Πατριάρχης Παρθένιος Α΄ τον επανέφερε πανηγυρικά (1639).

Διηύθυνε από το 1639 ως το 1640 τη Σχολή της Άρτας. Μετά από ταλαιπωρία το 1641 στο Αιτωλικό, όπου τον φυλάκισαν οι Τούρκοι, δίδαξε ως το 1645 στο Μεσολόγγι και στη συνέχεια πήγε στο Καρπενήσι, όπου ανήγειρε μεγάλο Ναό της Αγίας Τριάδας και στον περίβολό του Σχολή Ανωτέρων Γραμμάτων, που απέβη για την Ευρυτανία κέντρο πνευματικής αναγεννήσεως. Ανέδειξε πολλούς και σπουδαίους μαθητές, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν Πατριάρχες, Επίσκοποι και ο Αναστάσιος Γόρδιος. Το 1661 μετέβη στα Βραγγιανά Ευρυτανίας και ίδρυσε Σχολή στη Μονή της Αγίας Παρασκευής, που αργότερα ονομάσθηκε «Ελληνομουσείον Αγράφων».[1] Φρόντισε να ιδρυθεί Σχολή και στο Αιτωλικό. Το 1674 ξαναγύρισε στο Καρπενήσι, στην παλιά του Σχολή, όπου έμεινε ως το 1675. Μετά από μερικές περιπλανήσεις του στη Ναύπακτο, στο Μεσολόγγι και στο Αιτωλικό και παραμονή στη Μονή Τατάρνας, επέστρεψε στα Βραγγιανά και δίδαξε ως το 1680. Το 1682 εξεδήμησε προς Κύριον και ετάφη στο νάρθηκα της Αγίας Παρασκευής, όπου είχε ετοιμάσει ο ίδιος τον τάφο του.

Ο Ευγένιος ο Αιτωλός θεωρούνταν ότι είχε προφητικό χάρισμα. Ήταν ταπεινός, ελεήμων, φιλάνθρωπος, φωτισμένος δάσκαλος, αγαπούσε τη λειτουργική ζωή και έζησε βίο ανεπίληπτο και στερημένο. Κατηχούσε τους πολυπληθείς μαθητές του στη γνήσια ορθόδοξη πίστη και παράδοση. Άφησε αξιόλογο συγγραφικό έργο και πολύτιμες επιστολές, που διακρίνονται για βαθιά ελληνομάθεια, γνήσιο εκκλησιαστικό φρόνημα και σοφία. Έγινε όσιος και κατατάχθηκε στο Ορθόδοξο εορτολόγιο από την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου την 1η Ιουλίου 1982.

Η μνήμη του επιτελείται στις 5 Αυγούστου.

 

περισσότερα
Back to top button