Καστοριά

Καστοριά – Υπέρ Υγείας: Ίκτερος – Χοληδοχολιθίαση – Χολαγγειϊτιδα

  papavasileiouhristos2

Παπαβασιλείου A. Χρήστος, 

Α΄ Χειρουργική Κλινική, ΓΝ “ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ”

 

Ίκτερος είναι η κιτρινωπή χρώση των ιστών που οφείλεται σε αύξηση της συγκέντρωσης της χολερυθρίνης στο πλάσμα και στα υγρά του σώματος. Διακρίνεται σε Παθολογικό, όπου αυξάνεται η έμμεση χολερυθρίνη και σε Χειρουργικό (ή αποφρακτικό) ίκτερο με αύξηση της άμεσης χολερυθρίνης.

Ο Παθολογικός ίκτερος οφείλεται είτε σε αυξημένη παραγωγή χολερυθρίνης, όπως συμβαίνει στην αιμόλυση, είτε σε μειωμένη μεταφορά, καθήλωση και σύζευξη της χολερυθρίνης στο ήπαρ καθώς και σε μειωμένη ικανότητα απέκκρισης από το ηπατικό κύτταρο στο αίμα και στο έντερο. Οι κυριότερες αιτίες σε αυτή την περίπτωση είναι η ηπατίτιδα, φάρμακα, κίρρωση, εγκυμοσύνη, έλλειψη ενζύμων, χημικοί και τροφικοί παράγοντες.

Ο Χειρουργικός ίκτερος οφείλεται σε απόφραξη των χοληφόρων οδών. Είναι μια συνήθης επιπλοκή σε χολολιθίαση, σε κακοήθειες της περιοχής και σε φλεγμονές. Η κύρια καλοήθης αιτία αποφρακτικού ικτέρου είναι η χοληδοχολιθίαση και σπανιότερα η εξωαυλική πίεση από μια φλεγμαίνουσα χοληδόχο κύστη (σύνδρομο Mirizzi). Συνήθεις κακοήθειες που προκαλούν αποφρακτικό ίκτερο είναι όγκοι του παγκρέατος, της χοληδόχου κύστης και του χοληδόχου πόρου, περιληκυθικοί όγκοι και καρκίνος του δωδεκαδακτύλου, μεταστάσεις στο ήπαρ και λεμφαδενικές μεταστάσεις στον ηπατοδωδεκαδακτυλικό σύνδεσμο. Στις περιπτώσεις αυτές συνήθως, αντίθετα με τις καλοήθεις περιπτώσεις, έχουμε μακροχρόνιο ιστορικό και το έντονο άλγος μπορεί να απουσιάζει. Η διάγνωση τίθεται από το ιστορικό και την κλινική εξέταση και επιβεβαιώνεται από τις εργαστηριακές και απεικονιστικές εξετάσεις (βιοχημικός έλεγχος, υπερηχογράφημα, αξονική και μαγνητική τομογραφία, ενδοσκοπική ανάστροφη χολαγγειοπαγκρεατογραφία (ERCP).

 

ΧΟΛΗΔΟΧΟΛΙΘΙΑΣΗ

Χοληδοχολιθίαση είναι η παρουσία λίθων στον χοληδόχο πόρο. Υπολογίζεται ότι στο 10% των ασθενών που υποβάλλονται σε χολοκυστεκτομή έχουν χοληδοχολιθίαση. Στις Δυτικές χώρας η χοληδοχολιθίαση είναι δευτεροπαθής, δηλαδή οι λίθοι προέρχονται από την χοληδόχο κύστη. Σπάνια είναι η πρωτοπαθής με δημιουργία λίθων στον χοληδόχο πόρο. Η κλινική εικόνα ποικίλλει. Οι ασθενείς μπορεί να εμφανίζονται είτε ασυμπτωματικοί, είτε με κοιλιακό άλγος και εργαστηριακές διαταραχές της ηπατικής λειτουργίας. Το κοιλιακό άλγος εντοπίζεται στο δεξιό υποχόνδριο ή στο επιγάστριο με συνοδό ναυτία και εμέτους και διαρκεί περισσότερο από τον κολικό των χοληφόρων. Οι κυριότερες επιπλοκές της χοληδοχολιθίασης είναι η οξεία χολαγγειίτιδα και η οξεία παγκρεατίτιδα. Στις περιπτώσεις αυτές αυξάνονται τα ηπατικά ένζυμα (τρανσαμινάσες), η αλκαλική φωσφατάση, η χολερυθρίνη του ορού και η γ-GT. Απεικονιστικά επιβεβαιώνουν την διάγνωση το υπερηχογράφημα και η αξονική τομογραφία της άνω κοιλίας, ο ενδοσκοπικός υπέρηχος, η μαγνητική τομογραφία και χολαγγειοπαγκρεατογραφία (MRCP), η ενδοσκοπική ανάστροφη χολαγγειοπαγκρεατογραφία (ERCP) και η διαδερμική διηπατική χολαγγειογραφία. Θεραπευτικά προτείνεται σε ασθενείς με  χολολιθίαση και υψηλή πιθανότητα χοληδοχολιθίασης να υποβάλλονται κατ’ αρχήν σε ERCP, σφικτηροτομή και καθαρισμό του χοληδόχου πόρου και στη συνέχεια σε Λαπαροσκοπική Χολοκυστεκτομή. Εναλλακτικά προτείνεται οι ασθενείς αυτοί να υποβάλλονται σε λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή με διεγχειρητική χολαγγειογραφία και καθαρισμό του χοληδόχου πόρου ή μετεγχειρητική ERCP και σφικτηροτομή.

 

ΧΟΛΑΓΓΕΙΙΤΙΔΑ

Χολαγγειϊτιδα είναι η λοίμωξη των χοληφόρων οδών που προκαλεί εικόνα γενικευμένης σήψης. Είναι αποτέλεσμα φραγμού της ροής της χολής που οφείλεται σε λίθο, όγκους, στένωση της θηλής η σε σκληρηντική χολαγγειίτιδα. Τα κύρια συμπτώματα είναι ο πυρετός με ρίγος, το άλγος στο δεξιό υποχόνδριο και ο ίκτερος (τριάδα του Charcot). Εργαστηριακά έχουμε λευκοκυττάτωση και αύξηση των επιπέδων της αλκαλικής φωσφατάσεις, γ-GT, χολερυθρίνης και τρανσαμινασών. Απεικονιστικά με υπερηχογράφημα ή/και MRCP αναδυκνύονται οι λίθοι στον χοληδόχο πόρο και τα διατεταμένα χολαγγεία. Η ERCP χρησιμοποιείται ωε διαγνωστική και ως θεραπευτική μέθοδος. Απαραίτητη η χορήγηση αντιβιοτικών ενδοφλεβίως. Η χειρουργική θεραπεία συνίσταται σε χολοκυστεκτομή με χοληδοχοτομή και καθαρισμό του χοληδόχου πόρου. Μερικές φορές απαιτείται και χολοπεπτική αναστόμωση με χοληδοχοδωδεκαδακτυλική ή χοληδοχονηστιδική αναστόμωση. Η ενδοσκοπική θεραπεία με ERCP δεν ενδείκνυται, όμως μπορεί να αποσυμφορήσει τα χοληφόρα με τοποθέτηση stent. Η θνητότητα ανέρχεται από το 15% όταν η χειρουργική θεραπεία διενεργείται εντός 24 ωρών από την έναρξη των συμπτωμάτων έως το 50% σε καθυστερημένες περιπτώσεις.

 

 

Από τη στήλη YΠΕΡ ΥΓΕΙΑΣ της εφημερίδας ΝΕΑ ΚΑΣΤΟΡΙΑ

Επιμέλεια: Δώρα Κωτσοπούλου

 

 

περισσότερα
Back to top button