Toυ Ανδρέα Ζαμπούκα
Τα «Ευαγγελικά» του 1901, ήταν η αιματηρή «εμφύλια» σύγκρουση αρχαϊστών και δημοτικιστών με αφορμή την μετάφραση του Ευαγγελίου. Για την διαμάχη της γλώσσας παραιτήθηκαν ένας αρχιεπίσκοπος (ο Αθηνών, Προκόπιος Β’ που ενθάρρυνε την μεταγλώττιση) και ολόκληρη η κυβέρνηση του Γ. Θεοτόκη!
Από τότε, ως σήμερα, παρέμεινε η «μεταφυσική» σχέση των πιστών με το Ευαγγέλιο, αφού ποτέ τους δεν κατάλαβαν τι λέει. Συμπέρασμα: Όσο σπουδαία κι αν είναι μια γλώσσα, όταν δεν διδάσκεται σωστά, χάνει την αξία της μέσα στο χρόνο. Και η απλοποίησή της έχει ως προϋπόθεση την γνώση της παλιάς για να διατηρήσει ακέραια την αξία της νέας στις σύγχρονες ανάγκες.
Το γλωσσικό ζήτημα ήταν πάντα, μια υπόθεση η οποία ξέφευγε από τα χέρια της Παιδείας και περνούσε στην επεκτατική διάθεση της πολιτικής. Μέσα του, έκρυβε το μικρόβιο της προγονολατρείας που έθρεψε την κυρίαρχη ιδεολογία και ενίσχυσε την εθνική συνείδηση στο νεοελληνικό κράτος, από το 1830. Μην ξεχνάμε ότι η γλώσσα «καθάρισε» με πολλαπλούς μηχανισμούς και αγώνες για να αποτελέσει το αναγκαίο εργαλείο συνένωσης όλων των πληθυσμών της νότιας Βαλκανικής, που εντάχθηκαν στο νεοσύστατο κράτος (Τουρκόφωνοι, Αρβανίτες, Σλαβόφωνοι, Τσάκωνες, Βλάχοι, Σαρακατσάνοι κλπ).
Εκτός των άλλων, η Αρχαία Ελληνική, προτάθηκε ως βάση της εκπαίδευσης, για να λειτουργεί ως «μήτρα» σημείων (λέξεων) και νοημάτων, με την οποία θα δημιουργούσε η πολιτεία τον σύγχρονο πολιτισμό της. Και όχι μόνο στην Ελλάδα. Ας μην ξεχνάμε ότι ο δυτικός κόσμος ξύπνησε από τον βαθύ ύπνο του Μεσαίωνα, με το «ξυπνητήρι» του Διαφωτισμού και των αρχαίων κειμένων.
Άρα λοιπόν, ποιος μπορεί να αρνηθεί την χρησιμότητα των Αρχαίων Ελληνικών, σε έναν κόσμο που γεννήθηκε από την κληρονομιά των Ελλήνων; Και όχι μόνο αυτό. Ποιος αλαζόνας είναι σε θέση να θεωρεί ότι το ψηφιακό θαύμα που συντελείται σήμερα, παγκοσμίως, μπορεί να σταθεί χωρίς την κλασική παιδεία και το «μέτρο» που την διαπνέει;
Δυστυχώς, για την ελληνική εκπαίδευση, κάθε διαχρονική απόπειρα του υπουργείου Παιδείας να ασχοληθεί με την διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών αποτύγχανε παταγωδώς. Έτσι και τώρα, ο κ. Φίλης, περιορίζει το μάθημα, με το επιχείρημα της ενίσχυσης των Νέων Ελληνικών.
Ατυχέστατη και πάλι η προσέγγιση. Πρώτον, επειδή δεν έχει καμία δουλειά ο υπουργός να παρεμβαίνει στα εκπαιδευτικά προγράμματα και δεύτερον, γιατί ασχολείται με τις ώρες διδασκαλίας και όχι με τους διδάσκοντες! Είναι βεβαίως, κατανοητό πως η «συνδικαλιστική» αλληλεγγύη του κ. Φίλη του απαγορεύει να σκεφτεί ότι το πρόβλημα δεν είναι στην ύλη της Γλώσσας αλλά στον τρόπο που επιλέγει ο καθηγητής να την διδάξει. Γιατί αν το αρχαίο κείμενο ακούγεται στην τάξη, σαν τροπάριο στη θεία λειτουργία, είναι φυσικό οι μαθητές να χασμουριούνται. Αν πάλι, αποτελεί μία αποσπασματική αγγαρεία για τις εξετάσεις, η αποστροφή είναι επίσης δεδομένη.
Επομένως, τα Αρχαία διδάσκονται και αναβαθμίζονται, δεν καταργούνται εξαιτίας της ανικανότητας μας να αλλάξουμε τον τρόπο διδασκαλίας! Είναι μία γλώσσα η οποία απευθύνεται σε ένα ανώτερο επίπεδο πνευματικότητας την οποία το σχολείο έχει υποχρέωση να την προσεγγίσει.
Οι μακρινοί «παππούδες» μας δεν είχαν ούτε γραμματική ούτε συντακτικό. Μιλούσαν και έγραφαν ελεύθερα, παραγωγικά, δημιουργικά πάνω στη σύνθεση και την ομορφιά της γλώσσας. Δεν τη μισούσαν από τον καταναγκασμό, την προσποίηση και την υποκρισία. Αν λοιπόν, ο δάσκαλος δεν διαθέτει την δεξιότητα να διδάξει αρχαίο κείμενο η υπόθεση είναι χαμένη. Σε έναν μαθητή που συνήθισε στην ταχύτητα των εικόνων και στην προχειρότητα των νοημάτων, το να προσπαθείς να του μάθεις Αρχαία με την μέθοδο του 1950, είναι σαν να τον προκαλείς να γελάσει μαζί σου.
Τα Αρχαία Ελληνικά είναι η γλώσσα των αρίστων. Είναι δομή, νόημα, αρχιτεκτονική, μαθηματικά, σύνθεση και δημιουργία. Όλα αυτά που χρειάζεται το μυαλό για να μπει δυναμικά και με ήθος, στην εποχή της ηλεκτρονικής τεχνολογίας και να ηγηθεί ως πρωτοπόρος στα projects και στις νέες μεθόδους.
Δεν έχουμε δικαίωμα να στρέφουμε συνεχώς το επίπεδο προς τα κάτω, επειδή θέλουμε να γίνουμε ευχάριστοι στον μέσο όρο. Αντίθετα, έχουμε υποχρέωση να αναζητήσουμε τον σύγχρονο δάσκαλο που ξέρει τον τρόπο να συνδυάσει την γοητεία του σύγχρονου μέσου με τον ορθολογισμό και την αισθητική του ελληνικού λόγου. Όχι για να ικανοποιηθεί το λαϊκιστικό ένστικτο της προγονοπληξίας κάποιων αλλά για να δοθεί το παλιό κίνητρο για νέες δημιουργίες στην εποχή μας.
Έχουμε ανάγκη από μία πολιτισμική «έπαρση» και η αρχαία γλώσσα είναι η αιώνια «Κιβωτός», έτοιμη να σώσει τη σκέψη και τις προθέσεις μας.
Ο πλούτος του σύγχρονου Έλληνα είναι ένα αρχαίο κείμενο δίπλα σε έναν υπολογιστή. Εκεί βρίσκεται το μέλλον της Ελλάδας σήμερα. Ας το ανακαλύψουμε, χωρίς κραυγές και αντιπαλότητες.
Η γλώσσα των αρίστων διδάσκεται, δεν καταργείται!